29.3 C
Athens
Παρασκευή, 11 Οκτωβρίου, 2024

Μίμης Πλέσσας: Τα άγνωστα περιστατικά της ζωής του

Ο Μίμης Πλέσσας, ο μουσικοσυνθέτης με τις...

Ορέστης Μακρής: Μία κατηγορά ηθοποιού από μόνος του

Και οι δυνατοί λυγίζουν…Όχι, δεν είναι τίτλος...

Μάρω Κοντού: Η παντοτινή νέα του Ελληνικού κινηματογράφου

Η Μάρω Κοντού είναι μία αξία αναλλοίωτη...
Blog

Μίμης Πλέσσας: Τα άγνωστα περιστατικά της ζωής του

Μίμης Πλέσσας

Ο Μίμης Πλέσσας, ο μουσικοσυνθέτης με τις αμέτρητες επιτυχίες που έδεσε το λαϊκό αίσθημα με βαθιά μουσική γνώση και μεγάλη φινέτσα και πέθανε σε ηλικία 99 ετών, είχε μιλήσει για την ζωή του το 2020.

Στην στήλη “Οι Αθηναίοι” της Lifo ο Μίμης Πλέσσας είχε αναφερθεί σε άγνωστα περιστατικά της ζωής του και της καριέρας του.

Ακολουθεί το κείμενο του:

Γεννήθηκα στην οδό Ηρακλείου 14, πίσω από το Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας. Ζούσαμε σε ένα αρχοντικό, χτισμένο σε μια μικροαστική συνοικία της πόλης, στην οποία ήταν ανεπτυγμένο το αίσθημα της γειτονιάς, του παιχνιδιού και της παρέας.

Μεγάλωσα σ’ ένα περιβάλλον που είχε κακουχίες, στερήσεις, δυσκολίες, μεγάλη φτώχεια και αξεπέραστα βιώματα. Την περίοδο της Κατοχής ήμουν έφηβος. Παρότι είναι δύσκολο να ξεχωρίσω τις μνήμες μου απ’ τις αληθινές θύμησες, απ’ τα παιδικά μου χρόνια ανακαλώ πολύ έντονα το ποδήλατο.

Το παιδικό μου όνειρο ήταν η αγορά ενός ποδηλάτου. Όταν, τελικά, συνέβη αυτό, έπαιρνα την αδερφή μου, τη Λουκία, και πηγαίναμε βόλτες στον απέναντι κήπο. Άλλες εποχές. Λιγότερο ευτυχισμένες, αλλά περισσότερο αθώες.

  • Ο παππούς μου, ο σιορ-Μίμης, είχε καταγωγή από τη Ζάκυνθο και με τη γιαγιά μου απέκτησαν δώδεκα παιδιά. Ο πατέρας μου, Αντώνης, ήταν ο πρωτότοκος, ο οποίος αργότερα παντρεύτηκε τη μητέρα μου, Ελένη, με καταγωγή από την Κωνσταντινούπολη. Η οικογένειά μου ήταν πιλοποιοί, δηλαδή κατασκεύαζαν κατά κύριο λόγο καπέλα για άνδρες. Την περίοδο του πολέμου το εργοστάσιο κατασχέθηκε, έγινε στάβλος από τους Ιταλούς αλλά και πεδίο μάχης έπειτα, κατά τη διάρκεια του αιματηρού Εμφυλίου.
plessas 6
  • Ανεπούλωτη και βαθιά πληγή παραμένει ακόμη ο θάνατος της μητέρας μου σε ηλικία 39 ετών. Χάνεις τη γη κάτω απ’ τα πόδια σου. Αισθάνεσαι μετέωρος. Κλονίζεται η πίστη σου. Μια δυσαναπλήρωτη απώλεια. Εκείνη την ανεξίτηλη ημέρα μελετούσα αναλυτική χημεία και πήγα στην κουζίνα.

Τη θυμάμαι να είναι με τα χέρια της γεμάτα αλεύρι, φτιάχνοντας κουλουράκια: προσπάθησε να ψελλίσει το όνομά μου και τότε σωριάστηκε στο πάτωμα. Ο γιατρός έφτασε λίγη ώρα αργότερα, αλλά η μητέρα μου ήταν νεκρή από εγκεφαλικό, το οποίο είχε προκληθεί από υπέρταση. Ήμουν μόλις 19 ετών. Ευτυχώς, όταν γεννήθηκε η κόρη μου, η Ελεάνα, αισθάνθηκα ότι η μητέρα μου ξαναγεννήθηκε. Της μοιάζει αφάνταστα.

Όλα αυτά τα χρόνια παρέμεινα ένας συνθέτης που δεν εντάχθηκε ποτέ σε κανένα κύκλωμα δισκογραφίας. Δεν έκανα συμβόλαιο με καμία εταιρεία, δεν είχα κανένα κόμμα να με υποστηρίξει, αλλά και καμία εκδοτική παρέα για να γράφει αποθεωτικές κριτικές για το έργο μου. Ευτυχώς, δεν βρέθηκαν τέτοια δεκανίκια στον δρόμο μου. Δεν με γοήτευσαν ποτέ οι «αυλές».

  • Ήμουν παιδάκι όταν ανακοίνωσα στη μητέρα μου, την ωραιότερη γυναίκα που γνώρισα ποτέ, ότι ήθελα κάποτε να σπουδάσω μουσική. Στο άκουσμα της φράσης μου τα όμορφα μαύρα μάτια της σκούρυναν, άνοιξαν διάπλατα και χωρίς να το σκεφτεί, αυθόρμητα μου είπε: «Παιδί μου, ευχή και κατάρα των γονιών σου, μη γίνεις μουζικάντης».

Όμως, δειλά-δειλά είχα ξεκινήσει να παίζω πιάνο σε ηλικία έξι ετών, σκαλίζοντας προσεκτικά το πιάνο της γιαγιάς μου. Ωστόσο, δεν σπούδασα μουσική, δεν πήγα ποτέ σε ωδείο, είμαι αυτοδίδακτος. Κατάφερα, όμως, να διευθύνω τις μεγαλύτερες ορχήστρες του κόσμου και να συνεργαστώ με τους μεγαλύτερους σολίστ του πλανήτη.

  • Όταν τελείωσε η Κατοχή και το εργοστάσιο είχε καταστραφεί πια, ζούσαμε από τα έσοδα ενός μαγαζιού με καπέλα στην οδό Μητροπόλεως. Για να συντηρώ την οικογένειά μου έπαιζα σε αμερικανικές λέσχες και σε εγγλέζικες καντίνες. Όταν ήμουν φοιτητής στο Χημικό, άκουσα ότι ένας θαυμάσιος πιανίστας είχε φύγει για τη Νότια Αμερική και η ορχήστρα του Βαγγέλη Ευαγγελίου έψαχνε αντικαταστάτη.

Είχα μάθει όλο το ρεπερτόριο ως αυτοδίδακτος κι έτσι βρέθηκα να είμαι μέρος μιας σπουδαίας ορχήστρας, ενώ παράλληλα διάβαζα ώρες ατελείωτες για να πάρω το πτυχίο μου από το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Φοίτησα στο Λεόντειο Λύκειο, σπούδασα στη Φυσικομαθηματική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και πήρα το διδακτορικό μου στη Χημεία από το Πανεπιστήμιο Κορνέλ στις ΗΠΑ.

plessas 3
  • Στην Αμερική πήγα το 1950, ως ειδικός στην αγορά μηχανημάτων κλωστοϋφαντουργίας της οικογενειακής μας εταιρείας. Εκεί ήταν που η τύχη με βοήθησε ώστε να συνδεθώ με τον μεγάλο σαξοφωνίστα Lester Young, ο οποίος περιόδευε με το κουαρτέτο του. Ένα βράδυ, λοιπόν, έλειπε ο πιανίστας του.

Κάποιος που με ήξερε από τις εκπομπές μου στο KDAL με σύστησε ως «jazz pianist from Greece», δηλαδή ως έναν Έλληνα τζαζίστα. Αρχίσαμε να παίζουμε και σταδιακά ένιωσα την αρχική τους επιφύλαξη να σβήνεται. Με κυρίευαν συναισθήματα ευφορίας, που με έκαναν να δέχομαι τους αυτοσχεδιασμούς τους και να απαντάω, προσθέτοντας στη μουσική μας κουβέντα κάτι ενδιαφέρον. Κάποια στιγμή κάναμε ένα σύντομο διάλειμμα για να πιούμε ένα ποτό που μας κέρασε ο καταστηματάρχης και γυρίσαμε ξανά στα όργανά μας.

Βιαζόμασταν να ξαναπαίξουμε. Ανεκτίμητες στιγμές. Θυμάμαι, σαν να ‘ναι τώρα, τον Lester Young να ξεκινάει το «Yesterdays» του Jerome Kern. Έριξα μια κλεφτή ματιά στο ρολόι. Ήταν μία και είκοσι και είχα να ξυπνήσω στις επτά και μισή για το πανεπιστήμιο. Σύντομα ξεχάστηκα, παρασυρμένος από τη σοβαρότητα των μουσικών διαλόγων, που, όσο πέρναγε η ώρα, γίνονταν όλο και πιο περιεκτικοί.

Όταν τελειώσαμε, ήμασταν ευτυχισμένοι και αισθανόμασταν γεμάτοι από μουσική. Ο Lester με πλησίασε και γελώντας μου είπε: «Έι, Dee (από το Dimitri), έχεις πρόβλημα με το χρώμα του δέρματός σου, να το κοιτάξεις». Με τον τρόπο του είχε φροντίσει να εξισώσει τη μουσική μου ευαισθησία με τη νέγρικη μοναδικότητα.

  • Το πρώτο μου βραβείο το πήρα στο Φεστιβάλ Ελληνικού Τραγουδιού για το «Αστέρι αστεράκι» σε στίχους του Κώστα Πρετεντέρη, με ερμηνεύτρια τη Νάνα Μούσχουρη. Νεαρός πιανίστας ακόμα, τιμήθηκα με το πρώτο βραβείο μουσικής του Πανεπιστημίου της Mινεσότα το 1951 και την επόμενη χρονιά αναδείχθηκα πέμπτος κατά σειρά πιανίστας στις ΗΠΑ. Ακολούθησαν κι άλλες σημαντικές διακρίσεις, π.χ. στο Διεθνές Φεστιβάλ Τραγουδιού του Σόποτ της Πολωνίας αλλά και το βραβείο ενορχήστρωσης στο Jazz Clinic Festival στην Ουάσινγκτον το 1966.

