Η Λιλή Ντερτίμα ήταν χωρίς αμφιβολία η ερωτική φαντασίωση όσων τώρα είναι 40+. Δεν θα ήταν υπερβολή να πει κανείς πως η Βίνα Ασίκη είχε το όνομα, αλλά η Λιλή Ντερτίμα τη χάρη.
Η χρυσή εποχή της βιντεοκασέτας, μπορεί να ανέδειξε πολλά θηλυκά, η συγκεκριμένη, όμως, μπαίνει σίγουρα στην πεντάδα με τις ωραιότερες κυρίες που είδαμε στις κλασσικές παραγωγές των ‘80s.
Πιθανότατα το όνομά της να μη λέει και πολλά στους νεότερους, οι 40+ όμως πίνουν μέχρι σήμερα νερό στ’ όνομά της.
Υπήρξε, βλέπετε, μία από τις συνηθέστερες ερωτικές φαντασιώσεις των εφήβων της εποχής, αφού κάτι το ξανθό της μαλλί, κάτι το προκλητικό της βλέμμα και κάτι το σούπερ σέξι, χυμώδες κορμί που διέθετε δεν υπήρχε περίπτωση να μην τραβήξει τα βλέμματα επάνω της.
Παραδόξως, η γυναίκα αυτή ούτε την καριέρα της Ασίκη έκανε, ούτε της δόθηκαν ποτέ ρόλοι που χάριζαν στο κοινό την ευκαιρία να τη χορτάσει.
Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου έχει κατακτήσει την δική της ξεχωριστή θέση στην ιστορία του λαϊκού τραγουδιού. Διέπρεψε ως στιχουργός κυρίως την δεκαετία του ’50, υπογράφοντας τους στίχους αξέχαστων τραγουδιών, που είχαν μελοποιήσει συνθέτες σαν τον Βασίλη Τσιτσάνη, τον Μανώλη Χιώτη, τον Απόστολο Καλδάρα, τον Αντώνη Ρεπάνη και τον Μπάμπη Μπακάλη.
Στην προσωπική της ζωή ήταν μια συναρπαστική και αντιφατική γυναίκα, με τα πάθη και τις αδυναμίες της, που δεν συμμορφώθηκε με τους κανόνες.
Η Ευτυχία Χατζηγεωργίου – Οικονόμου γεννήθηκε το 1893 στο Αϊδίνιο της Μικράς Ασίας το 1896 (έχουν αναφερθεί και τα χρόνια 1894 και 1896). Φοίτησε στο Γυμνάσιο της Σμύρνης και απέκτησε πτυχίο δασκάλας. Αργότερα θα την συναντήσουμε με το επώνυμο Νικολαϊδου (το επώνυμο του πρώτου της συζύγου) και τελικά ως Παπαγιαννοπούλου (το επώνυμο του δεύτερου συζύγου της).
Τα πρώτα χρόνια στην Αθήνα
Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου, αντί για δασκάλα, δούλεψε ως ηθοποιός (1926-1942). Μέσα της είχε το «μικρόβιο» της ηθοποιού και ήταν αυτό, που την οδήγησε κάποια στιγμή να παρατήσει τα πάντα, να διαλύσει τον πρώτο γάμο της και να γίνει θεατρίνα. Δούλεψε σε μπουλούκια και θεατρικές σκηνές, για καιρό μάλιστα και στο θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’40, σε μεγάλη ηλικία πλέον, άρχισε να γράφει στίχους, συνεργαζόμενη με λαϊκούς συνθέτες της εποχής.
Με τον Βασίλη Τσιτσάνη έγραψε τα πρώτα της τραγούδια (Πήρα τη στράτα κι έρχομαι, Γκιουλμπαχάρ, κ.ά.), συνεργάστηκε με τον Μανώλη Χιώτη (Ηλιοβασιλέματα, Περασμένες μου αγάπες κ.α), με τον Απόστολο Καλδάρα (Στ’ Αποστόλη το κουτούκι, Πήρα απ’ τη νιότη χρώματα, Όνειρο απατηλό κ.α) και με πολλούς άλλους συνθέτες.
Ο Μάνος Χατζιδάκις έγραψε σε στίχους της το, “Είμ’ αητός χωρίς φτερά” και ο Σταύρος Ξαρχάκος το, “Τι έχει και κλαίει το παιδί”.
Το πάθος της με την χαρτοπαιξία
Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου δεν ενδιαφέρθηκε για την υστεροφημία της και ούτε επεδίωξε την κατοχύρωση των στίχων στο όνομά της. Το μόνο που την ενδιέφερε ήταν να τα πουλάει με το κομμάτι (από 200 έως 300 δραχμές) και να διοχετεύει τα έσοδά της από την στιχουργική στο μεγάλο της πάθος που ήταν η χαρτοπαιξία.
«Εγώ γράφω τραγούδια και τα πουλώ. Από κει και πέρα δεν ανακατεύομαι αν θα πιάσουν ή όχι, αν θα βγουν ή δε θα βγουν σε δίσκους. Μόλις τα παραδώσω υπογράφω και μια δήλωση παραιτήσεως από διάφορα δικαιώματα, ας πούμε απαρνούμαι τα πνευματικά μου τέκνα» είχε δηλώσει σε μια συνέντευξή της στην εφημερίδα, “Ακρόπολις” το 1961.
Για αυτό τον λόγο δεν έχει βεβαιωθεί, πόσα από τα πολλά τραγούδια της που μελοποιήθηκαν της ανήκουν. Εκείνη την περίοδο, μέσα από τις συνεντεύξεις της, αποκάλυψε μερικά από τα τραγούδια που της ανήκαν.
