Σαν σήμερα στις 20 Φεβρουαρίου 1960, έφυγε από τη ζωή ο κορυφαίος ηθοποιός Βασίλης Λογοθετίδης. Η Φίνος Φιλμ με μια ανάρτηση στο facebook και με ένα βίντεο τιμά τον ανεπανάληπτο ηθοποιό.
«Ο μεγάλος των μεγάλων. Υπόκλιση και θαυμασμός στον τεράστιο Βασίλη Λογοθετίδη, που έφυγε σαν σήμερα το 1960. Τον θυμόμαστε μέσα από στιγμές του στη δεύτερη και τελευταία του ταινία στη Φίνος Φιλμ «Ούτε Γάτα Ούτε Ζημιά» (1955).
Η καλλιτεχνική διαδρομή του Βασίλη Λογοθετίδη
Ο Βασίλης Λογοθετίδης γεννήθηκε το 1898 στο Μυριόφυτο της Ανατολικής Θράκης και έζησε τα νεανικά του χρόνια στην Κωνσταντινούπολη. Αποφοίτησε από το Ζωγράφειο Γυμνάσιο το 1915 και τον επόμενο χρόνο εμφανίσθηκε ως ερασιτέχνης ηθοποιός, προκαλώντας μεγάλη εντύπωση στο ομογενειακό κοινό της Πόλης.
Το 1918 ήρθε οικογενειακώς στην Αθήνα και το 1919 άρχισε την επαγγελματική του καριέρα δίπλα στη Μαρίκα Κοτοπούλη, με τον θίασο της οποίας συνεργάστηκε έως το 1946, οπότε δημιούργησε δικό του θεατρικό σχήμα. Έπαιξε εκατοντάδες ρόλους του κλασσικού και σύγχρονου ρεπερτορίου, κωμικούς και δραματικούς («Όπως αγαπάτε» του Σαίξπηρ, «Όρνιθες» του Αριστοφάνη, «Κνοκ» του Ζιλ Ρομέν, «Βολπόνε» του Μπεν Τζόνσον, «Αρσενικό και παλιά δαντέλα» του Κέσερλινγκ).
Από το 1946, όταν σχημάτισε τον προσωπικό του θίασο, υπηρέτησε τη νεοελληνική κωμωδία και φάρσα. Σημαντικές επιτυχίες του υπήρξαν τα έργα: «Ένας βλάκας και μισός», «Προς θεού μεταξύ μας» και «Φαταούλας» του Δημήτρη Ψαθά, «Οι Γερμανοί ξανάρχονται», «Δεσποινίς ετών 39», «Ένας ήρωας με παντούφλες», «Οι δικοί μας άνθρωποι», «Ένα βότσαλο στην λίμνη» των Σακελλάριου – Γιαννακόπουλου και η «Γυνή να φοβήται τον Άνδρα» του Γιώργου Τζαβέλλα.
Ως κωμικός, ο Λογοθετίδης έπλασε τον θεατρικό χαρακτήρα του Έλληνα αυτοδημιούργητου μικροαστού, σε μια εποχή, όπως η μεταπολεμική, ραγδαίας και βίαιης αστικοποίησης του νεοέλληνα αγρότη. Αντιφατικός, συναισθηματικός, μικροτύραννος, άπληστος, αφοπλιστικός, μικροαπατεώνας και ταυτόχρονα καταφερτζής και γενναιόδωρος.
Οι περισσότερες από τις θεατρικές επιτυχίες του μεταφέρθηκαν στη μεγάλη οθόνη κι έτσι διασώθηκε το απόλυτα προσωπικό υποκριτικό του ύφος. Κορυφαία του στιγμή θεωρείται ο ρόλος του στο κωμικό δράμα του Γιώργου Τζαβέλα «Η Κάλπικη Λίρα» (1955), που διακρίθηκε διεθνώς και είναι μία από τις καλύτερες ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου.
Τα σοβαρά προβλήματα υγείας δεν του επέτρεψαν να πρωταγωνιστήσει στην κωμωδία «Ο Ηλίας του 16ου», ρόλο τον οποίο πήρε τελικά ο Κώστας Χατζηχρήστος.
Ο Βασίλης Λογοθετίδης πέθανε στην Αθήνα στις 20 Φεβρουαρίου 1960, σε ηλικία 62 ετών.
Συνήθεια που χάθηκε: Οι φούρνοι της γειτονιάς ήταν κάτι ευρέως διαδεδομένο στα παλιότερα χρόνια εφόσον δεν είχε ο καθένας την κουζίνα του. Αυτό δημιουργούσε μια αίσθηση γνωριμίας με τον γείτονα σου επειδή έπρεπε σίγουρα τον δεις. Εφόσον τον έβλεπες του μίλαγες κι όλας δεν υπήρχε κάποιος λόγος να μην γίνει αυτό στο φούρνο της γειτονιάς.
Το ψήσιμο του κυριακάτικου φαγητού στον φούρνο της γειτονιάς ήταν συνήθεια σε όλη την Ελλάδα. Είχε αντίτιμο 2 δραχμές ή και λιγότερο για το γιουβέτσι και μπορούσαν έτσι όλοι να λάβουν μέρος.
Ήταν μια πρακτική που συμβόλιζε ολόκληρη εποχή στην αστική ελληνική ιστορία. Μετά τον εμφύλιο μέχρι και την όψιμη μεταπολίτευση. Οι νοικοκυρές μαζεύονταν στον φούρνο του χωριού και έψηναν ψητό αρνί, χοίρινο, γιουβέτσι μέχρι και μουσακά. Υπήρχε κάτι σαν μενού θα έλεγε κανείς. Το πιο σπάνιο ήταν παραδόξως το ψητό κοτόπουλο. Συνήθως αυτό το έθιμο λάμβανε μέρος αφότου είχε τελεστεί η κυριακάτικη εκκλησιαστική λειτουργία. Ήταν πραγματικά μια πανέμορφη εικόνα το να βλέπεις την γενναιοδωρία και το αίσθημα της αλληλεγγύης. Πολλά ταψάκια γέμιζαν τον χώρο σκεπασμένα το καθένα με μια πετσέτα συνήθως. Βάζοντας τα μετά στον φούρνο.
