Η ταινία, “Γοργόνες και μάγκες” προβλήθηκε τη σαιζόν 1968-1969 και έκοψε 414.724 εισιτήρια. Ήρθε στην 9η θέση σε 108 ταινίες.
-Η ταινία αποτελεί το τελευταίο καθαρόαιμο μιούζικαλ του Γιάννη Δαλιανίδη, στην οποία ακούγονται τα περίφημα τραγούδια “Άνοιξε Πέτρα” από την υπέροχη Μαρινέλλα, “Θα πιω απόψε το Φεγγάρι” και “Καμαρούλα μια σταλιά” από τον Γιάννη Πουλόπουλο, που γίνονται μεγάλες επιτυχίες και παραμένουν διαχρονικά.
Ιδιαίτερα το “Άνοιξε πέτρα” έκανε τόσο μεγάλη επιτυχία, που έγινε η αφορμή να αλλάξει τίτλο η ταινία στη δεύτερη προβολή της και να ονομαστεί Η πέτρα.
-Ο Δάκης τραγουδά το “Τόσα Καλοκαίρια”
-Τα γυρίσματα της ταινίας πραγματοποιήθηκαν στο νησί της Ύδρας.
-Σε αυτή την ταινία τραγουδά για πρώτη φορά η Μάρθα Καραγιάννη.
Περίληψη της ταινίας, “Γοργόνες και μάγκες”
Ένας μανιώδης ραλίστας και γιος εργολάβου οικοδομών, ο Πέτρος, ο οποίος αδιαφορεί για τη δουλειά του πατέρα του, μαθαίνει ότι σε κάποιο νησί πρόκειται να γίνουν μεγάλα τουριστικά έργα, κι αποφασίζει να δραστηριοποιηθεί.
Προτείνει στον πατέρα του να αγοράσουν εκεί οικόπεδα, αλλά το μυστικό μαθαίνει και η Φλώρα που είναι ιδιοκτήτρια διαφόρων κλαμπ. Καταφτάνει, λοιπόν, στο νησί πριν απ’ τον Πέτρο. Ο ανταγωνισμός τους προξενεί αναστάτωση στη ζωή των κατοίκων του νησιού.
Η Μαρίνα, η κόρη του ταβερνιάρη, ερωτεύεται τον Πέτρο, ενώ η όμορφη Φλώρα καταγοητεύει τους άνδρες του νησιού και ιδιαίτερα τον Νικόλα, προκαλώντας τη ζήλια της μνηστής του. Εκείνη με τη σειρά της ξελογιάζεται από τον Ιάσονα, γιο της αρχόντισσας του νησιού, η οποία ανησυχεί με τα τεκταινόμενα, τελικά όμως όλα πάνε κατ’ ευχήν και κατ’ επιθυμίαν.
Κριτική της ταινίας
Ο κριτικός κινηματογράφου Σταύρος Γανωτής έδωσε στην ταινία 2.5/5 από τα αστέρια του σε μια κριτική που δημοσιεύθηκε στις 12 Μαΐου 2012 αναφέροντας μεταξύ άλλων πως:
Το γεμάτο, “Γοργόνες και μάγκες” ερμηνευτικό επιτελείο μπορεί να κριθεί αναντικατάστατο, με καλύτερους τον Χρόνη Εξαρχάκο και τη Μάρθα Καραγιάννη. Υπέρ του δέοντος καλές οι μιούζικαλ προσθήκες, με διαχρονικότερη αυτή της Μαρινέλλας, χωρίς και κάποια άλλα να έχουν χαθεί από τη μνήμη… Βέβαια, μια ταινία του Δαλιανίδη δεν ξεφεύγει ποτέ από αυτό που θα ονομάζαμε «χαλαρή διασκέδαση», αλλά στην προκειμένη έχουμε ένα από τα υποδείγματα του είδους.