Όταν διεκδίκησε την πατρότητα των στίχων για τα “Καβουράκια”, ο Βασίλης Τσιτσάνης βγήκε δημοσίως και την διέψευσε, λέγοντας ότι απλώς του είχε πάει ένα προσχέδιο, ύστερα από παραγγελία του.
«Αλλο της παρήγγειλα και άλλο μου έφερε. Εγώ το άλλαξα και το’ κανα έτσι όπως το ξέρει σήμερα όλη η Ελλάδα», είχε δηλώσει σε συνέντευξή του. Αντίθετα, ο Στέλιος Καζαντζίδης παραδέχτηκε ότι οι στίχοι του τραγουδιού, “Δυο πόρτες έχει η ζωή” είναι δικοί της.
Μαρινέλλα, Στέλιος Καζαντζίδης και Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου.
Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου πέθανε στην Αθήνα άρρωστη, γεμάτη πίκρα και ξεχασμένη απ’ τους φίλους της που τόσο βοήθησε. Κηδεύτηκε στις 08 Ιανουαρίου του 1972 στο “Νεκροταφείο Παλαιού Φαλήρου”.
Η γιαγιά μου η Ευτυχία
Το 2003, η εγγονή της Ρέα Μανέλη εξέδωσε το βιβλίο, “Η γιαγιά μου η Ευτυχία” στο οποίο αποτυπώνεται, με εξαιρετικά γλαφυρό τρόπο, η πολυτάραχη ζωή και η δυνατή προσωπικότητα της, έτσι όπως την έζησε η εγγονή της από τα παιδικά της χρόνια.
Το 2007, ο Πέτρος Ζούλιας με βάση το βιβλίο της Μανέλη έγραψε και σκηνοθέτησε τον θεατρικό μονόλογο, “Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου” τον οποίο ερμήνευσε επί σκηνής η Νένα Μεντή.
Το 2019, ο σκηνοθέτης Άγγελος Φραντζής γύρισε σε ταινία τον πολυκύμαντο βίο της με τίτλο, “Ευτυχία” με πρωταγωνίστριες την Κάτια Γκουλιώνη και την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, οι οποίες υποδύθηκαν την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου σε διαφορετικές περιόδους της ζωής της.
Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου: Οι άγνωστες ιστορίες πίσω από τα πιο διάσημα τραγούδια της
Δύο πόρτες έχει η ζωή – Στέλιος Καζαντζίδης
Ένα τραγούδι που έκανε τόσο τεράστια επιτυχία, που το 1959 σε μια πολύ δύσκολη εποχή για την Ελλάδα κατάφερε να πουλήσει 100.000 αντίτυπα, σπάζοντας το ρεκόρ του Μάνου Χατζιδάκι για το “Γαρύφαλλο στ’ αυτί”. Σε μια περίοδο που πολλοί δεν ήθελαν να παραδεχτούν ότι οι στίχοι των τραγουδιών τους ήταν της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου, ο Στέλιος Καζαντζίδης το είχε δηλώσει ανοιχτά. Έτσι, τώρα γνωρίζουμε το συγκεκριμένο τραγούδι ως μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της Ευτυχίας.
Μαντουβάλα – Στέλιος Καζαντζίδης
Άλλο ένα διάσημο τραγούδι του Καζαντζίδη σε στίχους Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου. “Μαντουβάλα” στα Ινδικά σημαίνει “γλυκό κορίτσι”, αλλά πίσω από αυτό το τραγούδι κρύβεται μια τραγική ιστορία.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’50, όταν κυκλοφόρησε και το τραγούδι, το Bollywood γνώριζε τεράστια άνθηση. Έτσι, πολλές διάσημες Ινδικές ταινίες είχαν φτάσει και στο ελληνικό κοινό, ενώ κάποιοι συνθέτες διασκεύασαν τα τραγούδια των ταινιών εκείνων.
Μεταξύ αυτών και ο Καζαντζίδης που ενθουσιάστηκε με την ταινία, “Ο Αλήτης της Βομβάης” και εμπνεύστηκε από την ομορφιά της Ινδής ηθοποιού Μαντουμπάλα για να διασκευάσει την Ινδική μελωδία.
Το τραγούδι στην Ελλάδα έγινε ανάρπαστο, η “πραγματική” Μαντουμπάλα, όμως, έπασχε από μία καρδιακή πάθηση που της στέρησε τη ζωή σε ηλικία μόλις 36 ετών. Από την άλλη, η Παπαγιαννοπούλου είχε μόλις χάσει την κόρη της, δίνοντας ακόμα πιο πονεμένο νόημα στους στίχους του τραγουδιού.
Καβουράκια – Βασίλης Τσιτσάνης
Τα “καβουράκια” είναι άλλο ένα διάσημο τραγούδι της Ευτυχίας, που έχει μεγαλώσει γενιές και γενιές, χωρίς να ξέρουμε ποιος το έχει γράψει. Μάλιστα, αυτό το τραγούδι είναι ιδιαίτερα σημαντικό, διότι αποτέλεσε θέμα μεγάλης διαμάχης για τους άλλοτε φίλους Τσιτσάνη και Παπαγιαννοπούλου.
Από την μια, η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου δεν είχε διεκδικήσει από την αρχή τα δικαιώματα για το τραγούδι, από την άλλη ο διάσημος συνθέτης ισχυρίζεται ότι εκείνος είχε εμπνευστεί τα λόγια και το θέμα του τραγουδιού που είχε “παραγγείλει” από την Ευτυχία, ενώ στο τέλος το τροποποίησε κιόλας.
Ο Γρηγόρης Μπιθικωτσης και η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου.