Φυσικά, η απονομή του Χρυσού Σταυρού του Τάγματος του Φοίνικα από τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κωστή Στεφανόπουλο, αλλά και η βράβευσή μου από την Ακαδημία Αθηνών, με προεδρεύοντα τον φίλο μου Δημήτρη Νανόπουλο. Ωστόσο, μία από τις ιδιαίτερες στιγμές για μένα ήταν όταν αναδείχθηκα επίτιμος διδάκτωρ Χημείας στο Πανεπιστήμιο Πατρών τον Απρίλιο του 2010.

Η χημεία είναι η κορυφαία των επιστημών. Αλλά και η μουσική μια χημεία από νότες είναι, που μεταδίδουν συναισθήματα. Λατρεύω εξίσου τη χημεία και τη μουσική.

plessas 5
  • Τις ελληνικές ταινίες δεν τις είχα δει ποτέ στο παρελθόν και το έκανα κατά τη διάρκεια της καραντίνας. Θυμόμουν ακόμη κάθε λεπτομέρεια από τα χρόνια της συνεργασίας με τη Φίνος Φιλμ, τις ατελείωτες ώρες στο μοντάζ, τις ηχογραφήσεις, τους τραγουδιστές και τις χορωδίες.

Στην αρχή ο Φίνος δεν με ήθελε, γιατί δεν είχα γράψει ούτε ένα τραγούδι. Ο Δαλιανίδης ήταν εκείνος που επέμεινε να γράψω τη μουσική για τις ταινίες: Νόμος 4000, Ίλιγγος, Στεφανία, Στον αστερισμό της Παρθένου κ.λπ.

  • Συνεργάστηκα με πολλούς σημαντικούς καλλιτέχνες που άφησαν ανεξίτηλη σφραγίδα στον χώρο της μουσικής, με τους οποίους αποκτήσαμε φιλικές σχέσεις. Πάντα ξεχωρίζω τον Γιώργο Ζαμπέτα για την ευαισθησία του και τη ζεστή πενιά του. Όπως και τον Μίκη Θεοδωράκη, με τον οποίο πολλές φορές βρισκόμαστε και καθόμαστε στο πιάνο, παίζοντας ώρες ατελείωτες.

Έχουμε περάσει μαζί αξέχαστα απογεύματα με γέλια, πειράγματα και συγκινήσεις. Ο Μίκης «κατέβασε» κατά κάποιον τρόπο την ποίηση στο πεζοδρόμιο. Με τον Μάνο Χατζιδάκι συνεργαστήκαμε στο Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας, όταν ξεκίνησα μια εκπομπή με τίτλο «Ας μιλήσουμε για μουσική».

  • Ο «Δρόμος» είναι ο εμπορικότερος δίσκος όλων των εποχών. Με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο ήμασταν αχτύπητο δίδυμο και σεβόμαστε ο ένας τη δουλειά του άλλου. Μια βραδιά που ήμασταν στο σπίτι του Λευτέρη, είχε σκόρπια κάποια χαρτιά πάνω στο γραφείο του. Εκείνος δεν πίστευε ότι θα μπορούσαν να αποτελέσουν καλό υλικό για τραγούδια.

Σ’ αυτά υπήρχαν μνήμες από τα εφηβικά του χρόνια και την Κατοχή. Επίσης, δεν είχαν ρεφρέν, με εξαίρεση το «Ξημερώνει Κυριακή». Δύο μέρες μετά τα τραγούδια αυτά παρουσιάστηκαν στον Αλέκο Πατσιφά και στη δισκογραφική LYRA, κι έτσι γεννήθηκε ο «Δρόμος». Ο Γιάννης Πουλόπουλος, η Ρένα Κουμιώτη και η Πόπη Αστεριάδη συμμετείχαν με τις φωνές τους σε έναν δίσκο που ηχογραφήθηκε σε περίπου δέκα ώρες.

  • Πάντα ήθελα να βρίσκω νέες φωνές και ταλέντα που ξεχώριζαν για τις ερμηνευτικές τους ικανότητες και να περιστοιχίζομαι από νέους ανθρώπους. Η Τζένη Βάνου ήταν για μένα η κορυφαία ερμηνεύτρια. Το «αηδόνι» του ελληνικού πενταγράμμου. Μια σπουδαία φωνή. Η συγκλονιστικότερη τραγουδίστρια που έχει περάσει από τη ζωή μου.

Ο Γιάννης Πουλόπουλος ήταν δικό μου δημιούργημα, όπως και πολλοί άλλοι, εξαιρετικοί τραγουδιστές. Με τον αγαπημένο Γιάννη είχαμε εμφανιστεί και στο Carnegie Hall το 1966, στο Jazz Clinic Festival. Ξεχωρίζω, επίσης, τη Ζωή Κουρούκλη και τον Τόλη Βοσκόπουλο, με τον οποίο διατηρούμε έναν αμοιβαίο σεβασμό και μια ειλικρινή φιλία.

  • Ένας άλλος σημαντικός άνθρωπος της ζωής μου είναι η Ειρήνη Παππά, η οποία ήταν αυτή που έπεισε τη γυναίκα μου να με παντρευτεί. Πάντα ήθελε να μας παντρέψει. Ακόμη κι όταν έμαθε ότι παντρευτήκαμε κρυφά, έλεγε διαρκώς «ναι, αλλά η κουμπάρα είμαι εγώ». Τελικά, γίναμε συγγενείς όταν βάφτισε την κόρη μας, μαζί με τον Στέφανο Κορκολή και την αδελφή της γυναίκας μου Ναλίτα.

Δεν μπορώ να μην αναφέρω και τη Νάνα Μούσχουρη, η οποία είχε έρθει πέρσι στο σπίτι και αισθανθήκαμε σαν να μην έχει περάσει ούτε μια μέρα από την πρώτη φορά που συναντηθήκαμε. Η Νάνα κάποτε είχε πει ότι μπορεί να οφείλει στον Χατζιδάκι μεγάλο μέρος της δισκογραφίας της, στον Πλέσσα όμως χρωστά τον τρόπο που στάθηκε στις διεθνείς μουσικές σκηνές.

plessas
  • Η μουσική είναι συνώνυμο της ζωής μου. Είναι η αρχή, η μέση και το τέλος. Κάθε πρωί ακούω συνήθως Τρίτο Πρόγραμμα και βυθίζομαι στις σκέψεις μου. Επίσης, τέσσερις ημέρες την εβδομάδα, από τις 11 το πρωί δουλεύω διαρκώς με τον εξαιρετικό μουσικό Αλέξανδρο Αυλητή. Χωρίς σκληρή δουλειά, δεν μπορείς να επιτύχεις τίποτα.

Γι’ αυτό μου αρέσει καθημερινά να διασκευάζω είτε παλιά μου κομμάτια σε τζαζ είτε να γράφω νέες συνθέσεις, τις οποίες πολλές φορές στέλνω στην κόρη μου, η οποία τα ανεβάζει στο YouTube. Είναι αυτή που διαχειρίζεται το επίσημο κανάλι μου στο YouTube. Έχω σκοπό να δημιουργώ μέχρι να πεθάνω. Γι’ αυτό, το μόνο που μου λείπει σήμερα είναι οι συναυλίες, τις οποίες θεωρώ την ψυχή ενός καλλιτέχνη.

  • Όλα αυτά τα χρόνια παρέμεινα ένας συνθέτης που δεν εντάχθηκε ποτέ σε κανένα κύκλωμα δισκογραφίας, δεν έκανε συμβόλαιο με καμία εταιρεία, δεν είχε κανένα κόμμα να με υποστηρίξει αλλά και καμία εκδοτική παρέα για να γράφει αποθεωτικές κριτικές για το έργο μου. Ευτυχώς, δεν βρέθηκαν τέτοια δεκανίκια στον δρόμο μου. Δεν με γοήτευαν ποτέ οι «αυλές». Προφανώς, υπήρχαν άνθρωποι που μου γύρισαν την πλάτη και με πρόδωσαν.

Ίσως κι εγώ με τη σειρά μου να πλήγωσα κάποιους. Αλλά χαίρομαι κυρίως επειδή μπόρεσα, διάφορες εικόνες, στιγμές και βιώματα της ζωής μου, να τα μετατρέψω σε νότες και μελωδίες που συμβάδισαν μουσικά με πολλούς στίχους, δημιουργώντας αξεπέραστα τραγούδια και επιτυχίες.

  • Έκανα τρεις γάμους και έχω δύο παιδιά, τον Αντώνη και την Ελεάνα. Με τη γυναίκα μου Λουκίλα είμαστε παντρεμένοι εδώ και 28 χρόνια, αν και συνδεόμαστε από πιο παλιά. Το μυστικό για ένα ζευγάρι είναι ο σεβασμός στα θέλω του άλλου. Έτσι επιτυγχάνονται η αρμονία και η αλληλοσυμπλήρωση. Θεωρώ ότι μια σχέση ξεκινά με ενθουσιασμό, ακολουθεί η ερωτική έλξη που οδηγεί στον έρωτα και ύστερα συναντάς την αγάπη και την τρυφερότητα, που δίνουν τη θέση τους στη στοργή.

Κάποτε, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, προσπάθησα να συμπυκνώσω τη ζωή μου σε λίγες λέξεις. Εκεί, μεταξύ άλλων, έγραφα κάτι που αφιέρωσα στη γυναίκα μου: «Πράγματα καθημερινά γλυκάνανε τη νιότη. Θυμάμαι που βαφτίσαμε την κόρη μας την πρώτη. Και μες στο καταστάλαγμα της πρώτης μας ορμής. Γεννήθηκαν οι πιο όμορφες οι σχέσεις της στοργής. Κι όπως ετοιμαζόμουνα να ζήσω με αναμνήσεις, μου ‘παν, στα χρόνια που έρχονται, θα ‘χεις πολλά να ζήσεις».

plessas 1
  • Τα δυο αγαπημένα μου τραγούδια είναι το «Ποιος το ξέρει» και το «Έπεσε βαθιά σιωπή». Αν και στο παρελθόν έχω γνωρίσει πολλές δυσκολίες και αδικίες, τώρα, πατώντας τα ενενήντα έξι μου χρόνια, πιστεύω ότι η μεγαλύτερη δυσκολία της ζωής μου θα είναι τα ενενήντα επτά. Δεν έχω μετανιώσει για τίποτα στη διάρκεια της διαδρομής μου.