Οι νοικοκυρές ετοίμαζαν το ταψί με το φαγητό και αμέσως μετά την Κυριακάτικη Λειτουργία, οι γειτονιές γέμιζαν με ταψιά σκεπασμένα με πετσέτες που κατευθύνονταν στον φούρνο για το ψήσιμο.
H Δέσπω Διαμαντίδου γεννήθηκε στον Πειραιά στις 13 Ιουλίου 1916. Η καταγωγή της ήταν από την Pωσία. Δεν φοίτησε ποτέ σε ελληνικό σχολείο και τελείωσε τη στοιχειώδη και μέση εκπαίδευση σε Γερμανική σχολή. Όπως η ίδια έχει δηλώσει σε συνέντευξή της δεν αγάπησε το θέατρο εξαιτίας της μητέρας της που δεν έχανε παράσταση για παράσταση αλλά κυρίως εξαιτίας της ελευθερίας που αισθανόταν στο οικογενειακό της περιβάλλον.
Ο δημοσιογράφος και αρθρογράφος του ellinikoskinimatografos.gr Χρήστος Κωνσταντίνου, έψαξε και βρήκε άγνωστες πτυχές για την καριέρα και τη ζωή της Δέσπως Διαμαντίδου και μας τις αποκαλύπτει …
1ον. Η Δέσπω Διαμαντίδου έκανε το ντεμπούτο της στον κινηματογράφο το 1947 στην ταινία του Τάκη Μπακόπουλου “Τα παιδιά της Αθήνας” όπου μεταξύ άλλων συμμετείχε και ο τότε σύζυγος της Ανδρέας Φιλιππίδης.
3ον. Εισπρακτικά η πιο πετυχημένη ταινία που συμμετείχε ήταν, “Τα κόκκινα φανάρια” το 1963 σε σκηνοθεσία Βασίλη Γεωργιάδη. Αν και πουθενά στους τίτλους δεν αναγράφεται το όνομα της. Η συγκεκριμένη ταινία θεωρείται μια από τις καλύτερες της χρυσής εποχής του Ελληνικού κινηματογράφου που έφτασε μέχρι και τα Όσκαρ διεκδικώντας εκείνο της καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας.
4ον. Πριν από “Τα κόκκινα φανάρια” άλλη μια ταινία που συμμετείχε και έφτασε μέχρι τα Όσκαρ ήταν η ρομαντική κωμωδία του Ζυλ Ντασέν, “Ποτέ την Κυριακή” με την επιστήθια φίλη της, Μελίνα Μερκούρη στον πρωταγωνιστικό ρόλο.
5ον. Οι περισσότερες ταινίες που πρωταγωνίστησε ή συμμετείχε μέσα σε μια χρονιά η Δέσπω Διαμαντίδου ήταν το 1965 αφού το όνομα της έλαμψε σε επτά ταινίες.
6ον. Μια από τις πιο άγνωστες ταινίες της αφού δεν έχει προβληθεί σχεδόν ποτέ είναι το κοινωνικό δράμα του Γιάννη Κοκκόλη, “Εις θάνατον” που προβλήθηκε στις κινηματογραφικές αίθουσες το 1967.
7ον. Η τελευταία φορά που το όνομα της εμφανίστηκε στην μεγάλη οθόνη ήταν μόλις τρεiς μήνες πριν τον θάνατο της τον Νοέμβριο του 2003. Συμμετείχε στην δραματική ταινία του Αλέξανδρου Κολλάτου, “Ο χάρος βγήκε παγανιά”.
Όταν ο Ντίνος Δημόπουλος αποφάσισε το 1959 να γυρίσει την θρυλική ταινία, “Μανταλένα” στην Αντίπαρο, τα γυρίσματα διήρκησαν πολλούς μήνες. Άλλωστε είναι γνωστή η τελειομανία που είχε ως σκηνοθέτης. Ο Θανάσης Βέγγος λοιπόν, που είχε φρεσκοπαντρευτεί και είχε αποκτήσει και τον πρωτότοκο γιο του Βασίλη, αποφάσισε να φέρει στο νησί για μερικές ημέρες την πολυαγαπημένη του σύζυγο Ασημίνα. Και τσάκ, ο φωτογραφικός φακός τους απαθανάτισε όλους μαζί με την Αλίκη Βουγιουκλάκη σε ένα σπάνιο φωτογραφικό ντοκουμέντο!!!
Ο Θανάσης Βέγγος, η Αλίκη Βουγιουκλάκη κρατώντας τον γιο του Βέγγου, Βασίλη και δίπλα η Ασημίνα Βέγγου.
Ο ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου, Διονύσης Παπαγιαννόπουλος γεννήθηκε το 1912 στο Διακοπτό. Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, όπου και πρωτοεμφανίστηκε το 1938, στον “Βασιλιά Ληρ” του Σαίξπηρ, σε ρόλο που του έδωσε ο δάσκαλός του Αιμίλιος Βεάκης.
Ο δημοσιογράφος και αρθρογράφος του ellinikoskinimatografos.gr Χρήστος Κωνσταντίνου, έψαξε και βρήκε άγνωστες πτυχές για την καριέρα και τη ζωή του Διονύση Παπαγιαννόπουλου και μας τις αποκαλύπτει …
1ον. Ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος πρωταγωνίστησε – συμμετείχε σε 133 ταινίες από το 1947 έως το 1984. Η πρώτη του ταινία ήταν στην περιπέτεια του Τάκη Μπακόπουλου, “Τα παιδιά της Αθήνας” όπου πρωταγωνιστούσε και η Έλλη Λαμπέτη. Ενώ το 1984 το “Ταξίδι στα Κύθηρα” του Θόδωρου Αγγελόπουλου αποτέλεσε το κύκνειο άσμα του στον κινηματόγραφο.
2ον. Την τελευταία του ταινία, “Ταξίδι στα Κύθηρα” δεν πρόλαβε ο ίδιος να την δει καθώς έκανε πρεμιέρα στους κινηματογράφους στις 21 Απριλίου 1984 ενώ ο ίδιος έφυγε από τη ζωή μια εβδομάδα πριν στις 14 Απριλίου.
3ον. Μόνο με μια πρωταγωνίστρια της χρυσής εποχής του κινηματογράφου δεν συνεργάστηκε ποτέ. Κι αυτή δεν είναι άλλη από την Ζωή Λάσκαρη.