Είμαι αϊτός χωρίς φτερά – Μάνος Χατζιδάκις
Το 1963, σε μια εποχή που οι παλιοί λαϊκοί δημιουργοί και ρεμπέτες δεν είχαν πια την τιμητική τους, καθώς ένα νέο είδος, το “έντεχνο” λαϊκό, ξεπρόβαλε, ο Μάνος Χατζιδάκις ήταν από τους ανθρώπους που ήθελε να κρατήσει το “καλό” λαϊκό τραγούδι ζωντανό.
Έτσι, μελοποίησε με ενθουσιασμό τους στίχους της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου, κάνοντας μάλιστα και πάλι τη διαφορά, βάζοντας το όνομα της στον δίσκο. Αυτή η κίνηση του Χατζιδάκι αποτέλεσε μια “ανάσα” για την ηλικιωμένη πλέον στιχουργό που δεν τα έβγαζε εύκολα πέρα. Στη συνέχεια, το συγκεκριμένο τραγούδι ερμηνεύτηκε από τον Μπιθικώτση, με την φωνή του οποίου έγινε και διάσημο.
Φυσικά, η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου είναι υπεύθυνη για πολλές ακόμα επιτυχίες, όπως τα «Ηλιοβασιλέματα», «Περασμένες μου αγάπες», «Γυάλινος κόσμος», «Όνειρο απατηλό», «Στο τραπέζι που τα πίνω», «Ρίξτε στο γυαλί φαρμάκι», «Μου σπάσανε το μπαγλαμά», «Η διπρόσωπη», «Ένας αϊτός γκρεμίστηκε», «Συρματοπλέγματα βαριά», «Η Μαλάμω», «Πετραδάκι, πετραδάκι», «Του ντερβίση το πιοτό» και πολλά άλλα.
Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου έφυγε ξεχασμένη από όσους ευεργέτησε. Στη φωτογραφία με τον τραγουδιστή, Κώστα Καρουσάκη που στάθηκε δίπλα της ως το τέλος.
Αυτές, όμως, ήταν μερικές από τις πιο ενδιαφέρουσες ιστορίες πίσω από τα πιο διάσημα ελληνικά τραγούδια, που αποδεικνύουν ότι η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου ήταν μία καταλυτική δύναμη για το ελληνικό τραγούδι, ακόμα και αν δεν το γνώριζαν οι περισσότεροι.
Η ταινία, “Καλάβρυτα 1943” προβλήθηκε τη σεζόν 2021-2022 και έκοψε 75.900 εισιτήρια στην Ελλάδα το 2021. Προβλήθηκε στο 62ο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και κέρδισε το βραβείο καλύτερης ταινίας από την Επιτροπή́ του Βραβείου Νεότητας.
-Στα βραβεία της ελληνικής ακαδημίας κινηματογράφου 2022 ήταν υποψήφια για καλύτερα οπτικά εφέ, μακιγιάζ, ενδυματολογία και σκηνογραφία.
Η ταινία πραγματοποίησε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο 62ο Διεθνές Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης στις 6 Νοεμβρίου 2021. Η διανομή της στις κινηματογραφικές αίθουσες έχει προγραμματιστεί στις 11 Νοεμβρίου.
-Το τρέιλερ της ταινίας προκάλεσε αντιδράσεις, καθώς απεικονίζει ένα Γερμανό στρατιώτη να ανοίγει την πόρτα στο φλεγόμενο σχολείο, με αποτέλεσμα όσοι είναι μέσα να διαφύγουν, και ο σκηνοθέτης κατηγορήθηκε από απογόνους των θυμάτων και τοπικούς φορείς για παραχάραξη της ιστορίας.
Οργή από απογόνους του Ολοκαυτώματος για την ταινία, “Καλάβρυτα 1943” – «Δεν υπήρχε ναζί που μας βοήθησε»
Η ταινία, “Καλάβρυτα 1943” προσπαθεί να μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη μία από τις μεγαλύτερες θηριωδίες των ναζί. Το Δεκέμβρη του 1943 οι ναζί εκτέλεσαν 500 άτομα και έκαψαν το χωριό των Καλαβρύτων, γράφοντας μία από τις πιο μαύρες ιστορίες της κατοχής στην Ελλάδα.
Η ταινία, στην οποία συμπαραγωγός είναι η ΕΡΤ και πρωταγωνιστής ο σπουδαίος Σουηδός ηθοποιός, Μαξ φον Σίντοφ, είχε προκαλέσει αντιδράσεις στην τοπική κοινωνία πριν ακόμα προβληθεί στους κινηματογράφους. Το τρέιλερ που κυκλοφόρησε είχε εξοργίσει, τοπικούς φορείς και απογόνους του Ολοκαυτώματος.
Όπως αναφέρει η εφημερίδα «Πελοπόννησος», η Ένωση Θυμάτων Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος καταγγέλλει τους υπεύθυνους της ταινίας για παραχάραξη των ιστορικών γεγονότων και αναβίωση μύθων που εξυπηρετούν αλλότριους σκοπούς.
Ειδικότερα σημειώνουν πως στην ταινία επιχειρείται η αναβίωση του μύθου περί περί του δήθεν «καλού» Αυστριακού Ναζί, που με δική του πρωτοβουλία και παρακούοντας τις εντολές των ανωτέρων του, ανοίγει τάχα την πόρτα του ήδη πυρπολημένου Δημοτικού Σχολείου, για να «σώσει» τα γυναικόπαιδα!
Πρόκειται για ένα προκλητικό μύθευμα, το οποίο έχει διαψευστεί από όλους τους αυτόπτες μάρτυρες – εγκλείστους του Σχολείου και επίσημα από το Δημοτικό Συμβούλιο των Καλαβρύτων, αλλά παρ’ όλα αυτά -άγνωστο για ποιους λόγους- οι υπεύθυνοι της ταινίας, συμπεριέλαβαν στην ιστορία.