Ακόμη και για το γεγονός ότι επέλεξα να γυρίσω στην Ελλάδα και όχι να μείνω στην Αμερική, όπου τα χρήματα ήταν πολύ περισσότερα. Η ζωή μου είναι γεμάτη από χαρές, στενοχώριες, επιτυχίες αλλά και λύπες. Και θα χρειαζόμουν μια δεύτερη ζωή για να καταφέρω να πετύχω όσα ακόμη ήθελα.

  • Δεν με τρομάζει ο θάνατος, διότι έχω συμφιλιωθεί απόλυτα μαζί του. Ως χαρακτήρας, πάντοτε έλεγα την αλήθεια. Δεν έχω πει ποτέ και σε κανέναν ψέματα. Για την ακρίβεια, δεν ξέρω πώς είναι να υποκρίνεσαι. Μάλιστα, λατρεύω την αλήθεια επειδή είναι γυμνή και η πορεία ενός ανθρώπου είναι σαφώς αποτέλεσμα μόνο της αλήθειας του και των πεποιθήσεών του. Γι’ αυτό και η ζωή με έχει διδάξει να μην εκτίθεμαι σε ανθρώπους στους οποίους δεν έχω εμπιστοσύνη.
Advertisement

Ορέστης Μακρής: Μία κατηγορά ηθοποιού από μόνος του

Ορέστης Μακρής

Και οι δυνατοί λυγίζουν…
Όχι, δεν είναι τίτλος κάποιας Ελληνικής μελό ταινίας. Είναι η συναισθηματική αντίδραση ακόμα και του πιο σκληρού ανθρώπου όταν βλέπει τη σκηνή του Ορέστη Μακρή και της μικρής Μαρίας Καλαμιώτου στη ταινία, “Η κάλπικη λίρα“.

Το δάκρυ θα τρέξει, όσο και αν προσπαθήσεις να το κρύψεις. Ο σκληρός τσιγκούνης που μετράει ακόμα και το ένα λεπτό, συγκινείται και παραδίδεται μπροστά στο δράμα της μικρής οκτάχρονης. Αποδεικνύοντας ότι οι πλούσιοι, όπως ο Σκρουτζ Μακ Ντακ, κατα βάθος κρύβουν μία χρυσή καρδιά.

Ο Ορέστης Μακρής, αυτός ο ηθοποιός μεγατόνων, ο οποίος αν βρισκόταν στο εξωτερικό σίγουρα θα είχε κερδίσει υποψηφιότητα για Όσκαρ.
Μεγάλη υποκριτική μορφή της μεταπολεμικής Ελλάδας ο Μακρής διέπρεψε ιδιαίτερα στους ρόλους του στρυφνού, του περίεργου, ο οποίος στις δύσκολες στιγμές θα βγάλει την κρυμμένη του ευαισθησία.

Ένας τενόρος οπερέτας που έμεινε στη μνήμη των Ελλήνων για την άρτια ερμηνεία του ως “μεθύστακας”, μίας ταινίας που αποτέλεσε σταθμό στον Ελληνικό κινηματογράφο.

Ένας μεθυσμένος χτυπημένος από τη μοίρα, θυμίζοντας τους άβολους μοιραίους του Κώστα Βάρναλη οι οποίοι έχουν αφεθεί στη μοίρα.
Ένας πόνος που κοιτάζει τον πάτο του ποτηριού, στον οποίο παίρνουν μορφή όλα τα δράματα της ζωής που ο ίδιος προσπαθεί να ξεχάσει.

Τυποποιήθηκε στη μνήμη του κοινού σε ρόλους αυστηρού και συντηρητικού πατέρα, ο οποίος βλέπει τον κόσμο να γυρίζει ανάποδα όταν η προοδευτική σε ιδέες Γεωργία Βασιλειάδου αναλαμβάνει να παντρέψει όλες τις κόρες του στο έργο, “Η θεία από το Σικάγο.

makris 1

Στην “Κυρά μας η μαμή”, είναι ξανά ο αυστηρός ιατρός ο οποίος μάχεται τις αντιεπιστημονικές πρακτικές μίας μαμής, η οποία επιμένει σε φυλακτά, ξεματιάσματα και λαϊκές προλήψεις.

Για ακόμα μία φορά αντίπαλος με την αιώνια άσχημη, Γεωργία Βασιλειάδου σε μία αναπαράσταση της διαχρονικής κόντρας ανάμεσα στην πραγματική Επιστήμη και τις ψευδοεπιστήμες οι οποίες πάντοτε προσπαθούν να εκμεταλλευτούν την ευκολοπιστία και την αδυναμία των ανθρώπων.

Ο Ορέστης Μακρής έκανε και αμιγώς κωμικούς ρόλους, αποδεικνύοντας ότι μπορεί να προσφέρει στο κοινό ένα χιουμοριστικό και ανάλαφρο θέαμα.

makris 2

Όλοι γελάσαμε με τον γυμναστή, Γκίκα στη ταινία, “Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο” ο οποίος τελικά γίνεται το θύμα της φάρσας που είχαν σκαρώσει οι άτακτες μαθήτριες στον καθηγητή Φλωρά.

Ο Ορέστης Μακρής ήταν ένας ηθοποιός από τους λίγους, διαμάντι που δε έχασε ποτέ την αξία του. Αν υπήρχε δυνατότητα να ακολουθήσει καριέρα στο εξωτερικό, θα είχε λάβει σίγουρα Όσκαρ…

Το άρθρο επιμελήθηκε η Μαρία Σκαμπαρδώνη.

Advertisement

Μάρω Κοντού: Η παντοτινή νέα του Ελληνικού κινηματογράφου

Μάρω Κοντού

Η Μάρω Κοντού είναι μία αξία αναλλοίωτη στο χρόνο. Αυτή και η Σοφία Λόρεν πάτησαν και επίσημα τα 90. Και οι δύο παραμένουν αιώνιες Θεές, συμφιλιωμένες με το πέρασμα του χρόνου και αειθαλείς υπάρξεις που γέμισαν την οθόνη.

Η Μάρω ήταν πάντοτε στην κρίση μου, μία γυναίκα που δεν ακολούθησε κανέναν κανόνα. Αλλά δημιούργησε τους δικούς της, έπαιξε με τα δικά της χαρτιά στην τράπουλα της ζωής. Και κατάφερε να κερδίσει πολλά…

Και μόνο το γεγονός ότι συμμετείχε στην κορυφαία ηθογραφική ταινία του Ελληνικού κινηματογράφου, “Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα“, είναι αρκετό για να την τοποθετήσει στις μεγάλες γυναίκες ηθοποιούς της Ελληνικής οθόνης.

kontou 1

Η Μάρω Κοντού στην ταινία αυτή κέντησε, υποδυόμενη μία γυναίκα που καλείται να επιζήσει σε μία κλειστή κοινωνία όπου ο κοινωνικός θεσμός του γάμου ήταν ο μοναδικός τρόπος διάσωσης της τσαλαπατημένης της αξιοπρέπειας. Μέσα σε μία πατριαρχική κοινωνία, όπου η γυναίκα βίωνε εξουσιαστική σχέση με τον άνδρα, η ίδια από αδύναμη γυναίκα καταλήγει σε δυναμική και αυτόνομη ύπαρξη.

Η ίδια πρωταγωνίστησε με όλους τους λαμπρούς πρωταγωνιστές. Χόρεψε έναν τολμηρό, αισθησιακό χορό στο πλευρό του Αλέκου Αλεξανδράκη στη ταινία, “Μια Ιταλίδα από την Κυψέλη” έγειρε ως ερωτευμένη νεαρή στον γόη Δημήτρη Χορν τραγουδώντας μαζί, “Πες μου μια λέξη”.

kontou

Στη συνείδηση των Ελλήνων έμεινε περισσότερο για τον αιώνιο ρόλο της ως παρτενέρ στο πλευρό του Λάμπρου Κωνσταντάρα. Αν και ποτέ δεν υπήρξαν ζευγάρι στη ζωή και η ίδια παραδέχτηκε ότι ήταν διαφορετικοί χαρακτήρες, η χημεία τους στη σκηνή υπήρξε εκρηκτική.

Αν κάτι αγαπώ στη Μάρω είναι η φρεσκάδα των απόψεών της, η αγέραστη αγάπη της για τη ζωή, το θάρρος να ζει ελεύθερα.

Ο χρόνος την ακουμπά, αλλά έχει βρει έναν τρόπο το άγγιγμα να είναι απαλό: τον αποδέχεται μεν, αλλά δεν του έχει επιτρέψει να της στερήσει τη νεανική προσέγγιση των πραγμάτων, τον πόθο της ζωής, της ενεργούς συμμετοχής.

Μία απτή απόδειξη ότι η νιότη είναι περισσότερη μία συνειδητή επιλογή: να μένεις με φρέσκια αντίληψη, σπιρτάδα και διαρκή αγάπη ρουφήγματος ζωής, όσο και αν ο Πανδαμάτωρ χρόνος αφήνει τα σημάδια του επάνω σου.

Το άρθρο επιμελήθηκε η Μαρία Σκαμπαρδώνη.

Advertisement

Ρένα Βλαχοπούλου: Αυτός έχει λυσσάξει να με κοιτάζει. Για φέρε το μέικ απ

Ρένα Βλαχοπούλου

Γυρίζω στην πλαζ της Αγίας Τριάδας, στη Θεσσαλονίκη, μια σκηνή της ταινίας, “Κάτι να καίει“.
Ανάμεσα στον κόσμο που μαζεύτηκε και παρακολουθούσε το γύρισμα, είναι κι ένας ωραίος νεαρός κύριος, που μοιάζει να είναι κάτι παραπάνω από θαυμαστής της Ρένας.

Η οποία Ρένα ασχολείται μ’ ένα εργόχειρο για να περνά η ώρα μέχρι να έρθει η σειρά της για το γύρισμα. Δίπλα της μια φίλη της.