7ον. Το έτος 1968 συμμετείχε η πρωταγωνίστησε σε 12 παραγωγές με πιο πετυχημένη την αισθηματική ταινία του Ντίνου Δημόπουλου, “Η αρχόντισσα κι ο αλήτης”.
Η Φλωρέττα Ζάννα γεννήθηκε στις 25/08/1936 στον Άγιο Νικόλαο Μεσσηνίας. Το πραγματικό της όνομα ήταν Ανθή Στυλιανέα και ήταν παντρεμένη με τον σκηνοθέτη Ντίνο Δημόπουλο από τον οποίο απέκτησε την κόρη της Μυρτώ.
Ξεκίνησε να παίζει στο θέατρο πριν καν ολοκληρώσει τις σπουδές της στη Δραματική Σχολή Κωστή Μιχαηλίδη, ενώ στο απόγειο της δόξας της επέλεξε να αποσυρθεί από τον καλλιτεχνικό χώρο και διατηρούσε για χρόνια μπουτίκ με ρούχα στο Κολωνάκι.
Ο δημοσιογράφος και αρθρογράφος του ellinikoskinimatografos.gr Χρήστος Κωνσταντίνου, έψαξε και βρήκε άγνωστες πτυχές για την καριέρα και τη ζωή της Φλωρέττας Ζάννα και μας τις αποκαλύπτει …
1ον. Η Φλωρέττα Ζάννα είχε παίξει μόνο σε εννέα ταινίες πριν αποσυρθεί από την υποκριτική. Η πρώτη ήταν το 1959 και είχε τίτλο, “Αμαρυλλίς, το κορίτσι της αγάπης” και η τελευταία το 1968 στο πλάι της Αλίκης Βουγιουκλάκη και του Δημήτρη Παπαμιχαήλ στην αισθηματική ταινία, “Η αρχόντισσα κι ο αλήτης“.
2ον. Η πρώτη της ταινία κατέχει μια πρωτιά αφού γι’ αυτήν γυρίστηκαν δύο φινάλε, ένα με ευτυχισμένη κατάληξη για την νεαρή ηρωίδα κι ένα με δραματική το οποίο είναι αυτό που σήμερα υπάρχει και βλέπουμε όταν αυτή προβάλλεται.
3ον. Το 1962 στην δευτερη εμφάνιση της στον κινηματογράφο συνεργάστηκε με την Ρένα Βλαχοπούλου στην κωμωδία του Αλέκου Σακελλάριου, “Όταν λείπει η γάτα”. Αυτός ήταν ο μοναδικός πιο ανάλαφρος πρωταγωνιστικός ρόλος που υποδύθηκε στην σύντομη καριέρα της στο σινεμά.
4ον. Πιο αγαπημένη της ταινία θεωρούσε την δραματική περιπέτεια, “Αμοκ” που στην Ελλάδα δεν κατάφερε να κάνει τεράστια επιτυχία σε αντίθεση με κάποιες μεγάλες χώρες στο εξωτερικό.
5ον. Με τον σύζυγο της Ντίνο Δημόπουλο συνεργάστηκε σε 6 ταινίες. Ήταν μάλιστα αυτός που σκηνοθέτησε την πρώτη άλλα και την τελευταία της ταινία.
6ον. Στις δύο τελευταίες ταινίες της η Φλωρέττα Ζάννα συνεργάστηκε με δύο “αντίπαλες” στην μεγάλη οθόνη, την Τζένη Καρέζη στην δραματική περιπέτεια του Νίκου Φώσκολου, “Αγάπη και αίμα” και την Αλίκη Βουγιουκλάκη στην “Αρχόντισσα και τον αλήτη”.
7ον. Το 1969 έναν χρόνο μετά από την απόφαση της να αποσυρθεί από τον χώρο της υποκριτικής η Φλωρέττα Ζάννα έγραψε μαζί με τον Λάκη Μιχαηλίδη το σενάριο της δραματικής ταινίας, “Η δασκάλα με τα ξανθά μαλλιά” που πρωταγωνιστούσε η Αλίκη Βουγιουκλάκη.
Ο Λαυρέντης Διανέλλος ήταν ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου. Κατέχει τον τίτλο του πιο παραγωγικού έλληνα ηθοποιού, με τουλάχιστον 207 ταινίες στο ενεργητικό του. Γεννήθηκε στον Άγιο Λαυρέντιο Μαγνησίας το 1911 και ήταν ένας από τους πρώτους μαθητές και συνεργάτες του Καρόλου Κουν, στη σχολή του οποίου γνώρισε τη σύζυγό του Φρόσω Κοκκόλα, ηθοποιό και τραγουδίστρια δημοτικών τραγουδιών, με την οποία απέκτησε μία κόρη.
Ο δημοσιογράφος και αρθρογράφος του ellinikoskinimatografos.gr Χρήστος Κωνσταντίνου, έψαξε και βρήκε άγνωστες πτυχές για την καριέρα και τη ζωή του Λαυρέντη Διανέλλου και μας τις αποκαλύπτει …
1ον. Ο Λαυρέντης Διανέλλος είχε παίξει σε 205 κινηματογραφικές ταινίες από το 1948 εως το 1975. Η πρώτη του εμφάνιση πραγματοποιήθηκε στην χαμένη σήμερα ταινία του Τάκη Μουζενίδη, “Μαντάμ Σουσού. Και η τελευταία στη περιπέτεια του Βαγγέλη Σερντάρη και Ντίμη Δαδήρα, “Στα δίχτυα του τρόμου”.
2ον. Τις περισσότερες φορές ο Λαυρέντης Διανέλλος υποδύοταν τον φτωχό εργατικό μεροκαματιάρη. Ενώ σε τρεις υποδύθηκε τον πλούσιο επιχειρηματία – εργοστασιάρχη όπως στις παρακάτω ταινίες, “Μια λατέρνα μια ζωή“, “Είναι ένας τρελλός τρελλός Βέγγος” και “Η εφοπλιστίνα“.