Οι κάτοικοι είχαν επισημάνει αυτό το στοιχείο στους υπεύθυνους
Όπως είχε αποκαλύψει ο κ. Χαρίλαος Ερμείδης, Πρόεδρος της Ένωσης Θυμάτων Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος και πρ. Αντιδήμαρχος Καλαβρύτων, τόσο ο ίδιος όσο και άλλοι Καλαβρυτινοί, είχαν επισημάνει αυτό το στοιχείο στους υπευθύνους της ταινίας, όταν είχαν φθάσει στα Καλάβρυτα προκειμένου να μάθουν τα πραγματικά περιστατικά της θηριωδίας. Μάλιστα, όπως υποστηρίζει ο Πρόεδρος, οι υπεύθυνοι είχαν υποσχεθεί να μην το συμπεριλάβουν στην ταινία.
Επιπλέον η Ένωση, μέσω επίσημου εγγράφου που τους είχε αποστείλει τότε, τους είχε προειδοποιήσει ότι σε περίπτωση που η ταινία με καθιονδήποτε τρόπο δεν σεβαστεί την μνήμη των θυμάτων και των απογόνων τους, τότε θα κινούνταν δικαστικά εναντίον τους.
Ο κ. Ερμείδης, διαμηνύει, ότι εφόσον πράγματι στην ταινία περιλαμβάνεται αυτός ο μύθος, ή και οποιαδήποτε άλλη ιστορική παραχάραξη, η Ένωση, πιθανότατα και με άλλους Φορείς, θα ακολουθήσουν τη νομική οδό!
Περίληψη της ταινίας, “Καλάβρυτα 1943”
Η Καρολάιν Μάρτιν, δικηγόρος και εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης εναντίον της ελληνικής αξίωσης για πολεμικές αποζημιώσεις για την περίοδο της ναζιστικής κατοχής, επισκέπτεται την Ελλάδα και συναντά τον Νικόλα Ανδρέου, έναν από τους τελευταίους εν ζωή επιζήσαντες της Σφαγής των Καλαβρύτων του 1943.
Όσο ο Νικόλας εξιστορεί τα γεγονότα του παρελθόντος, οι δυό τους θα αντιπαρατεθούν με τις προσωπικές τους προκαταλήψεις και πεποιθήσεις σε μια επίπονη αναμέτρηση που θα τους φέρει πιο κοντά. Το καθαρτήριο αυτό ταξίδι μέσα από ένα σκοτεινό κεφάλαιο της ιστορίας θα καταλήξει στην αναγνώριση μιας αμοιβαίας ανάγκης: την αναζήτηση της ελπίδας.
Η ταινία, “Ευτυχία” προβλήθηκε τη σεζόν 2019-2020 και έκοψε 667.217 εισιτήρια. Ήρθε στην 1η θέση σε 13 υποψηφιότητες.
Η “Ευτυχία” είναι ελληνική δραματική βιογραφική ταινία του 2019, σε σενάριο Κατερίνας Μπέη και σκηνοθεσία Άγγελου Φραντζή. Η ταινία ακολουθεί τη ζωή της στιχουργού Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου. Πρωταγωνιστούν η Κάτια Γκουλιώνη και η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη.
Η ταινία βασίζεται στον ταραχώδη βίο και το σπουδαίο έργο που κληρονόμησε η ελληνική μουσική από τη μεγαλειώδη πένα της στιχουργού Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου. Αντλεί έμπνευση από τα πάθη και τις αδυναμίες αυτής της πληθωρικής, αντισυμβατικής και πρωτοπόρου γυναίκας, που άφησε ανεξίτηλο το σημάδι της στο λαϊκό τραγούδι.
Η μοναδική της προσωπικότητα αποτυπώθηκε στους στίχους της που έγιναν μερικές από τις μεγαλύτερες και διαχρονικότερες επιτυχίες, όπως τα “Περασμένες μου αγάπες”, “Όνειρο απατηλό”, “Είμαι αητός χωρίς φτερά”, “Ηλιοβασιλέματα”, “Η φαντασία”, “Είσαι η ζωή μου”, “Μαντουμπάλα”, “Στ΄ Αποστόλη το κουτούκι”, “Πετραδάκι, πετραδάκι”, “Μου σπάσανε τον μπαγλαμά”, “Δυο πόρτες έχει η ζωή”, “Το τελευταίο βράδυ μου”, “Ρίχτε στο γυαλί φαρμάκι.
-Μέχρι την παρεμβολή του Διονύση Σαμιώτη, πέρασαν δύο χρόνια που υπήρχε η θέληση να γίνει η ταινία αλλά δεν υπήρχαν τα απαραίτητα κεφάλαια.
-Ο Άγγελος Φραντζής επιλέχθηκε από τον παραγωγό, την εποχή που ολοκλήρωνε το Ακίνητο Ποτάμι. Ο σκηνοθέτης διάβασε πρώτα το σενάριο, και ενέκρινε τη συμμετοχή του.
-Σύμφωνα με τον Σαμιώτη, πολύτιμη για την έναρξη γυρισμάτων ήταν η χρηματοδότηση με 250 χιλιάδες ευρώ από το ΕΚΟΜΕ μέσω επιστροφής επένδυσης (cash rebate).
-Επιλέχθηκε την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου να ενσαρκώσουν δύο ηθοποιοί, η Κάτια Γκουλιώνη και η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, καθότι η ταινία κάλυπτε το χρονικό διάστημα από το 1922 μέχρι το θάνατό της. Ο Άγγελος Φραντζής δήλωσε ότι για ένα τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα δεν θα έπειθε η χρήση μίας ηθοποιού.