Η Ρένα γυρίζει και τη ρωτάει:
-Τί κοιτάζει αυτός;
-Σε γνώρισε φαίνεται.
-Καλέ τί με γνώρισε… Αυτός έχει λυσσάξει να κοιτάζει. Δε βγάζει τα μάτια του από πάνω μου.

vlaxopoulou dalianidis 2

-Θα του αρέσεις.
-Λες μωρή; Για φέρε το μέικ απ.
-Θα βάλεις κι άλλο;
-Μην τον χάσουμε τον κούκλο, κυρά μου!

Εκείνη τη στιγμή, καταφτάνω και της λέω:
-Άντε Ρένα, είμαστε έτοιμοι.

Γυρίζει και μου λέει με τρόπο:
-Δε γυρίζεις, ψυχή μου, κάτι άλλο, υπάρχει λόγος.
-Τί λόγος Ρένα;
-Σοβαρός.
-Τί σοβαρός δηλαδή;
-Κοίτα απέναντι και θα καταλάβεις.

Γυρίζω και βλέπω να μας χαμογελάει ένας πολύ ωραίος άντρας.
Πρέπει να προσθέσω ότι εκείνο τον καιρό η Ρένα ήταν τελείως ελεύθερη.

-Τί θέλει αυτός, μπορείς να μου πεις;
-Θαυμαστής.

Έχει λυσσάξει να κοιτάει. Και είναι πολύ ο τύπος μου. Σε παρακαλώ, πήγαινε να γυρίσεις καμιάν άλλη σκηνή και σε λίγο έρχομαι. Έτσι ψυχή μου;

Ποιος μπορεί να χαλάσει χατίρι της Ρένας. Φεύγω. Πηγαίνω να γυρίσω μια σκηνή στο χώρο του εστιατορίου και σε λίγο τη βλέπω να έρχεται τρέχοντας προς το μέρος μου, τραβώντας τα μαλλιά της.

vlaxopoulou dalianidis 1

-Τί έπαθες, κορίτσι μου; της λέω.
-Γιάννη μου, δυστυχία.
-Τί έγινε, γνωρίστηκες με τον θαυμαστή;
-Που να μην έσωνα.
-Γιατί, βρε Ρένα μου;
-Γιατί ο θαυμαστής…
-Ήταν αναιδής;
-Όχι… Ήταν θαυμάστρια.

Με κοίταζε κι εγώ νόμιζα, η τρελή, ότι του άρεσα σαν γυναίκα, αλλά αυτός ξέρεις γιατί με κοίταζε;
-Πού να ξέρω…
-Γιατί κεντούσα.

Ήθελε να του μάθω σταυροβελονιά. Και από φωνή… σοπράνο. Τύφλα να ‘χει η Κάλλας.
Γιάννης Δαλιανίδης

Advertisement

Έβελυν Σιούπη: 30 χρόνια επιτυχίες

Έβελυν Σιούπη

Διαβάζοντας όλες αυτές τις μέρες σε διάφορα σαιτ για τον ξαφνικό θάνατο της εξαιρετικής ενδυματολόγου/σκηνογράφου και φίλης Έβελυν Σιούπη διαπίστωσα ότι γινόταν ένα copy paste της επαγγελματικής της δραστηριότητας με κάποιες ανακρίβειες.

Λοιπόν η πρώτη της δουλειά στην τηλεόραση ως ενδυματολόγος δεν ήταν “Το δις εξαμαρτείν” αλλά μια σατιρική σειρά της Σοφίας Φιλιππίδου με τίτλο, “Στη χώρα των φευγάτων που έκανε πρεμιέρα στις 06 Μαρτίου του 1993 στον Αντ1 και ολοκληρώθηκε σε 13 επεισόδια.

Την αμέσως επόμενη χρονιά άρχισε η επιτυχημένη συνεργασία της με το δίδυμο Μιχάλη Ρέππα – Θανάση Παπαθανασίου που διήρκησε ακριβώς 30 χρόνια. Το δις εξαμαρτείν” από το πρώτο κιόλας επεισόδιο έγινε τεράστια επιτυχία και η ίδια έγραψε ιστορία στην Ελληνική τηλεόραση δημιουργώντας την υπέροχη περσόνα της Γιολάντας Ραγιά με τις αμέτρητες γούνες και τα ιδιαίτερα φανταχτερά και συλλεκτικά κοσμήματα του Μάριου Βουτσινά. Τον συγκεκριμένο ρόλο υποδύθηκε απολαυστικά η Ντίνα Κώνστα που εν μέρει στιλιστικά βασίστηκε στην Άννα Βέλτσου.

evelin sioupi 1

Τις σεζόν 1995 – 1996 και 1996 – 1997 το όνομα της συνδέθηκε με άλλη μια μεγάλη τηλεοπτική επιτυχία. Την περίφημη, “Ντόλτσε βίτα” των Αλέξανδρου Ρήγα – Δημήτρη Αποστόλου όπου συνεργάστηκε για πρώτη φορά με τις Άννα Παναγιωτοπούλου και Κατιάνα Μπαλανίκα. Εν τω μεταξύ όποτε μιλούσαμε για αυτή τη σειρά μου έλεγε πως αυτό που θυμόταν πιο έντονα από τότε ήταν το άγχος της να κρύψει την εγκυμοσύνη της Μαρίας Καβογιαννή με διάφορα φαρδιά ρούχα.

Το καλοκαίρι του 1997 συμφώνησε να συνεχίσει την συνεργασία της με το ίδιο δίδυμο δημιουργών που εκείνη την περίοδο ετοίμαζαν την σειρά, “Δύο ξένοι”. Τα γυρίσματα ξεκίνησαν με ένα καστ μοναδικό, και η Έβελυν για άλλη μια φορά θα συνεργαζόταν με την αλησμόνητη Ντίνα Κώνστα.

Στα πρώτα επεισόδια το στυλ της “Ντένης Μαρκορά” ήταν εξαιρετικά καλαίσθητο και εμφανώς πολύ διαφορετικό από της Γιολάντας Ραγιά κάτι που δεν άρεσε στον σκηνοθέτη και της ζήτησε να το αλλάξει. Για την ακρίβεια ζήτησε να επιστρέψει η Γιολάντά ως Ντένη σε μια αρκετά πιο εξτρίμ εκδοχή της.

evelin sioupi 2

Έτσι από κάποιο σημείο και έπειτα η γνώριμη ξανθιά περούκα επέστρεψε όπως και οι γούνες αλλά η Έβελυν αποχώρησε στο 12ο επεισόδιο θεωρώντας πως αντέγραφε τον ίδιο της τον εαυτό κάτι που δεν της άρεσε καθόλου.

Όμως δεν μένει για πολύ καιρό εκτός τηλεοπτικά πλατώ καθώς τον Μάρτιο του 1998 είναι η ενδυματολόγος στην κωμική σειρά, “Μονάχους Μονάχους” με πρωταγωνίστρια την Άννα Παναγιωτοπούλου (που υπογράφει και το σενάριο μαζί με τον Αλέξη Καλλίτση) και την Μίρκα Παπακωνσταντίνου.

Έναν χρόνο αργότερα το 1999 το όνομα της γράφτηκε και στην μεγάλη οθόνη με την ταινία, “Safe sex” των Ρέππα – Παπαθανασίου όπου εκτός απο ενδυματολόγος ήταν και σκηνογράφος αυτής της μεγάλης κινηματογραφικής επιτυχίας που έσπασε ρεκόρ εισιτηρίων.

Παράλληλα στην τηλεόραση για δυο σεζόν ξεκίνησε να συνεργάζεται για τρίτη φορά με την Άννα Παναγιωτοπούλου στην κωμική σειρά του Star, “Μικρές αμαρτίες” που διήρκησε δύο σεζόν και αποτέλεσε την τελευταία δουλειά του Γιάννη Δαλιανίδη στην μικρή οθόνη.

Εν τω μεταξύ η επόμενη δουλειά που κλήθηκε να συμπράξει ήταν και η πιο παραγωγική της. Αναφέρομαι στην ταινία του 2001, “Το κλάμα βγήκε απ’ τον παράδεισο” των Ρέππα – Παπαθανασίου για την οποία δημιούργησε πάνω από 1000 κοστούμια αφού όλα τα ρούχα και οι στρατιωτικές στολές ράφτηκαν από την αρχή πάνω σε σχέδια δικά της.

Ποιός άλλωστε μπορεί να ξεχάσει τα πολύχρωμα φορέματα που φορούσε η θρυλική πλέον Τζέλλα Δελαφράγκα της οποίας τα καράβια δεν είχαν φουγάρα και υποδύθηκε μοναδικά η Μίρκα Παπακωνσταντίνου με την οποία ξανασυνεργάστηκε στους αξέχαστους, “Στάβλους της Εριέττας Ζαίμη” καθώς ήταν η προσωπική της ενδυματολόγος μετά από πρόταση της ίδιας της ηθοποιού.

evelin sioupi 4

Το 2003 επέστρεψε και πάλι στις κινηματογραφικές αίθουσες με την δραματική αυτή τη φορά ταινία των Ρέππα – Παπαθανασίου, “Οξυγόνο” που όμως δεν σημείωσε την αναμενόμενη επιτυχία.

Στη συνέχεια και εν έτει 2005 ήταν η ενδυματολόγος στην σειρά, “Safe sex: Tv stories” που προβλήθηκε με μεγάλη επιτυχία από το Mega και το 2007 στην τελευταία ταινία των Ρέππα Παπαθανασίου, “Αυστηρώς κατάλληλο.

Το 2008 μεταπήδησε στον Αντ1 για να ντύσει τους ηθοποιούς της κωμικής σειράς, “Τα κορίτσια του μπαμπά” με τον Παύλο Χαικάλη και το 2009 στο σινεμά για την ταινία του Βασίλη Μυριανθόπουλου, “Σούλα έλα ξανά” με την Ζέτα Μακρυπούλια.

Θα περάσουν 14 ολόκληρα χρόνια για να επιστρέψει στην τηλεόραση με την μεταφορά μιας παλαιότερης μεγάλης θεατρικής επιτυχίας των Ρέππα – Παπαθανασίου με τίτλο, “Συμπέθεροι από τα Τίρανα.