3ον. Κάποιους από τους πιο στριφνούς ρόλους του ήταν στις ταινίες, “Ένας ήρως με παντούφλες” και “Η Λίζα και η άλλη“. Στην πρώτη υποδύοταν τον πλούσιο ξάδερφο του απόστρατου Στρατηγού Λάμπρου Δεκαβάλα τον οποίο χρησιμοποιεί προκειμένου να κερδίσει χρήματα από ένα άγαλμα που θα στηθεί προς τιμήν του. Ενώ στην δεύτερη είναι ο ιδιοκτήτης του παλαιοπωλείου όπου η άστεγη Λίζα τρυπώνει κρυφά για να περάσει την νύχτα.
4ον. Ο ίδιος σε μια σπάνια συνέντευξη του είχε δηλώσει ότι ο πιο δύσκολος δραματικός ρόλος που κλήθηκε να υποδυθεί στον κινηματογράφο ήταν αυτός του “γεράκου” στην δραματική ταινία του 1972, “Ερωτική συμφωνία” που σεναριακά υπέγραφα η Τζένη Καρέζη και σκηνοθετικά ο Κώστας Καζάκος.
5ον. Η πιο πετυχημένη ταινία που συμμετείχε ήταν, “Η αρχόντισσα κι ο αλήτης” το 1968 που έκοψε 750.380 εισιτήρια και βρέθηκε στην πρώτη θέση εκείνης της χρονιάς.
6ον. Με την Αλίκη Βουγιουκλάκη ο Λαυρέντης Διανέλλος συνεργάστηκε σε δέκα ταινίες ενώ στις τέσσερις από αυτές υποδύθηκε τον πατέρα της. Μάλιστα στις τρεις πεθαίνει στα πρώτα λεπτά της ταινίας.
7ον. Ο πρώτος μεγάλος ρόλος του ήταν στην δραματική ταινία του 1961, “Το παιδί του μεθύστακα” σε σενάριο και σκηνοθεσία του Γιώργου Πετρίδη.
Η κλασική ταινία της δεκαετίας του ’50, “Ούτε γάτα, ούτε ζημιά” με πρωταγωνιστές το αξέχαστο δίδυμο των Βασίλη Λογοθετίδη και Ίλιας Λιβυκού, γίνεται τηλεοπτική σειρά στο πλαίσιο των αυτοτελών επεισοδίων του νέου project του Alpha με τίτλο, “Τα νεοκλασικά”.
Σύμφωνα με το “Πάμε Δανάη”, τους βασικούς ρόλους αυτή τη φορά θα υποδυθούν η Ντορέττα Παπαδημητρίου και ο Κρατερός Κατσούλης αναβιώνοντας τους iconic κινηματογραφικούς ήρωες που λάτρεψε πριν σχεδόν 70 χρόνια το κοινό. Το “Ούτε γάτα, ούτε ζημιά” είναι η κλασική ιστορία των Σακελλάριου – Γιαννακόπουλου, που θέλει το Λαλάκη (Βασίλης Λογοθετίδης), έναν άτακτο σύζυγο, να λέει στη γυναίκα (Ίλυα Λιβυκού) του ότι θα μεταβεί στη συμπρωτεύουσα για την επιθεώρηση ενός εκ των εκεί υποκαταστημάτων της εταιρείας στην οποία δουλεύει.
Σκηνή από την ταινία, “Ούτε γάτα, ούτε ζημιά”.
Στην πραγματικότητα σχεδιάζει ρομαντικό Σαββατοκύριακο με την ερωμένη του (Ρένα Στρατηγού). Η γυναίκα του, για να τον εκδικηθεί, κανονίζει να κάνει την ίδια διαδρομή, με τη συνοδεία ενός άντρα (Λάμπρος Κωνσταντάρας) ο οποίος τη φλερτάρει εδώ και καιρό. Στο σταθμό των Θυμαριών και μετά από βλάβη του τρένου, ο σταθμάρχης (Μίμης Φωτόπουλος) θα φιλοξενήσει τα δύο ζευγάρια. Αρχικά κάνουν ότι δεν αναγνωρίζουν ο ένας τον άλλο, έπειτα αρχίζουν οι παρεξηγήσεις, τελικά όμως οι δύο σύζυγοι θα συμφιλιωθούν.
Τα “Νεοκλασικά” του Alpha, είναι τηλεοπτική μεταφορά διάσημων ελληνικών θεατρικών έργων που λάτρεψε το κοινό από τη δεκαετία του 50 έως και σήμερα είτε επί σκηνής είτε στη μεγάλη οθόνη.
Και ποιος δεν έχει δει και δεν έχει γελάσει δεκάδες φορές με την παλιά ελληνική ταινία «Υπάρχει και φιλότιμο» με πρωταγωνιστή τον Λάμπρο Κωνσταντάρα. Πρόκειται για μια από τις πιο αγαπημένες ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου του Αλέκου Σακελλάριου στην οποία ο Λάμπρος Κωνσταντάρας υποδύεται τον υπουργό Μαυρογιαλούρο. Αξέχαστες είναι οι ατάκες που λέγονται κατά τη διάρκεια της ταινίας όπως το χαρακτηριστικό «Θα σας εξαφανίσωμεν», την ώρα που ο υπουργός προετοιμάζει το λόγο του για το χωριό στο οποίο πηγαίνει. Ποιο είναι όμως στην πραγματικότητα αυτό το χωριό; Η αλήθεια είναι πως πρόκειται για έναν χώρο στην Αττική και όχι κάπου μακριά όπως θα φανταζόμασταν.
Η υπόθεση της ταινίας, “Υπάρχει και φιλότιμο”
Ο Ανδρέας Μαυρογιαλούρος (Λάμπρος Κωνσταντάρας) είναι υπουργός «Εθνικής Ανασυγκροτήσεως και Περιθάλψεως». Είναι κυρίως αρμόδιος γενικά για τα ζητήματα υποδομής της υπαίθρου και της περιφέρειας. Ο Μαυρογιαλούρος ωστόσο δεν ασχολείται και πολύ με τις υποθέσεις αφού με τα περισσότερα ζητήματα του υπουργείου ασχολούνται ο ιδιαίτερος γραμματέας του Γιώργος (Ανδρέας Ντούζος) και ο κομματικός παράγοντας Θόδωρος Γκρούεζας (Διονύσης Παπαγιαννόπουλος).