Η Κάτια Γκουλιώνη και η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη χρειάστηκε να περάσουν αρκετό χρόνο μαζί με πρόβες και αυτοσχεδιασμό, αλλά και να παίξει η μία τις σκηνές της άλλης, με απώτερο σκοπό να ταιριάζουν οι ερμηνείες τους.
-Η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη δεν ήταν καπνίστρια, αλλά για τις ανάγκες της ταινίας αναγκάστηκε να καπνίσει πολλά άφιλτρα τσιγάρα.
-Στην ταινία εμφανίστηκαν 71 ηθοποιοί και 900 κομπάρσοι, ενώ τα γυρίσματα έγιναν σε 32 διαφορετικούς χώρους. Λόγω της δυσκολίας να γυριστεί ταινία εποχής στην Αθήνα, κατασκευάστηκαν κάποια σκηνικά, όπως η γειτονιά στην οποία έμενε η Ευτυχία μετά το διαζύγιό της
-Κόβοντας συνολικά 667.217 εισιτήρια, δεν έγινε μόνο η ελληνική εμπορική επιτυχία της χρονιάς, αλλά και μία από τις εμπορικότερες του ελληνικού κινηματογράφου. Έφτασε να προβάλλεται επί 36 εβδομάδες. Σε καμία όμως άλλη χώρα δεν πήρε διανομή.
-Η ταινία άνοιξε στη δεύτερη θέση του ελληνικού box office το τετραήμερο 19 με 22 Δεκεμβρίου 2019, με 51.471 εισιτήρια από 109 αίθουσες πανελλαδικά, πίσω από την πρεμιέρα του Star Wars: Skywalker, η Άνοδος.
Έκλεισε την πρώτη εβδομάδα προβολής με 84.843 εισιτήρια. Στο δεύτερο τετραήμερο προβολής η ταινία σχεδόν διπλασίασε τα εισιτήρια που έκοψε το πρώτο τετραήμερο.
Η ταινία έκοψε το τετραήμερο 101.348 εισιτήρια από 126 οθόνες, περνώντας έτσι στην κορυφή του ελληνικού box office, ενώ τα συνολικά της εισιτήρια το πρώτο δεκαήμερο προβολής είχαν φτάσει τα 186.196 εισιτήρια.
Η ταινία παρέμεινε στην κορυφή του box office και την τρίτη εβδομάδα προβολής, με μικρή πτώση, κόβοντας 91.782 εισιτήρια, ενώ την επόμενη μέρα, την αργία των Θεοφανίων, έκοψε άλλα 19.831 εισιτήρια, φτάνοντας τα 331.431 εισιτήρια.
Παρέμεινε στην κορυφή του Box office την 4η εβδομάδα προβολής, με 63.261 εισιτήρια, την πέμπτη εβδομάδα έχασε την πρωτιά από το 1917 για περίπου 1.000 εισιτήρια, αλλά ξεπέρασε τα 500.000 εισιτήρια συνόλου καριέρας.
Επανήλθε στην κορυφή την 6η εβδομάδα προβολής, με 31.803 εισιτήρια και πτώση 24%, φτάνοντας τα 571.159 συνολικά εισιτήρια.
Η ταινία επανήλθε στο τοπ 10 το τετραήμερο 20-23 Αυγούστου, την 36η εβδομάδα κυκλοφορίας, με 701 εισιτήρια, φτάνοντας σε σύνολο τα 667.217 εισιτήρια.
-Το τραγούδι Ευτυχία γράφτηκε από τον Μίνω Μάτσα, σε στοίχους Σοφίας Καψούρου, κι ερμηνεύεται από τους: Γιώργος Νταλάρας, Ελεωνόρα Ζουγανέλη, Κώστας Τριανταφυλλίδης, Μαρία Κίτσου.
Στις νέες εκτελέσεις των κλασικών κομματιών ακούγονται οι: Σταυρούλα Εσαμπαλίδη, Κώστας Τριανταφυλλίδης, Ασπασία Στρατηγού, Βασίλης Προδρόμου και Κατερίνα Ευγενικού.
Κριτική της ταινίας, “Ευτυχία”
Η ταινία έχει λάβει καλές προς μέτριες κριτικές. Ο Χρήστος Μήτσης χαρακτήρισε την παραγωγή φροντισμένη και σχολίασε θετικά τις ερμηνείες, όμως θεώρησε ότι δεν αναπτύχθηκε η σχέση της πρωταγωνίστριας με τα τραγούδια της και ότι το χιούμορ δεν ήταν αρμονικό.
Έδωσε στην ταινία 2,5 από 5 αστέρια. Την ίδια βαθμολογία έδωσε και ο Αιμίλιος Χαρμπής της “Καθημερινής”, ο οποίος σχολίασε ιδιαίτερα θετικά την ερμηνεία της Κάτιας Γκουλιώνη, αλλά ανέφερε ότι στην ταινία υπάρχουν «αρκετές υπερβολές και κάποιες γραφικότητες».
Ο Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος, από τη “Lifo”, χαρακτήρισε την ταινία έξοχο πορτρέτο και σχολίασε θετικά τις ερμηνείες, ιδιαίτερα της Καρυοφυλλιάς Καραμπέτη και του Πυγμαλιώνα Δαδακαρίδη και έδωσε στην ταινία 3,5 από 5 αστέρια.
Ο Ηλίας Φραγκούλης από το “freecinema.gr” χαρακτήρισε την ταινία με 4 στα 5 αστέρια, και εγκωμίασε τις ερμηνείες, τη συνέργεια σκηνοθεσίας και σεναρίου και το δέσιμο των τραγουδιών.
Βραβεύσεις της ταινίας, “Ευτυχία”
Στα βραβεία Ίρις 2020 της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου η ταινία, “Ευτυχία” κέρδισε 8 βραβεία, συμπεριλαμβανομένων των βραβείων καλύτερης ταινίας, από 13 υποψηφιότητες, τις περισσότερες από κάθε ταινία εκείνη τη χρονιά.