Με το ίδιο δίδυμο ξανασυνεργάστηκε και την σεζόν 2022 – 2023 στην κωμική σειρά, “Μαίρη Μαίρη Μαίρη” που μπορεί να μην είχε την ίδια επιτυχία με την προηγούμενη όμως για την Έβελυν ήταν το κύκνειο άσμα της στην μικρή οθόνη ύστερα από 30 ολόκληρα χρόνια.

Αξιομνημόνευτο έχει μείνει και το φόρεμα με τον αμφορέα στο κεφάλι που δημιούργησε το 2007 και φόρεσε η Μαρία Μπακοδήμου στην παρουσίαση των τραγουδιών της Eurovlision το 2007.

Να σημειώσω εδώ πως και η παρουσία της στο θεατρικό σανίδι ήταν αδιαμφισβήτητα σημαντική αυτές τις τρείς δεκαετίες με δεκάδες πετυχημένες εμπορικά όσο και καλλιτεχνικά θεατρικές παραστάσεις.

Ενδεικτικά αναφέρω κάποιες από αυτές. Βγάλ’ τον υπουργό απ’ την πρίζα”, “Φούστα μπλούζα”, “Ο Έβρος απέναντι”, “Τα μωρά τα φέρνει ο πελαργός”, “Τσινετσιτά”, “Δυόμιση φόνοι κι ένα μπουλντόγκ”, “Ποιά Ελένη”, “Άντρες έτοιμοι για όλα”, ” Συμπέθεροι απ’ τα Τίρανα”, “Αττική οδός”, “Μύγα τσε τσε”, “Ράους”, “Να ζεί κανείς η να μην ζει”, “Ζωή σε λόγου μας”, “Πριν το χάραμα”, “Μάντεψε ποιος θα πεθάνει απόψε”, “Ο φίλος μου ο Λευτεράκης“, “Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες”, “Βάλ’ τον υπουργό στην πρίζα”, “Το καινούργιο παιδί”, “Η σκούπα”, “Φεγγάρι από χαρτί”, “Το δικό μας σινεμά”, “Διάλεξε τον θάνατο σου αγάπη μου”, “Μπαμπάδες με ρούμι”, και “Για μια ζωή” όλες του δίδυμου Ρέππα – Παπαθανασίου.

Συνεργάστηκε όμως και σε άλλες παραστάσεις με άλλους σκηνοθέτες όπως :
Τι είδε το χρυσόψαρο” σε σκηνοθεσία Γιάννη Ιορδανίδη, “Τρομεροί γονείς” σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεωδορόπουλου, “Μια μέρα τον Οκτώβρη” σε σκηνοθεσία Νίκου Μαστοράκη, “Τα βαφτίσια” του Νίκου Μουτσινά και της Τζένης Διαγούπη, “Το δώρο” και τα “Τα κορίτσιά με τα μαυρα” των Ρήγα – Αποστόλου, “Το τρίτο στεφάνι” σε σκηνοθεσία Νίκου Καραγεωργού με την Μίνα Αδαμάκη στον ρόλο της Νίνας.

Επίσης, “Τρωάδες Εκάβη” σε σκηνοθεσία Περικλή Μοσχολιδάκη και σκηνικά του καλού της φίλου και κουμπάρου Μάριου Βουτσινά, “Το όνομα μου είναι Τζαίημς Ντην” του Γιώργου Χρονά, “Σίρλευ Βαλεντάιν” σε σκηνοθεσία Πέμυς Ζούνη, “Το σπάταλο τερατάκι της Κατερίνας Μαρκαδάκη, “Εκκλησιάζουσες” σε σκηνοθεσία Αλέξανδρου Ρήγα, “Καμμένα βούρλα” και “Τι ζούμε ρε” της Δήμητρας Παπαδοπούλου σε σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή και Θοδωρή Αθερίδη αντίστοιχα, “Κάθε πέρσι και του χρόνου” σε σκηνοθεσία Γιάννη Διαμαντόπουλου.

evelin sioupi 3

Για περίπου μια πενταετία συνεργάστηκε με το Shamone club σε διάφορες παραστάσεις όπως: “Μαρία Αντουανέτα η βασίλισσα των Ελλήνων” (2012) και “Τρείς κόρες εν καμίνω” (2014) με την Τζέσυ Παπουτσή σε σκηνοθεσία Βασίλη Μυριανθόπουλου, “Περασμένα ξεκασμένα” και “Ξυπνάς μέσα μου το …SHOW” σε σκηνοθεσία Βασιλικής Ανδρίτσου, “Κάνω καμπάκ” σε σεναριο και σκηνοθεσία Μιχάλη Ρέππα και Θανάση Παπαθανασίου.

Άλλωστε το 2003 το 2008 και το 2012 τιμήθηκε με το βραβείο ενδυματολογίας για τις παραστάσεις “Τα μωρά τα φέρνει ο πελαργός”, “Τσινετσιτά” και “Να ζει κανείς η να μην ζει” αντίστοιχα.

Ωστόσο αξέχαστα θα μείνουν τα 40Ο κοστούμια που δημιούργησε για την παράσταση στο Εθνικό Θέατρο “Ποιά Ελένη” και εκείνα που δημιούργησε το καλοκαίρι του 2019 για την παράσταση, “Το δικό μας σινεμά” στο θερινό Θέατρο Άλσος.

Τελευταίες της δουλειές στο θέατρο είναι στις επιτυχημένες παραστάσεις, “Διάλεξε τον θάνατο σου αγάπη μου”, “Για μια ζωή” και “Μπαμπάδες με ρούμι”. Οι δύο τελευταίες θα συνεχιστούν και την επόμενη θεατρική σεζόν 2024 – 2025.

Καλό ταξίδι στο φως αγαπημένη Έβελυν. Σε ένα φως σμαραγδί που τόσο αγαπούσες.

Advertisement

Νίκος Σταυρίδης: Το μεγάλο του παράπονο

Νίκος Σταυρίδης

Ο Νίκος Σταυρίδης ήταν ένας σπουδαίος κωμικός του θεάτρου και του κινηματογράφου, έγραψε ιστορία στην ελληνική κινηματογραφική κωμωδία πρωταγωνιστώντας σε 120 ταινίες. Σε συνέντευξη που είχε δώσει στα μέσα της δεκαετίας του 1980, στην εφημερίδα «Ακρόπολις» είχε αποκαλύψει το παράπονο του…

Τα κανάλια βάζουν κάθε εβδομάδα ταινίες μου. Με τιμάνε, αλλά δεν παίρνω τίποτα. Τα χρήματα τα παίρνουν οι παραγωγοί. Τότε υπογράφαμε το βαρύ όρκο: “Και ουδεμίαν άλλη απαίτησιν έχω.”

stavridis mosxoliou
Ο Νίκος Σταυρίδης και η Βίκυ Μοσχολιού.

Αυτό βγάζει η τηλεόραση μπροστά και δεν παίρνουμε πεντάρα. Να το παράπονό μου. Βλέπω στην τηλεόραση τις ταινίες που εμφανίστηκα. Μετράω τον εαυτό μου, παρατηρώ το παίξιμό μου, την κίνηση των χεριών μου. Πώς συντονίζεται η ψυχή και το κεφάλι μου, με την κίνηση των χεριών μου, σε όλες τις ταινίες.

Η φυσικότητα που χρειάζεται στη δική μας δουλειά ήταν μια αβάντα που είχα. Εμείς είχαμε αντίκρισμα ζωής. Περάσαμε πολλά, πολέμους …

Σήμερα είναι εύκολα τα πράγματα. Εμείς παλέψαμε σκληρά. Και κωμικοί δεν υπάρχουν πια. Έχουν αδυναμίες οι νέοι. Ίσως, σιγά – σιγά, με το χρόνο, να αποκτήσουνε πείρα.

Εμείς το έργο που παίζαμε το ζούσαμε. Οι παλιοί ηθοποιοί όταν πιάνανε ένα ρόλο στα χέρια δεν τον παπαγαλίζανε. Καθόντουσαν να τον συζητήσουν και προπαντός να βάλουν τα δικά τους. Ένα πράγμα που συνήθιζα εγώ. Σήμερα τα περισσότερα παιδιά δεν τραγουδάνε.

Οι παλιοί ήταν σχεδόν όλοι τενόροι, ο Ορέστης Μακρής, ο Κυριάκος Μαυρέας, ο Πέτρος Κυριακός, ο Βασίλης Αυλωνίτης. Εγώ βγήκα σχεδόν τενόρος στο Θέατρο, τα τραγουδούσαμε τα νούμερα. Συμβαδίζαμε με την ορχήστρα, με την αρμονία.

stavridis 2

Ύστερα από 44 χρόνια στη σκηνή, βγήκα στη σύνταξη με 17.000 δραχμές, ούτε εφάπαξ, ούτε τίποτα. Ο εφημεριδοπώλης παίρνει 35.000. Η Πολιτεία πρέπει να κάνει κάτι, να γίνει ένας νόμος για τους παλιούς ηθοποιούς, δεν είμαστε και πολλοί. Να μας περάσουν σε μίαν άλλη κλίμακα συντάξεων.

Η αγάπη του κόσμου…

Κάθε τόσο είχα και μία συγκίνηση. Στο λεωφορείο έκανα να ρίξω το εικοσάρι, και μου έπιανε το χέρι ο εισπράκτορας και μου έλεγε:
-Όχι εσύ… Εσύ δεν κάνει… Και τα ταξί δε θέλανε λεφτά.

Και τα ταξί δε θέλανε λεφτά. Πήγαινα να βγάλω χρήματα…

-Τί κάνεις; μου έλεγε, Ξύνεσαι;
-Όχι, αγόρι μου, να βγάλω να σε πληρώσω.
-Όχι. Άμα σου πάρω χρήματα και το πω στα παιδιά μου και στη γυναίκα μου, θα θυμώσουν. Μια φωτογραφία σου να μου δώσεις. Συγκινήσεις μεγάλες. Υπάρχει μια συμπάθεια. Μια αγάπη…

Advertisement

Το ανθρωπάκι: Αχ βρε Κική τι με κάμεις

Το ανθρωπάκι

Το ανθρωπάκι” είναι μία από τις αγαπημένες μου Ελληνικές κωμωδίες. Ταινία που παρά το γεγονός πως ταξινομείται ως κωμική, κρύβει έντονες δραματικές πτυχές.