Και οι δύο μάλιστα κατ’ επανάληψη υπεξαιρούν δημόσιο χρήμα και υπερτιμολογούν δημόσια έργα για να πλουτίσουν. Με αφορμή, λοιπόν, την ανέγερση του νέου μαιευτηρίου στην Πλατανιά, ένα κεφαλοχώρι, ο Μαυρογιαλούρος έχει προγραμματίσει να παραστεί στα εγκαίνια. Στο ταξίδι αυτό, που πραγματοποιείται οδικώς, τον συνοδεύει απρόθυμα η κακομαθημένη κόρη του Αλίκη.
Κατά τη διάρκεια της διαδρομής, η Αλίκη επιμένει να οδηγήσει εκείνη το αυτοκίνητο, παρ’ όλο που δεν είναι ικανή οδηγός. Μετά από πιέσεις ο Μαυρογιαλούρος πείθεται. Λίγο αργότερα θα ακουστεί μια ακόμη πασίγνωστη ατάκα. «Και στο ΄πα, να πεις ότι δεν στο ‘πα στραβούλιακα, άσε τον σοφέρ να οδηγήσει».
Κι αυτό γιατί η οδήγηση είχε σαν αποτέλεσμα την πρόσκρουση του αυτοκινήτου σε δέντρο πάνω σε χωματόδρομο, δίπλα στο μικρό χωριό Άγριλος. Οι κάτοικοι του χωριού σπεύδουν να βοηθήσουν τους επιβάτες. Αφού ο υπουργός ακούει μερικά αρνητικά σχόλια για το άτομό του από τους χωρικούς, οι οποίοι δεν γνωρίζουν ποιος πραγματικά είναι, αποφασίζει να κρατήσει την πραγματική του ταυτότητα μυστική. Έτσι θα πληροφορηθεί τα πραγματικά αισθήματά τους για εκείνον. Οι αποκαλύψεις διαδέχονται η μία την άλλη.
Το «χωριό» που γυρίστηκε η ταινία, “Υπάρχει και φιλότιμο” είναι στην Αττική
Για πολλά χρόνια θεωρούταν ότι οι σκηνές από την ταινία «Υπάρχει και φιλότιμο» έχουν γυριστεί σε κάποιο χωριό κοντά στην Αθήνα και όχι στην Αττική. Όμως στην πραγματικότητα τα σημεία των γυρισμάτων είναι πολύ πιο κοντά απ’ ό,τι φαντάζονταν. Το «χωριό» Άγριλος είναι στην πραγματικότητα ένα διάσημο οινοποιείο στην Αττική!
Οι σκηνές εκτυλίχθηκαν ουσιαστικά στην περιοχή της Παλλήνης. Συγκεκριμένα, τα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν μέσα σε ένα από τα πρώτα οινοποιεία της Ελλάδας. Αυτό του Ανδρέα Καμπά. Η σκηνή όπου πιάνει από το σβέρκο την κόρη του ο Μαυρογιαλούρος, είναι γυρισμένη στην είσοδο του οινοποιείου.
Και το οινοποιείο δεν αποτέλεσε τον χώρο γυρισμάτων μόνο γι’ αυτή την ταινία. Στο κτήμα Καμπά έπεσαν οι περισσότερες κινηματογραφικες… μούτζες. Τις δεκαετίες του ’60 και ’70 το κτήμα έγινε τόπος γυρισμάτων για τις ταινίες «Υπάρχει και Φιλότιμο» (1965), «Ο Τσαρλατάνος» (1973), «Ο Τρομοκράτης» (1975).
Σήμερα τίποτα δε θυμίζει τις στιγμές του παλιού ελληνικού κινηματογράφου και συνεχώς γίνονται συζητήσεις περί αξιοποίησης του σημείου μιας και δε λειτουργεί πλέον σαν οινοποιείο.
Η πιο αγαπημένη κωμικός του ελληνικού σινεμά, η Ρένα Βλαχοπούλου ήταν πάνω απ’ όλα νοικοκυρά και μετά σταρ. Δηλαδή τι σταρ; Αν ζούσε και με άκουγε, θα με κατσάδιαζε. Δεν της άρεσε καθόλου να την αποκαλούν έτσι. «Άπαπα, δεν μπορώ εγώ αυτά τα ψωνίστικα!» έλεγε. Για αυτό και στο σπίτι της έμπαιναν περισσότερο άνθρωποι εκτός θεάτρου.
Η Ρένα αγαπούσε τα σπίτια που έμενε αλλά δεν δενόταν καθόλου με αυτά. Της άρεσε συνεχώς να αλλάζει. Κάθε τέσσερα πέντε χρόνια θα βρισκόταν και κάπου αλλού. «Βαριόμουνα τα ίδια και τα ίδια» έλεγε. Ήθελα να αλλάζω περιβάλλον. Από την άλλη, μου άρεσε η διαδικασία του καινούριου σπιτιού. Καινούρια έπιπλα, καινούριοι χώροι, καινούρια γειτονιά. Η μόνιμη διαφωνία με τον άντρα μου ήταν αυτή. Εκείνος ήθελε να αράζει μόλις συνήθιζε ένα σπίτι. Εμένα με έπιανε νευρική κατάσταση. Δεν άντεχα, λοιπόν, σε ένα σπίτι για πολλά χρόνια.
Κάποτε το όνειρό μου ήταν να φτιάξω ένα μεγάλο σπίτι με κήπο, λουλούδια και πολλά δέντρα. Πήγα, λοιπόν, και βρήκα ένα οικόπεδο στην Κηφισιά και ξεκίνησα να το χτίζω. Τι λεφτά ξοδέψαμε τότε! Ο Γιώργος (σ.σ. ο τρίτος της σύζυγος) μου έλεγε: – Βρε Ειρήνη, τι το θέλεις τόσο μεγάλο σπίτι. Εμείς είμαστε δύο άτομα. – Όχι, Γιώργο μου, δεν έχεις δίκιο, θα αισθανόμαστε πως είμαστε στην εξοχή. Στον καθαρό αέρα. Εξάλλου, θα πάρουμε σκυλιά, γατιά, πολλά ζώα.