Αναλυτικά κατέκτησε τα βραβεία:
Βραβείο Μεγάλου Μήκους Ταινίας Μυθοπλασίας Βραβείο Α’ Ανδρικού Ρόλου: Πυγμαλίων Δαδακαρίδης Βραβείο Β’ Γυναικείου Ρόλου: Κάτια Γκουλιώνη Βραβείο Β’ Ανδρικού Ρόλου: Θάνος Τοκάκης
Βραβείο Μακιγιάζ: Δήμητρα Γιατράκου Βραβείο Ήχου: Νίκος Μπουγιούκος, Κώστας Βαρυμποπιώτης, Άρης Λουζιώτης Βραβείο Ενδυματολογίας: Ιουλία Σταυρίδου Βραβείο Σκηνογραφίας: Μιχάλης Σαμιώτης, Γιάννης Παπαδόπουλος
Η ταινία αφηγείται τη ζωή της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου, στιχουργού με πολυτάραχη ζωή και έντονη προσωπικότητα σε διαδοχικά φλασμπάκ κατά τη διάρκεια τιμητικής εκδήλωσης για την πρωταγωνίστρια.
Η ταινία αρχίζει το 1922, με την Μικρασιατική Καταστροφή και την μετεγκατάσταση της Ευτυχίας μαζί με την μητέρα και τις κόρες της από το Αϊδίνιο στην Αθήνα. Στην Αθήνα την υποδέχεται ο άντρας της, Κώστας Νικολαΐδης, ένας πλούσιος άντρας με τον οποίο όμως δεν είναι ερωτευμένη.
Η Ευτυχία προσπαθεί να ξεφύγει από τον γάμο της και αρχίζει να ασχολείται με τις Τέχνες, αρχικά μέσω της υποκριτικής. Εκείνη την περίοδο αρχίζει να σημειώνει στίχους σε χαρτάκια.
Συνάπτει ερωτικό δεσμό με τον ηθοποιό Νίκο Αλεξίου και τον ακολουθεί στους περιοδεύοντες θιάσους, αλλά χωρίζουν μετά από καυγά, όταν ο μεθυσμένος Νίκος την βρίσκει να τζογάρει τον μισθό της στα χαρτιά.
Γνωρίζει την Μαρίκα Κοτοπούλη, όμως αντιλαμβάνεται ότι αυτή η ζωή δεν της αρέσει και εγκαταλείπει την υποκριτική. Ο σύζυγός της δεν της δίνει διαζύγιο, οπότε και αναγκάζεται να φύγει μαζί με μόνο μία από τις κόρες της, γεγονός που της προκαλεί έντονη θλίψη.
Θέλει να πάρει την μεγάλη κόρη της, αλλά όταν εκείνη τρέχει να ξεφύγει, εκείνη γυρνάει και παίρνει την μικρή. Στο νέο της σπίτι υποδέχεται στην οικογένειά της τον Λουκά, ένα ομοφυλόφιλο νεαρό ο οποίος της κάνει τα χατίρια, όπως π.χ. της αγοράζει τσιγάρα.
Αρχίζει να έχει σχέση με τον Γιώργο Παπαγιαννόπουλο, αστυνόμο με λογοτεχνικά ενδιαφέροντα, τον οποίο γνώρισε στη βιβλιοθήκη. Αργότερα τον παντρεύεται, ενώ παράλληλα η καριέρα της ως στιχουργός εξελίσσεται.
Η Ευτυχία αρχίζει σιγά σιγά να προσελκύει την προσοχή των λαϊκών τραγουδιστών και συνθετών, αρχίζοντας από τον Βασίλη Τσιτσάνη, και ταυτόχρονα ωριμάζει, αλλά οι τοκογλύφοι την κυνηγούν για χρέη που απέκτησε λόγω του εθισμού της στα χαρτιά. Τελικά ο πρώτος της άντρας της δίνει διαζύγιο.
Ο θάνατος της μητέρας της εκείνη την περίοδο είναι ένα γεγονός συντριπτικό για την ίδια. (Έως εκείνο το χρονικό σημείο την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου υποδυόταν η Κάτια Γκουλιώνη, ενώ πλέον την υποδύεται η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη).
Στην οικογένεια έχουν επιστρέψει και οι δύο κόρες, με τη μεγάλη κόρη να παντρεύεται τον ηθοποιό Φραγκίσκο Μανέλλη, με τον οποίο αποκτά μια κόρη. Η Ευτυχία εξακολουθεί να γράφει στίχους και να τους μοιράζει στους συνθέτες της εποχής, όπως ο Απόστολος Καλδάρας, και της αποδίδουν σταθερό εισόδημα, το οποίο όμως ξοδεύει στην χαρτοπαιξία.
Ο Γιώργος ανακαλύπτει ότι έχει σοβαρό πρόβλημα υγείας, το οποίο αποκρύπτει από τους υπόλοιπους, αν και ο Λουκάς το μαθαίνει. Ένα βράδυ που η οικογένεια γιορτάζει, εκείνος καταρρέει και πεθαίνει. Η χήρα πλέον Ευτυχία συνεχίζει να γράφει στίχους, όμως επειδή δεν πλήρωνε τα ενοίκια, η οικογένεια αναγκάζεται να μετακομίσει.
Η κόρη της έχει φύγει στο εξωτερικό, καθώς ο Φραγκίσκος διώκεται για την πολιτική ιδεολογία του, αλλά μαθαίνει ότι την απατά και χωρίζουν. Μια μέρα που γυρίζει μαζί με την κόρη της, η Μαίρη χάνει τις αισθήσεις και μεταφέρεται στο νοσοκομείο, όπου μερικές μέρες αργότερα καταλήγει. Λίγο αργότερα, η Ευτυχία γράφει ένα τραγούδι για τον Μάνο Χατζιδάκι.