Ειδικότερα στην ερμηνεία του Κώστα Βουτσά, ο οποίος ειδικότερα στην τελευταία σκηνή όπου αναφωνεί τη γνωστότερη φράση της ταινίας, “Αχ βρε Κική τι με κάμεις!” με ένα ύφος έντονου καημού αλλά και ανακούφισης.

Ο Βουτσάς με το αιώνιο αντικείμενο του πόθου του -μονάχα στον κινηματογραφικό κόσμο- Μάρθα Καραγιάννη, στο ρόλο του απλού πωλητή χαλιών.

to anthropaki 2 1

Ενός ανθρώπου λαϊκού που ερωτεύεται παράφορα την Κική, η οποία έχει το ψώνιο της υποκριτικής. Και ονειρεύεται να γίνει σταρ, δίχως όμως να έχει τις ικανότητες που χρειάζεται για την πραγματοποίηση του στόχου της.

Σατιρική ταινία που διακωμωδεί το ψώνιο πολλών ανθρώπων στη δεκαετία του “60 να θεωρούν τον εαυτό τους μεγάλο δημιουργό και να φτάνουν στο σημείο να ξεπουλήσουν από περιουσίες μέχρι κτήματα για να ικανοποιήσουν το όνειρό τους.

Η Κική από τα Πετράλωνα που ζει με το όνειρο να γίνει Ελίζαμπεθ Τέιλορ, επηρεασμένη από τον κρεοπώλη της γειτονιάς (Σπύρος Καλογήρου σε έναν καλό, ευχάριστο ρόλο), αποφασίζει με την αύρα της να γίνει η νέα βασίλισσα του σινεμά.

Ο Βουτσάς ως Ευτύχης προσπαθεί να τη στηρίξει, με την αιώνια γκρίνια της μητέρας του να επεμβαίνει και εδώ.

Ίσως η πιο αγαπημένη μου από τις ταινίες του Κώστα Βουτσά, ο οποίος συνδυάζει σε πολλές σκηνές παράλληλα το δραματικό με το κωμικό στοιχείο, δείχνοντας μία πιο ουσιαστική υποκριτική ικανότητα, συγκριτικά με άλλες εύπεπτες ταινίες του.

Από τις ωραίες κωμωδίες του Ελληνικού κινηματογράφου. Ξεκινάει με γέλιο και τελειώνει με ένα ευτυχές αλλά και φορτισμένο συναισθηματικά φινάλε

Το άρθρο επιμελήθηκε η Μαρία Σκαμπαρδώνη.

Advertisement

Λευτέρης Βουρνάς: Η αυτοκτονία που συγκλόνισε το πανελλήνιο

Λευτέρης Βουρνάς

Αν υπήρχε μια ιστορία (ή μήπως να πούμε καλύτερα ένα δράμα) που να αποδεικνύει πως η φήμη και η αναγνωρισιμότητα δε φέρνουν την ευτυχία τότε εκείνη του Λευτέρη Βουρνά είναι το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα.

Η πραγματική ιστορία ζωής του ηθοποιού και όχι αυτή που «φαινόταν» και έβλεπαν οι πολλοί, θα μπορούσε να ήταν το σενάριο μιας δραματικής ελληνικής ταινίας της δεκαετίας του 1960.

Πόνος, θλίψη, αποξένωση, απόρριψη, κατάθλιψη. Όλα αυτά (και ίσως άλλα τόσα) δημιούργησαν στο μυαλό του Λευτέρη Βουρνά μια συνθήκη με την οποία δε θα μπορούσε να αντιπαρατεθεί. Προσπάθησε να το παλέψει.

Ο «εχθρός», όμως, ήταν ανίκητος. Όταν ένιωσε πως όλα γύρω του είχαν καταρρεύσει σαν χάρτινος πύργος, έβαλε τέλος στη ζωή του με τρόπο τραγικό. Και ήταν μόλις 46 ετών.

vournas 1

Απώλειες που δεν αναπληρώθηκαν ποτέ

Ο Λευτέρης Βουρνάς γεννήθηκε μέσα στη φωτιά του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Είδε το πρώτο φως της ημέρας στην Αθήνα στις 04 Ιουνίου του 1942, σε μια χώρα που είχε βγει από τον εφιαλτικότερο χειμώνα της σύγχρονης ιστορίας της. Όταν ήταν μόλις δυο χρονών έχασε τη μητέρα του, Νίκη Θεοτοκάτου και απέμεινε με την αδερφή του και τον πατέρα του Γιάννη Βουρνά.

Η απώλεια της μητέρας του σε μια τόσο τρυφερή ηλικίας ήταν ένα ισχυρό πλήγμα για τον ψυχισμό του αλλά ακόμα και αυτό δεν ήταν τίποτα μπροστά σε αυτά που έρχονται.

Με το τέλος της μεγάλης ανθρωποσφαγής ήρθες και το ξέσπασμα του εμφυλίου πολέμου. Ο πατέρας Λευτέρη Βουρνά ήταν αριστερός και αναγκάστηκε να φύγει κυνηγημένος από το εκδικητικό κράτος της Δεξιάς ως πολιτικός πρόσφυγας με προορισμό την Τασκένδη.

Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ο μικρός Λευτέρης Βουρνάς αναγκάστηκε να αποχωριστεί και την αδερφή του. Τον ίδιο τον υιοθέτησε η αδελφή της γιαγιάς του. Μια ηλικιωμένη γυναίκα η οποία το μόνο που δεν κάνει είναι να γιατρέψει τις πληγές που είχαν ανοιχθεί. Η γυναίκα είναι οικονομικά ευκατάστατη και από τον Βουρνά δε λείπει κάτι υλικό. Λείπουν όλα τα άλλα, όμως. Όλα αυτά που θα διαμόρφωναν έναν δυνατό χαρακτήρα που θα μπορούσε να νικήσει όλες τις αναποδιές.

Ο Βουρνάς έγινε ένας άνθρωπος με τρομερές ευαισθησίες. Ήταν εξαιρετικά εσωστρεφής, κυκλοθυμικός και για μεγάλα χρονικά διαστήματα κλεινόταν στον εαυτό του. Όσο μεγάλωνε τόσο περισσότερο αναζητούσε τον πατέρα του. Το πατρικό πρότυπο ήταν κάτι που είχε στερηθεί και ήθελε να το αναπληρώσει.

Μετά από αρκετά χρόνια, πολλές προσπάθειες, μεγάλη αγωνία και ατελείωτες ώρες έρευνας, ο Λευτέρης Βουρνάς, κατάφερε και ήρθε σε επαφή με τον πατέρα του και κατάφερε να τον πείσει, ώστε να συναντηθούν. Το ραντεβού κλείστηκε στο λιμάνι της Πάτρας. Ο Γιάννης Βουρνάς, όμως, δεν είχε σκοπό να παραμείνει στην Ελλάδα.

Είχε φτιάξει τη ζωή του στην εξορία, μαζί με μια νέα οικογένεια (είχε αποκτήσει και ένα παιδάκι) πίσω στη Σοβιετική Ένωση και εκεί γύρισε πάρα πολύ γρήγορα. Λένε πως έφυγε με το ίδιο καράβι το οποίο ήρθε στην Ελλάδα! Όπως είναι απόλυτα φυσιολογικό οτιδήποτε είχε μείνει μέσα στον Λευτέρη Βουρνά, «έσπασε» με πάταγο.

Παρά τα πολλά και διάφορα προβλήματα που αντιμετώπιζε στην προσωπική του ζωή ο Λευτέρης Βουρνάς κατόρθωσε και εκμεταλλεύτηκε – σίγουρα όχι στον βαθμό που θα μπορούσε – το μεγάλο ταλέντο που είχε στην υποκριτική.

Σε ηλικία μόλις 18 χρονών έπαιξε δίπλα στην Ειρήνη Παπά, τον Ανδρέα Μπάρκουλη και τον Νίκο Κούρκουλο στην ταινία, “Μπουμπουλίνα”. Ο ρόλος που είχε (υποδύθηκε τον γιο της ηρωίδας, Γεώργιο Γιάννουζα) ήταν μικρός, ωστόσο, παρά το γεγονός πως έπαιζε δίπλα σε «ιερά τέρατα» του κινηματογράφου κατάφερε να ξεχωρίσει τόσο για το ταλέντο του όσο και με τη φυσική ομορφιά του.

Λέγεται πως ο Κούρκουλος και ο Μπάρκουλης ήταν αυτοί που τον έπεισαν να πάει σε υποκριτική σχολή προκειμένου να εξελίξει τον ταλέντο του. Εκείνος τους άκουσε και Σπούδασε στη δραματική σχολή, αποφοίτησε με άριστα και άρχισε μια λαμπρή καριέρα με δεκάδες συμμετοχές σε κινηματογραφικές ταινίες και θεατρικές παραστάσεις.

Στα 20 του χρόνια ανέβηκε και στο θεατρικό σανίδι όταν συμμετείχε στο έργο «Κόκκινα Φανάρια». Είναι ενδεικτικό πως μέσα σε 10 χρόνια συμμετέχει με μεγαλύτερους ή μικρότερους ρόλους σε περίπου 30 ταινίες, κάποιες από τις οποίες άφησαν το δικό τους στίγμα στον ελληνικό κινηματογράφο.

Ο Λευτέρης Βουρνάς έγινε γρήγορα ένας από τους πλέον αναγνωρίσιμους ηθοποιούς εκείνης της χρυσής γενιάς και κέρδισε πολλούς πόντους στο καλλιτεχνικό στερέωμα.

vournas 2

Λευτέρης Βουρνάς: Το τραγικό τέλος και οι άθλιες φήμες

Τίποτα, όμως, απ΄ όλα αυτά, όσο μεγάλη και αν ήταν η επιτυχία που έκανε, δεν μπορούσαν να αναπληρώσουν τα μεγάλα συναισθηματικά κενά που είχε στην προσωπική του ζωή. Λέγεται πως η αντίστροφή μέτρηση ξεκίνησε μετά από εκείνη τη συνάντηση που είχε με τον πατέρα του. Παράλληλα, όσο και αν τα παιδικά του χρόνια ήταν άσχημα και η γυναίκα που τον μεγάλωσε δεν τον ατσάλωσε συναισθηματικά, ο θάνατος της τον συγκλόνισε.