Τέλος πάντων, το σπίτι προχωρούσε σιγά σιγά και σταθερά. Γινόταν μια μεγάλη βίλα με πολλά δωμάτια και εσωτερική σκάλα. Είχαμε ξοδέψει ό,τι είχαμε και δεν είχαμε. Απέναντί μας ακριβώς ένα αντρόγυνο έχτιζε επίσης από το θεμέλιο μέχρι τη σκεπή μια πολύ όμορφη μονοκατοικία ταυτόχρονα με τη δική μας. Μάλιστα, είχαμε γνωριστεί και μιλώντας για τα σπίτια που χτίζαμε πολύ διασκεδάζαμε αυτή τη σύμπτωση. Όταν πια το τελειώσαμε και εμείς και εκείνοι, μια μέρα βλέπω την κυρία ντυμένη στα μαύρα να κλαίει.
– Τι έχετε κυρία μου; την πλησίασα και τη ρώτησα. – Τι να έχω, κυρία Ρένα μου; μου είπε κλαίγοντας. Με το που τελείωσε το σπίτι μας, δεν προλάβαμε να μπούμε μέσα και ο άντρας μου πέθανε! – Πέθανε ο άντρας σου; τη ρώτησα ταραγμένη. – Πέθανε ξαφνικά, από συγκοπή. – Το πουλάω το σπίτι, μου είπε. – Το πουλάω κι εγώ το σπίτι, φώναξα και έφυγα τρέχοντας για να πάω να το ανακοινώσω στον Γιώργο. Μάταια εκείνος προσπαθούσε να με μεταπείσει.
– Γιώργο, μην επιμένεις. Θα το πουλήσουμε το σπίτι, ψυχή μου. Σε παρακαλώ. – Μα είναι δυνατόν; Ακόμη δεν μείναμε. – Κι ο άλλος δεν πρόλαβε να μείνει ο άνθρωπος και πέθανε. Το πολύ να μείναμε έναν μήνα μέσα. Το πουλήσαμε στη Μαρινέλλα και στον Τόλη Βοσκόπουλο, που μόλις είχαν παντρευτεί και έψαχναν για ένα σπίτι στην Κηφισιά. Έτσι ήμουνα! Παρορμητική και ξεροκέφαλη και λίγο προληπτική».
Ο Γιάννης Σπανός υπήρξε ένας από τους κορυφαίους έλληνες συνθέτες, από εκείνους που διαμόρφωσαν το σύγχρονο ελληνικό τραγούδι. Από την αρχή της καριέρας του στη Γαλλία, όπου υπηρέτησε το γαλλικό «σανσόν», μέχρι την καθοριστική του συνεισφορά στο «Νέο Κύμα», τη μελοποίηση ποίησης με τις «Ανθολογίες» του, τις μουσικές του για τον κινηματογράφο και το θέατρο, γνώριζε πώς ν’ αγγίζει την καρδιά και το συναίσθημα. Ταυτόχρονα, με την ίδια άνεση μπορούσε να συνθέτει γνήσια λαϊκή μουσική, επιμένοντας πάντα να βασίζεται και να αναδεικνύει τον στίχο.
Ο Γιάννης Σπανός γεννήθηκε στις 26 Ιουλίου του 1934 στο Κιάτο Κορινθίας. Ξεκίνησε τις μουσικές του σπουδές στο πιάνο πολύ μικρός στην ιδιαίτερη πατρίδα του και τις συνέχισε στο Εθνικό Ωδείο, όταν ήλθε στην Αθήνα για να σπουδάσει νομικά.
Ο Γιάννης Σπανός με τον Γιάννη Πάριο και Γιάννη Καλατζή.
Το 1959 εγκατέλειψε τις πανεπιστημιακές σπουδές του και μετέβη στη Γαλλία, όπου έζησε για τέσσερα χρόνια παίζοντας πιάνο στις μπουάτ της αριστερής όχθης του Σηκουάνα. Αυτό το διάστημα γνωρίστηκε και συνεργάστηκε με πολλά γνωστά ονόματα του γαλλικού τραγουδιού, όπως η Ζιλιέτ Γκρεκό, η οποία ηχογράφησε και κάποιες μελοποιήσεις του σε ποιήματα γάλλων ποιητών (Βερλέν, Ελιάρ, Ρεμπό), αλλά και η Μπριζίτ Μπαρντό, η Μαρί Λαφορέ και η Πια Κολομπό.
Το 1963 επέστρεψε στην Ελλάδα και ηχογράφησε τον πρώτο του ελληνικό δίσκο με το τραγούδι «Μια αγάπη για το καλοκαίρι» σε στίχους του Γιώργου Παπαστεφάνου και ερμηνεύτρια την Καίτη Χωματά. Μ’ αυτό τον δίσκο τέθηκαν ουσιαστικά τα θεμέλια για εκείνο το είδος τραγουδιών που ονομάστηκε από τότε «Νέο Κύμα», κατά γαλλικό «Nouvelle Vague».
Στα επόμενα χρόνια υπήρξε ο σημαντικότερος συνθέτης αυτού του είδους, το οποίο έχει τις ρίζες του τόσο στο ελαφρό και το έντεχνο ελληνικό τραγούδι, όσο και στα γαλλικά ακούσματα του ίδιου. Πολύ γνωστά τραγούδια του αυτής της περιόδου είναι τα «Κι αν σ’ αγαπώ δεν σ’ ορίζω», «Μια φορά θυμάμαι», «Μιλάς», «Δέκα στρατιώτες κι ένας λοχαγός», «Το Χριστινάκι», «Άσπρα Καράβια», «Ο παλιός μας έρωτας». Τα τελευταία ανήκουν σε δύο ολοκληρωμένες δισκογραφικές του δουλειές (Α’ και Β’ Ανθολογία), βασισμένες σε μελοποιήσεις ποιημάτων ελλήνων ποιητών (Ρώτας, Παλαμάς, Σκίπης, Λαπαθιώτης, Βιζυηνός, Καρυωτάκης κ.ά.) που πραγματοποιήθηκαν το 1967 και 1968 αντίστοιχα.