Η ταινία τελειώνει με την Ευτυχία να κάθεται σε ένα παγκάκι, όπου την συναντούν η μητέρα της, ο άντρας της και η κόρη της.
Η ταινία, “Τραγούδια της φωτιάς” έκοψε 63.987 εισιτήρια. Ήρθε στην 7η θέση σε 47 ταινίες.
Η ταινία ήταν συμπαραγωγή της “Φίνος Φιλμ” και του Νίκου Κούνδουρου. Η διανομή και εκμετάλλευση της ταινίας ανήκει πλέον στον Νίκο Κούνδουρο.
Ο Νίκος Κούνδουρος έχει πει: «Το μόνο ντοκιμαντέρ που έχω φτιάξει, μια ταινία συντεθειμένη από φωνές και αιτήματα όπως αυτά διαμορφώθηκαν στους δρόμους της Αθήνας αμέσως μετά την παλινόρθωση της Δημοκρατίας. Μια ταινία ωδή στη λευτεριά».
Περίληψη της ταινίας, “Τραγούδια της φωτιάς”
Με αφορμή και επίκεντρο τη μαγνητοσκόπηση δύο πολύ σημαντικών συναυλιών, αυτής που έγινε στο Στάδιο Καραϊσκάκη με το Μίκη Θεοδωράκη και αυτής που έγινε στο γήπεδο του Παναθηναϊκού με το Γιάννη Μαρκόπουλο, αμέσως μετά την πτώση της Χούντας (Ιούλιος 1974) καθώς επίσης και άλλες μαζικές εκδηλώσεις που έγιναν στην Αθήνα το Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς για την πρώτη επέτειο του Πολυτεχνείου.
Η ταινία αποτυπώνει με γλαφυρότητα και συνέπεια το κλίμα που επικρατούσε μετά την πτώση της Χούντας. Κατά την διάρκεια της ταινίας μιλάει ο αγωνιστής Χρήστος Ρεκλείτης, που έλαβε μέρος στην Αντίσταση εναντίον της δικτατορίας, και ο οποίος περιγράφει όλα τα φριχτά βασανιστήρια στα οποία υπεβλήθη στα χέρια της Ασφάλειας κατά τη διάρκεια της επταετίας, κατονομάζοντας στη διήγησή του όλους τους βασανιστές του.
Κριτική: Βασίλης Σωτηρόπουλος
Βρισκόμαστε στις πρώτες μέρες της μεταπολίτευσης του 1974. Η Αθήνα είναι ένα καζάνι που μόλις έχει σκάσει: παντού διοργανώνονται συναυλίες και εκδηλώσεις για την πτώση της δικτατορίας. Οι κινηματογραφιστές της εποχής παίρνουν στα χέρια τους κάμερες και ξαμολιούνται στους δρόμους, να καταγράψουν τον παλμό αυτών των ιστορικών ημερών.
Ο Νικος Κουνδουρος τότε ήταν ήδη ένας καταξιωμένος σκηνοθέτης-σταρ της ελληνικής κινηματογραφίας, έχοντας περάσει μάλιστα και από τη Μακρόνησο για τις ιδέες του. Η μεταπολιτευτική Αθήνα, τα παθιασμένα πλήθη και τα πανηγύρια τον ερεθίζουν να γυρίσει ένα ντοκιμανταίρ.
Το μόνο του ντοκιμανταίρ. Μαζί με πέντε διευθυντές φωτογραφίας, μεταξύ των οποίων ο Νικος Καβουκιδης και ο Νικος Γαρδελης, γυρίζουν μια ταινία η οποία, κατά τον κύριο κορμό της αποτελείται από live ερμηνείες τραγουδιών σε κατάμεστα στάδια.
Ο Νταλάρας («Ήλιε μου σε παρακαλώ», «Γοργόνα Παναγιά», «Ζαβαρακατρανέμια», «Στη μια γωνιά», «Σε τούτα εδώ τα μάρμαρα»), ο Ξυλούρης («Μπήκαν στην πόλη οι οχτροί», «Πόσα χρόνια δίσεκτα»), ο Μανος Λοϊζος («Τσε Γκεβάρα»), η Μερκουρη («Το καφενείον η Ελλάς», σε στίχους Κ.Χ.Μύρη [!] και «Πικρά καλοκαίρια»), και οι απαραίτητες Κωχ και Φαραντουρη.
Μαέστρος ο Μικης Θεοδωρακης στα ντουζένια του, εκείνη την εποχή, με την φουντωτή του κώμη να τινάσσεται σε κάθε «να τη, πετιέται». Η συγκίνηση του πλήθους έχει αποτυπωθεί στο φιλμ, στο οποίο κάθε κάμερα παρακολουθεί και την απέναντι κάμερα, την ώρα που καταγράφει τους τραγουδιστές.
Εκτός από την προφανή ιστορική και συγκινησιακή αξία που έχει η ταινία, αξίζει ως καταγραφή και για έναν άλλο λόγο: έχει πολύ ενδιαφέρον να δει κανείς τα ντυσίματα και το styling της εποχής. Κυριαρχούν τα πολύ μακριά μαλλιά, οι άτολμες καμπάνες (μη μας πουν και αμερικανάκια) και γενικότερα ένας μαγικός μεταπολιτευτικός ρεαλισμός, ανεπανάληπτος στα στυλιστικά ελληνικά δεδομένα.