Αυτά τα δυο γεγονότα, λένε όσοι τον γνώρισαν, ήταν για τον Βουρνά ένα τεράστιο πισωγύρισμα στα χρόνια της κατάθλιψης και της εσωστρέφειας. Ήδη από το 1971 είχε παντρευτεί με την Αθηνά Βουρνά αλλά φαίνεται πως ούτε αυτό ήταν αρκετό – παρά τις συνεχείς προσπάθειες της – για να αποτρέψει αυτό που ερχόταν.

Όταν έφυγε από τη ζωή η θετή του μητέρα, χωρίς να πει το παραμικρό ο Βουρνάς έφυγε από το σπίτι που έμενε με τη σύζυγό του στη Βούλα και πήγε να μείνει στο σπίτι της ηλικιωμένης γυναίκας στην πλατεία Αμερικής.

Έμεινε εκεί λιγότερο από ένα χρόνο και κάποια στιγμή, τόσο ξαφνικά όσο είχε φύγει, επέστρεψε στο σπίτι του στη Βουλά. Δεν ήταν ο ίδιος άνθρωπος, όμως, πλέον. Είχε βυθιστεί στην κατάθλιψη. Αυτό που τρόμαζε όσους βρισκόντουσαν γύρω του ήταν πως έδειχνε ξεκάθαρα, πλέον, να έχει παραιτηθεί από τη ζωή και ταυτόχρονα δεν έδειχνε έστω και την παραμικρή διάθεση να κάνει κάτι, ώστε, να το αντιστρέψει όλο αυτό. Σε μεγάλο βαθμό είχε σταματήσει ακόμα και να τρώει.

Η τελευταία θεατρική παράσταση του Βουρνά ήταν με τη Μάρθα Καραγιάννη. Όλοι είχαν την ελπίδα πως η εκ νέου ενασχόλησή του με την υποκριτική θα λειτουργούσε σαν «ηλεκτροσόκ» και θα τον επανέφερε ή έστω θα του δημιουργούσε τη διάθεση να το παλέψει. Μάταια, όμως… Τίποτα δεν άλλαξε στην ψυχοσύνθεση του Βουρνά και το τέλος έμοιαζε πιο κοντά από ποτέ.

Μια ημέρα σαν σήμερα, την 1η Ιουλίου του 1987, έβαλε ο ίδιος τέλος στη ζωή του και μάλιστα με φρικτό τρόπο. Αρχικά κατανάλωσε μεγάλη ποσότητα χαπιών, στη συνέχεια έκοψε τις φλέβες του και στη συνέχεια πήδηξε από τον τρίτο όροφο της πολυκατοικίας στην οποία διέμενε. Έκανε τα πάντα προκειμένου να είναι σίγουρος πως δε θα γλιτώσει, πως θα αφαιρέσει κάθε ελπίδα απ’ όσους προσπαθήσουν να τον σώσουν.

Μερικές ημέρες πριν από την αυτοκτονία του Βουρνά και συγκεκριμένα στις 13 Ιουνίου, είχε φύγει από τη ζωή ο 33χρονος Βασίλης Κουρκουμέλης. Ο διάσημος σχεδιαστής που είχε γίνει γνωστός σε ολόκληρο τον κόσμο με το ψευδώνυμο Μπίλι Μπο, είχε πεθάνει από AIDS.

Όταν ο Βουρνάς μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο και έγινε γνωστό πως ήταν νεκρός, έσπευσαν εκεί πολλοί δημοσιογράφοι και φωτορεπόρτερ. Επίσης, στο νοσοκομείο πήγαν και αρκετοί συνάδελφοί του, ανάμεσα στους οποίους και αγαπημένος ηθοποιός Σταύρος Παράβας. Ο ηθοποιός όταν είδε τον «κακό χαμό» που γινόταν έξω από το νοσοκομείο είπε απευθυνόμενος προς τους δημοσιογράφους: «Για όνομα του θεού! Ούτε στον Μπίλι Μπο δεν κάνατε έτσι»!

Τα λόγια αυτά του Σταύρου Παράβα ήταν αρκετά για να αναπτυχθεί ένα όργιο φημών σχετικά με τις αιτίες που οδήγησαν τον Βουρνά στο απονενοημένο διάβημα. Εκείνες τις ημέρες είχε ακουστεί μέχρι και το ότι ο ηθοποιός είχε κάνει εξετάσεις αλλά αυτοκτόνησε πριν πάρει τα αποτελέσματά στα χέρια του φοβούμενος για αυτά.

Όλες αυτές τις φήμες διέλυσε η σύζυγός του η οποία ζήτησε να γίνουν εξετάσεις στη σορό του Λευτέρη Βουρνά. Λίγο καιρό αργότερα τα αποτελέσματα βγήκαν και ήταν αρνητικά, ξαναφέρνοντας στο προσκήνιο ως απάντηση στα «γιατί» την κατάθλιψη και την κακή ψυχολογική κατάσταση του ζεν πρεμιέ που θα μπορούσε να δώσει ακόμα πάρα πολλά στον κινηματογράφο και το θέατρο.

Advertisement

Μάρκος Γιακουμόγλου: Μεγάλη διάκριση για τον γνωστό επιτυχημένο χορογράφο

Μάρκος Γιακουμόγλου

Βραβεύτηκε το σόου που χορογράφησε ο Μάρκος Γιακουμόγλου σε μεγάλο κλαμπ στο Ντουμπάι.

Μεγάλη διάκριση για τον γνωστό επιτυχημένο χορογράφο, Μάρκο Γιακουμόγλου καθώς το σόου που χορογράφησε – σκηνοθέτησε σε μεγάλο κλαμπ στο Ντουμπάι βραβεύτηκε πριν από λίγες ημέρες ως το καλύτερο.

giakoumoglou 1

Ο Μάρκος Γιακουμόγλου ήδη από τα πρώτα του βήματα στον χώρο συνεργάστηκε με σπουδαίους καλλιτέχνες όπως: Δέσποινα Βανδή, Σάκη Ρουβά, Έλλη Κοκκίνου. Ενώ το 2017 ανέβηκε και στην σκηνή της Eurovision στον πλευρό της Demy.

Λίγους μήνες αργότερα ανέλαβε τις χορογραφίες στην θεατρική μεταφορά της ταινίας, “Γοργόνες και μάγκες” για τις οποίες οι κριτικές ήταν διθυραμβικές.

Έκτοτε χορογράφησε κι άλλες αρκετά επιτυχημένες παραστάσεις όπως, “Μαριχουάνα στοπ”, “Η Νεράιδα και το παλικάρι”, “Μια υπέροχη ζωή“, “Σινεμασκόπ: The musical”, “Το έκτο πάτωμα” και “Ο Τσάρλι και το εργοστάσιο σοκολάτας.

giakoumoglou 2

Επίσης τα δύο τελευταία χρόνια έχει αναλάβει και τις χορογραφίες σε ένα από τα καλύτερα κλαμπ της Αθήνας, το “Parfait”.

Τέλος τον Μάιο ως ηθοποιός συμμετείχε και άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις στην παράσταση, “Το κορίτσι μου” που πρωταγωνιστεί ο Γιώργος Παράσχος και σκηνοθέτησε ο Χρήστος Κωνσταντίνου.

Αν θέλετε μπορείτε να τον ακολουθήσετε στα social media.
Facebook: Marcus Giakoumoglou
Instagram: marcusgiakoumoglou

Advertisement

Δεσποινίς Διευθυντής: Πώς είναι σήμερα το κτίριο που επιβλέπουν, Τζένη Καρέζη – Αλέκος Αλεξανδράκης

Δεσποινίς Διευθυντής

Δείτε πώς είναι σήμερα το κτίριο που επιβλέπουν η Τζένη Καρέζη “Λίλα Βασιλείου” και ο Αλέκος Αλεξανδράκης “Αλέκος Σαμιωτάκης” στην ταινία, “Δεσποινίς Διευθυντής“.

Η “Δεσποινίς Διευθυντής”, ήταν ελληνική ταινία παραγωγής του 1964, από τα στούντιο της Φίνος Φιλμ. Τη σκηνοθεσία της υπογράφει ο Ντίνος Δημόπουλος και το σενάριο από κοινού οι Ασημάκης Γιαλαμάς και Κώστας Πρετεντέρης.

Αποτελεί διασκευή του ομώνυμου θεατρικού έργου τους, που ανέβηκε με πρωταγωνιστές την Τζένη Καρέζη και τον Νίκο Κούρκουλο. Πρόκειται για μια κλασσική κωμωδία ηθών, από εκείνες που χαρακτηρίζουν τη “χρυσή” εποχή του ελληνικού κινηματογράφου.

Παίζουν στην ταινία: Τζένη Καρέζη, Αλέκος Αλεξανδράκης, Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, Λίλη Παπαγιάννη, Ελένη Ζαφειρίου, Δημήτρης Νικολαϊδης, Νίτσα Μαρούδα, Γιάννης Βογιατζής, Κώστας Καρράς, Περικλής Χριστοφορίδης, Άγγελος Αντωνόπουλος, Ελένη Μαυρομάτη, Κατερίνα Γώγου, Δέσποινα Στυλιανοπούλου, Κίμων Δημόπουλος, Θάνος Μαρτίνος, Βαγγέλης Καζάν.

despoinis dieuthintis 1

Η Λίλα, πολιτικός μηχανικός που μόλις έχει πάρει το δίπλωμά της, αναλαμβάνει τη διεύθυνση μιας τεχνικής εταιρείας. Η Λίλα ζει με τον πατέρα της, που της έχει διαμορφώσει τους τρόπους και το χαρακτήρα της. Από επιστημονικής πλευράς είναι άψογη.

Στην εταιρεία βλέπει όλους τους άντρες απλά ως συναδέλφους και δεν αντιλαμβάνεται ότι η ίδια αξίζει και ως γυναίκα. Αυτό αναλαμβάνει να της διδάξει η εξαδέλφη της.