Στη συνέχεια κυκλοφόρησε μία σειρά δίσκων με τραγούδια του, όπως «Μια Κυριακή» (1969), «Σαββατόβραδο» (1970), «Οδός Αριστοτέλους» (1974), «Γ’ Ανθολογία» (1975), «Η Μοσχολιού τραγουδά Σπανό» (1977), «Τραγούδια και μπαλάντες» (1977), «Στου καιρού τα ρέματα» (1981), «Φίλε» (1982), «Έξοδος κινδύνου» (1984), «Προσωπικά» (1988) και «Ο Δημήτρης Μητροπάνος τραγουδάει Γιάννη Σπανό» (1993). Τραγούδια του έχουν ερμηνεύσει η Αρλέτα, η Σούλα Μπιρμπίλη, ο Κώστας Καράλης, η Καίτη Χωματά, ο Γιάννης Πάριος, η Ελένη Δήμου, η Χάρις Αλεξίου, ο Μανώλης Μητσιάς, ο Δημήτρης Μητροπάνος, η Τάνια Τσανακλίδου κ.ά.
Έγραψε επίσης μουσική για το θέατρο, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Το 1971 βραβεύθηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης για τη μουσική του στην ταινία του Βασίλη Γεωργιάδη «Εκείνο το καλοκαίρι».
Ο Γιάννης Σπανός ξεκίνησε να γράφει μουσική για τον Ελληνικό Κινηματογράφο το 1966. Η πρώτη ταινία που συνεργάστηκε ήταν το «Όλοι οι άνδρες είναι ίδιοι» του Αλέκου Σακελλάριου. Σε αυτήν την ταινία η Άννα Φόνσου ερμήνευσε το διαχρονικό σουξέ «Θέλω τα ώπα μου», το οποίο κυκλοφόρησε σε δίσκο 45 στροφών από την Lyra. Στην ίδια ταινία η Καίτη Χωματά ερμήνευσε το «Στον ουρανό είν’ ένα αστέρι». Από την ίδια ταινία κυκλοφόρησε κι ένας ακόμη δίσκος 45 στροφών με δύο ορχηστρικά θέματα («Το Χασάπικο του Ναυτικού» & «Το Χασάπικο της Αεροπορίας»).
Την ίδια χρονιά έγραψε μουσική και για την ταινία του Γιώργου Λόη «Ο γυρισμός του στρατιώτη», όπου ερμήνευσαν τραγούδια του ο Μανώλης Καναρίδης («Πέτα καρδιά μου γίνε πουλί»), το Trio Fandasia και η Μαρίζα Κωχ. Ακολούθησαν οι ταινίες «Καλώς ήλθε το δολλάριο» του Αλέκου Σακελλάριου («Φρέρε Ζακ», «Έναν αητό αγάπησα», «Τη βραδιά μου απόψε») και «Το κορίτσι της οργής» του Ορέστη Λάσκου («Στη Φρεατίδα»).
Το 1969 ο Γιάννης Σπανός γράφει τη μουσική και τα τραγούδια της ταινίας του Κώστα Ασημακόπουλου «Το Νυφοπάζαρο». Εκτός από τους ηθοποιούς Βαγγέλη Βουλγαρίδη κι Ελένη Ανουσάκη, τραγούδησαν πολλοί γνωστοί τραγουδιστές της εποχής, όπως ο Μιχάλης Βιολάρης, η Πόπη Αστεριάδη, η Μαρίζα Κωχ, ο Γιώργος Γερολυμάτος, αλλά και ο μετέπειτα δημοφιλής συνθέτης Αλέξης Παπαδημητρίου. Το 1970 κυκλοφόρησε από την Zodiac ένα 45άρι δισκάκι με δύο τραγούδια της ταινίας, «Αη-Νικόλας» και «Μηνύματα», με τη φωνή του Μιχάλη Βιολάρη.
Μεγάλη στιγμή στην πορεία του Γιάννη Σπανού αποτελεί η μουσική και τα τραγούδια που έγραψε για την ταινία του γνωστού ηθοποιού Βασίλη Μαυρομάτη «Σκιές στην άμμο». Λίγοι θυμούνται την ταινία, αλλά όλοι λάτρεψαν τα τραγούδια: «Μια αγάπη για το καλοκαίρι» (Καίτη Χωματά), «Βάρκα χωρίς πανιά» (Μιχάλης Βιολάρης & Καίτη Χωματά), «Μαυρομαλλούσα κοπελιά» (Μιχάλης Βιολάρης & Καίτη Χωματά), «Πήρες λάθος μονοπάτι» (Αλέξης Γεωργίου), «Μπαλάντα της Καίτης» (Καίτη Χωματά), «Γιατί ναρθείς» (Καίτη Χωματά) κ.ά. Ο δίσκος κυκλοφόρησε από τη Lyra το 1969.
Το 1970 ο Γιάννης Σπανός συνεργάζεται για δεύτερη φορά με τον Κώστα Ασημακόπουλο, στην ταινία «Όμορφες μέρες». Το αποτέλεσμα ήταν μια σειρά από εξαίρετα τραγούδια («Μη μου μιλάς γι’ αγάπη», «Μη βάζεις μαράζι», «Θάλασσά μου χωρίς άκρη», «Ήρθα ξανά κοντά σου») κι ένας υπέροχος δίσκος που κυκλοφόρησε το 1991 από την Lyra. Την ίδια χρονιά έγραψε μουσική και για την ταινία του Στέλιου Τατασόπουλου «2 τρελλοί κι’ ο ατσίδας».
Η πιο γνωστή και χαρακτηριστική κινηματογραφική μουσική του Γιάννη Σπανού είναι αδιαμφισβήτητα για την ταινία του Βασίλη Γεωργιάδη «Εκείνο το καλοκαίρι», για την οποία ο Γιάννης Σπανός απέσπασε και βραβείο μουσικής στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 1971. Το «Σαν με κοιτάς» που ερμήνευσε ο Γιάννης Φέρτης με την Αφροδίτη Μάνου θεωρείται από τα πιο ερωτικά κομμάτια της ελληνικής δισκογραφίας. Ο δίσκος κυκλοφόρησε από την His Master’s Voice.
Ο ακούραστος Γιάννης Σπανός το 1972 θα γράψει μουσική για 6 ταινίες! Μία εξ αυτών ήταν και η ερωτική «Αναζήτησις» του Ερρίκου Ανδρέου. Οι δύο αδερφές Μαρία Δημητριάδη και Αφροδίτη Μάνου τραγούδησαν τα όμορφα τραγούδια της ταινίας («Σ’ αναζητώ», «Βήματα», «Κωλ Γκερλς»). Το soundtrack κυκλοφόρησε το 2002 από την Music Box International.