Η Λίλα, για να δείξει την καινούρια της ιδιότητα, όταν την καλούν σ’ ένα πάρτι της εταιρείας, που βέβαια βρίσκεται και η ιδιαίτερη συμπάθειά της, ο Αλέκος, υπομηχανικός στην εταιρεία, πίνει παραπάνω και, για να τον κάνει να την προσέξει, κάνει τις μεγαλύτερες ανοησίες που μπορεί να γίνουν. Στην αρχή, ο Αλέκος εκπλήσσεται, αλλά στο τέλος καταλαβαίνει ότι τον αγαπά.

despoinis dieuthintis 2

Το δίδυμο Καρέζη-Αλεξανδράκης πρωταγωνιστεί μαζί για πρώτη φορά μετά από το sequel ταινιών “Λατέρνα, Φτώχεια και Φιλότιμο” και “Λατέρνα, Φτώχεια και Γαρύφαλλο”.

Στη διάρκεια της ταινία βλέπουμε ότι η εταιρεία χτίζει ένα κτίριο. Το επιβλέπουν τόσο η Λίλα Βασιλείου όσο και ο Αλέκος Σαμιωτάκης. Στην πραγματικότητα πρόκειται για το 1ο Γυμνάσιο Κηφισιάς στην οδό Λεβίδου 42. Μάλιστα πρόκειται για το παλαιότερο σχολείο της Κηφισιάς.

Advertisement

Λάμπρος Κωνσταντάρας: Μα έχεις και βαρύ χέρι βρε αδερφέ…

Λάμπρος Κωνσταντάρας

Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας, εκτός από την υποκριτική, αγαπούσε πολύ και τον αθλητισμό. Του άρεσαν το ποδόσφαιρο και ο στίβος.

Σε νεαρή ηλικία, μάλιστα, είχε φορέσει και τη φανέλα του τερματοφύλακα της ΑΕΚ, αν και συνήθως ήταν αναπληρωματικός. Αυτή η καριέρα, όμως, έληξε νωρίς, δίνοντας θέση στη λαμπρή καριέρα ηθοποιού.

Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας, εκτός από αθλητής, ήταν και οπαδός της ΑΕΚ, την οποία παρακολουθούσε από κοντά όποτε μπορούσε.

Τότε, ο τζέντλεμαν του ελληνικού κινηματογράφου μετατρεπόταν σε φανατικό φίλαθλο. Φώναζε, χειρονομούσε, σηκωνόταν από το κάθισμα εξαγριωμένος ή ενθουσιασμένος και γινόταν ένα με το πλήθος.

Την αγάπη του για τα αθλήματα είχε μεταδώσει και στον γιο του, Δημήτρη, ο οποίος ήταν αθλητής του στίβου με διακρίσεις στο ακόντιο και στη σφαίρα.

konstantaras 1
Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας με τον γιο του Δημήτρη.

Πατέρας και γιος, αν και υποστήριζαν διαφορετικές ομάδες, καθώς ο Δημήτρης ήταν Ολυμπιακός, πήγαιναν συχνά μαζί στο γήπεδο. Ως λάτρεις του ποδοσφαίρου, ακολουθούσαν και την Εθνική Ομάδα.

Στις αρχές της δεκαετίας του ’60, ο Λάμπρος Κωνσταντάρας με τον γιο του, βρέθηκαν σε αγώνα της Εθνική Ελλάδος με τη Γιουγκοσλαβία, στο γήπεδο της λεωφόρου Αλεξάνδρας.

Ο ηθοποιός είχε αγοράσει αριθμημένα εισιτήρια, αλλά στο σημείο που ήταν οι θέσεις, η κανονική κερκίδα είχε σπάσει και στη θέση της είχε τοποθετηθεί μια αυτοσχέδια.

Η πρόχειρη κερκίδα ήταν φτιαγμένη από ξύλα, τοποθετημένα πάνω σε τσιμεντόλιθους! Αν και οι θέσεις δεν άρεσαν στον Κωνσταντάρα, δεν έδωσε συνέχεια και κάθισε να παρακολουθήσει τον αγώνα. Όταν οι ομάδες βγήκαν στον αγωνιστικό χώρο και ξεκίνησε ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας, ο κόσμος σηκώθηκε όρθιος.

Τότε, ένας πονηρός φίλαθλος που δεν είχε αριθμημένο εισιτήριο, προσπάθησε να «χωθεί» στην κερκίδα. Πηδώντας από κάθισμα σε κάθισμα, κατέβαινε τα επίπεδα της κερκίδας για να βρει κενή θέση.

Τότε, με μια απρόσεχτη κίνησή του, κλώτσησε τον ένα τσιμεντόλιθο, γκρέμισε την αυτοσχέδια κερκίδα και έπεσε με δύναμη πάνω στον ηθοποιό, πριν εκείνος προλάβει να αντιδράσει.

Οι δυο άντρες έπεσαν κάτω, ανάμεσα σε ξύλα και τσιμεντόλιθους. Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας χτύπησε το κεφάλι του. Έξαλλος, άρχισε να ωρύεται και να επιτίθεται στον απρόσεκτο φίλαθλο.

konstantaras 2
Ο 19χρονος Λάμπρος Κωνσταντάρας έξω από το σπίτι του στην οδό Πλουτάρχου 13 στο Κολωνάκι.

Ακόμα και η ανάκρουση του εθνικού ύμνου (που τότε γινόταν, ζωντανά, από ορχήστρα) σταμάτησε για λίγο, εξαιτίας της φωνής του ηθοποιού. Οι δύο τραυματίες μεταφέρθηκαν στο ιατρείο του γηπέδου.

Λίγο αργότερα, ο Λάμπρος Κωνσταντάρας επέστρεψε με δεμένο το κεφάλι και συνέχισε απτόητος να παρακολουθεί τον αγώνα. Ο άντρας που είχε προκαλέσει το ατύχημα μεταφέρθηκε στον Ερυθρό Σταυρό, με μώλωπες και μελανιές. Σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες, κάποιες από αυτές είχαν προκληθεί από τις “καρπαζιές” του Κωνσταντάρα και όχι από την πτώση.

Παρά τον εκνευρισμό του για το περιστατικό και την απογοήτευσή του για την έκβαση του αγώνα (η εθνική Ελλάδας έχασε με 0-5), ο ηθοποιός μετά τη λήξη, επισκέφθηκε τον τραυματία στο νοσοκομείο.

Ο άτυχος φίλαθλος αναγνώρισε τον ηθοποιό και δεν διαμαρτυρήθηκε για τις σφαλιάρες που δέχτηκε. Του είπε μόνο: «Μα έχεις και βαρύ χέρι, βρε αδερφέ».

Αναδημοσίευση άρθρου: fosonline.gr

Advertisement

Η χαρτοπαίχτρα: Η ταινία που αναδεικνύει ένα μεγάλο κοινωνικό προβλημα

Η χαρτοπαίχτρα

Μίμης Τσιφόρος: “Στους εκατό ευυπόληπτους ανθρώπους, κοιμούνται ενενήντα χαρτοπαίκτες. Δε δείχνονται. Είναι σοβαροί. Έχουνε προγούλια…”.

Η χαρτοπαίχτρα” έκανε πρεμιέρα στις 28 Δεκεμβρίου του 1964, την εποχή που ο Ελληνικός κινηματογράφος ήταν ακόμα ο αμείλικτος σχολιαστής της ελληνικής πραγματικότητας. Έκοψε 534.085 εισιτήρια και ήρθε στην 3η θέση ανάμεσα σε 93 ταινίες. Η Ρένα Βλαχοπούλου στα καλύτερά της δίνει ρεσιτάλ σ’ ένα ρόλο “αγκάθι” για την κοινωνία της εποχής.

xartopaixtra

Ο τζόγος, πάθος διαχρονικό, δεν γνωρίζει τάξεις, φύλο, θρησκεία, πολιτικές πεποιθήσεις. Έχει καταστρέψει ανθρώπους, έχει διαλύσει οικογένειες, έχει αφανίσει περιουσίες, παρόλα αυτά διατηρεί περίοπτη θέση στα βάθη της ανθρώπινης ψυχής.

Η “χαρτοπαίχτρα” είναι κάτι περισσότερο από μια κινηματογραφική μαρτυρία για την χαρτοπαιξία. Στους πρωταγωνιστικούς ρόλους, ο Λάμπρος Κωνσταντάρας ενσαρκώνει τον νέο Έλληνα αστό, ο Κώστας Βουτσάς την οργισμένη νεολαία, η Λίλη Παπαγιάννη την χειραφετημένη μοντέρνα γυναίκα και η Σαπφώ Νοταρά την εξεγερμένη λαϊκή τάξη.

Γύρω από τους πρωταγωνιστές στροβιλίζεται ένας θίασος δευτερευόντων χαρακτήρων, ένας απόστρατος στρατηγός, ένας δικαστής χαρτόμουτρο, ο απαραίτητος παπατζής. Ταινία με ευρύ κοινωνικό πλαίσιο αναπαριστά μια Ελλάδα που εξελίσσεται συνεχώς.

xartopaixtra 1

Η κινηματογραφική μεταφορά του θεατρικού έργου του Δημήτρη Ψαθά ευτύχησε σε σενάριο και σκηνοθεσία Γιάννη Δαλιανίδη. Η σκηνή στο δικαστήριο είναι χαρακτηριστική της αμεσότητας με την οποία παίζουν οι ηθοποιοί σ’ ένα σκηνικό απολύτως αληθοφανές.

-Πάσο…
-Τα Ρέστα μου…
-Τα βλέπω…

“Η χαρτοπαίχτρα” αποδεικνύει ότι το γέλιο πηγάζει συνήθως από μια αντισυμβατική συμπεριφορά όπως αυτή της Ρένας Βλαχοπούλου.

Advertisement

Μία ματιά και εδώ..

Άγριλος: Πού βρίσκεται το περιβόητο χωριό του Μαυρογιαλούρου (βίντεο)

Άγριλος
Σχεδόν εξήντα χρόνια έχουν περάσει από εκείνο το προσκλητήριο για τα εγκαίνια του μαιευτηρίου στην Πλατανιά, κι...

Ο μικρός δραπέτης 1968-1969

Ο μικρός δραπέτης
Η ταινία, "Ο μικρός δραπέτης" προβλήθηκε τη σαιζόν 1968-1969 και έκοψε 226.993 εισιτήρια. Ήρθε στην 32η θέση...