Μια από τις πιο σημαντικές συνεργασίες του Γιάννη Σπανού ήταν με τον Φίλιππο Φυλακτό στην ταινία «Παύλος Μελάς», όπου πρωταγωνιστούσε και πάλι ο Λάκης Κομνηνός. Η Δήμητρα Γαλάνη τραγουδούσε το «Σε κλαίει λαός» σε ποίηση Κωστή Παλαμά. Ο δίσκος κυκλοφόρησε από την His Master’s Voice σε βινύλιο το 1973 και σε CD το 2006.
Ο Γιάννης Σπανός συνεργάστηκε δύο φορές με τον γνωστό σκηνοθέτη και παραγωγό Κώστα Καραγιάννη, στις ταινίες «Ταγκό 2001» (τραγουδά ο Δάκης) και «Έγκλημα στο Καβούρι», στις οποίες πρωταγωνιστούσε ο Λάκης Κομνηνός.
Ο Γιάννης Σπανός το 1972 θα γράψει μουσική για τις ταινίες «Οι απάνθρωποι» & «Οι εκβιασταί» (τραγουδά η Σάσα Καστούρα) του Παύλου Φιλίππου και «Οργισμένη γενιά» (τραγουδούν η Δήμητρα Γαλάνη & το συγκρότημα Morka) του Μεμά Παπαδάτου.
Ο Δημήτρης Κολλάτος γύρισε το «Συμπόσιο», για να ερευνήσει τις διάφορες μορφές του έρωτα, περιγράφοντας έναν κύκλο καλλιτεχνών. Την αριστουργηματική μουσική υπέγραψε ο Γιάννης Σπανός και ο δίσκος που κυκλοφόρησε το 1972 από την Columbia θεωρείται σήμερα δυσεύρετος. Κυκλοφόρησε και σε CD το 1995 και το 2006.
Η τελευταία κινηματογραφική εμφάνιση (μαζί με τη «Λυσιστράτη») της Τζένης Καρέζη ήταν στη δραματική ταινία του Κώστα Καζάκου«Ερωτική συμφωνία». Ο Γιάννης Σπανός συνέθεσε ακόμη ένα αψεγάδιαστο soundtrack, που κυκλοφόρησε από την Music Box International το 1992 σε βινύλιο και το 2002 σε CD.
Ο Γιάννης Σπανός το 1977 έγραψε τα τραγούδια της ταινίας του Ερμή Βελόπουλου «Κλειστό παράθυρο» (η μουσική ήταν του Βαγγέλη Κατσούλη) και τη μουσική της ταινίας του Παύλου Φιλίππου «Μαύρη Αφροδίτη». Η τελευταία κινηματογραφική παρουσία του σημειώθηκε το 1993 στην ταινία του Δημήτρη Κολλάτου «Κόκκινο τριαντάφυλλο σου έκοψα».
Ο Γιάννης Σπανός πέθανε ξαφνικά στο σπίτι του στο Κιάτο ενώ κοιμόταν, στις 31 Οκτωβρίου 2019, σε ηλικία 85 ετών. Τις τελευταίες ημέρες ετοιμαζόταν για τις ζωντανές εμφανίσεις που θα πραγματοποιούσε στο «Γυάλινο Μουσικό Θέατρο» της Αθήνας μαζί με τον Μίμη Πλέσσα και τον Γιώργο Χατζηνάσιο.
Η αείμνηστη πρωταγωνίστρια Έλλη Λαμπέτη άλλαξε πολλά σπίτια στη ζωή της, αλλά αγάπησε πολύ το τελευταίο της σπίτι στην πλατεία Αγίου Γεωργίου στην Κυψέλη. Ένα ρετιρέ με θέα στην πλατεία και με μια μεγάλη βεράντα που η ίδια την είχε μετατρέψει σε κήπο. Πάντα αγαπούσε τη φύση, τα λουλούδια και το πράσινο. Εξάλλου είχε μεγαλώσει στα ειδυλλιακά Βίλια και είχε έντονες αναμνήσεις από τα πρώτα χρόνια στη ζωή της τρέχοντας στο βουνό και παίζοντας με τις αγαπημένες της αδελφές στον κήπο του σπιτιού τους.
Σε εκείνο το ρετιρέ στην Κυψέλη η Έλλη έζησε πολλά χρόνια, μέχρι και το τέλος της ζωής της. Καθημερινά ξυπνώντας το πρωί και πριν ξεκινήσει η μέρα της, με τις τόσες υποχρεώσεις που είχε με το θέατρο, έπαιρνε το ποτιστήρι και πότιζε τα αγαπημένα της λουλούδια. Κάτι που το έκανε πάντα με ευχαρίστηση και αγάπη. Πρώτα λοιπόν το πότισμα και μετά όλα τα άλλα.
Η Έλλη επίσης όταν ερωτευόταν γινόταν μια απλή καθημερινή γυναίκα, που της άρεσε πολύ να περιποιείται τον άντρα της, να του μαγειρεύει και να του φτιάχνει τον καφέ του. Για τον Δημήτρη Χορν λοιπόν την περίοδο του φλογερού έρωτά τους και της συγκατοίκησής τους σε ένα υπερπολυτελές διαμέρισμα στο Κολωνάκι η καλύτερη ώρα της ημέρας ήταν το πρωί, όταν η Έλλη τού έψηνε τον ελληνικό του και του τον σέρβιρε. Απλές, όμορφες και καθημερινές στιγμές που ζούσαν ακόμη και οι πιο διάσημοι ηθοποιοί της εποχής.
Η ταινία, "Δύο αγάπες δυο κόσμοι" προβλήθηκε τη σαιζόν 1957-1958 και έκοψε 12.404 εισιτήρια. Ήρθε στην 21η θέση σε 31 ταινίες.Περίληψη της ταινίας, "Δύο...
Η ταινία, "Ο Λαμπρούκος μπαλλαντέρ" προβλήθηκε τη σαιζόν 1980-1981 και έκοψε 85.098 εισιτήρια. Ήρθε στην 16η θέση σε 25 ταινίες.-Η ταινία κυκλοφόρησε σε με...