Αυτό δεν σημαίνει ότι παρατηρείται ομοιομορφία ανάμεσα στους stars της εποχής. Η Μαρίζα Κωχ ερμηνεύοντας με new age τρόπο δημοτικά τραγούδια («Αρμενάκι» και «Στο πα και στο ξαναλέω») είναι ντυμένη με μια στολή μετα-καραγκούνας, η Φαραντούρη απηχεί τις στερεοτυπικές απεικονίσεις μιας αψεγάδιαστης κνίτισσας, η Μελινα;Θεοδωρακης κλέβει την παράσταση με το απλό και απέριττο μαύρο πουκάμισο-παντελόνι (όπως και ο κρητικός Ξυλούρης), το οποίο έκτοτε καθιέρωσε σε όλες τις εμφανίσεις του εκτός από το γνωστό μωβ ατόπημα που του είχε σχεδιάσει ο Vassileios Kostetsos για μια ηρωδειάτικη εκδοχή του Άξιον Εστί.
Η ταινία, όμως, παρά τον τίτλο της, δεν περιέχει μόνο τραγούδια. Περιέχει και «φωτιά». Παρακολουθούμε αποσπάσματα από μία κηδεία στην Κύπρο εκείνης της εποχής, όπου ο νεαρός Λοϊζος μόλις έχει δολοφονηθεί. Η κηδεία είναι μια σιωπηλή διαδήλωση με πλακάτ όπου αναγράφονται συνθήματα όπως «Murdered by C.I.A.» κ.λ.π.
Σε κάποια άλλη στιγμή της ταινίας παρακολουθούμε σκηνές από την 24/11/1974 στο κέντρο της Αθήνας, όπου τα πλήθη στο δρόμο ετοιμάζονται για μία πορεία, ενώ από μεγάφωνα ακούγεται η φωνή της Δαμανάκη και κάποιου «συντρόφου». Μετά τα «Μαλαματένια Λόγια» που τραγουδάει ο Χαλκιάς, παρακολουθούμε τη συνέντευξη του Χρήστου Ρεκλείτη, ο οποίος περιγράφει με λεπτομέρειες τα βασανιστήρια στα οποία υπεβλήθη στα χέρια της Ασφάλειας κατά τη διάρκεια της επταετίας.
Μάλιστα δίνει τα ονοματεπώνυμα των προσώπων που τον βασάνισαν. Η ταινία κλείνει με τον Μικη να θεριεύει με τη «Ρωμιοσύνη» και τους τραγουδιστές να τον περιστοιχίζουν.
Το δύσκολο έργο του μοντάζ ανέλαβε ο Αριστείδης Καρύδης-Φουκς, o oποίος παρέδωσε ένα άρτιο – για τα δεδομένα της εποχής – τελικό αποτέλεσμα.
Η ταινία, “Η τελευταία άνοιξη” προβλήθηκε τη σαιζόν 1972-1973. Η ταινία ήταν συμπαραγωγή της “Φίνος Φιλμ” και του Τάκη Κανελλόπουλου. Η διανομή και εκμετάλλευση της ταινίας ανήκει πλέον στον Τάκη Κανελλόπουλο.
-Πρόκειται για μια ανακεφαλαίωση των ζητημάτων που είχαν απασχολήσει τις προηγούμενες ταινίες του Τάκη Κανελλόπουλου.
Η ιστορία τεσσάρων φίλων που έχουν μεγαλώσει στην ίδια γειτονιά: της Αθηνάς, του Δημήτρη, του Νίκου και του Κώστα. Πριν από τον πόλεμο, ο Δημήτρης αγαπούσε την Αθηνά, ο Νίκος ήθελε να γίνει αρχαιολόγος κι ο Κώστας πετούσε περιστέρια. Ο πόλεμος τους χωρίζει. Ο Δημήτρης λιποτακτεί για χάρη της Αθηνάς, αλλά δεν της λέει την αλήθεια, ενώ τελικά εκτελείται για τη λιποταξία του.
Ο Κώστας βρίσκει έναν καλό φίλο, το συμπολεμιστή του Στάθη, ο οποίος πεθαίνει στιγματίζοντας τον Κώστα, ενώ ο Νίκος, μετά από καταδίωξή του από κάποιον εχθρό, βρίσκει για συντροφιά ένα φυλακισμένο πουλί που ανακαλύπτει μέσα σε ένα έρημο σπίτι και το απελευθερώνει σε ένα ξέφωτο.
Η ταινία, “Αιχμάλωτοι του μίσους” προβλήθηκε τη σαιζόν 1972-1973 και έκοψε 124.745 εισιτήρια. Ήρθε στην 14η θέση σε 64 ταινίες.
-Μια ταινία κοινωνικής καταγγελίας, που πραγματεύεται ένα από τα αγαπημένα θέματα του Νίκου Φώσκολου: Την ασυνείδητη προσπάθεια πλουτισμού σε βάρος όχι μόνο των ανθρώπων αλλά και των λαών.
-Εκείνη την εποχή, ο Νίκος Φώσκολος θεωρούνταν το “χρυσό αγόρι” της Ελληνικής showbiz, καθώς είχε να επιδείξει σημαντικά έργα, τόσο στο σινεμά με την “Υπολοχαγό Νατάσσα“, όσο και στην τηλεόραση με τον “Άγνωστο Πόλεμο”.
-Η Ζωή Λάσκαρη συνεργάζεται για πρώτη φορά με τον Νίκο Φώσκολο, μετά από 13 χρόνια συνεχούς συνεργασίας με τον Γιάννη Δαλιανίδη. -Η ταινία, κυκλοφόρησε και σε μορφή DVD στις 31 Δεκεμβρίου του 2008.
Περίληψη της ταινίας, “Αιχμάλωτοι του μίσους”
Η Βίκυ Κουβαριώτου (Ζωή Λάσκαρη) επιστρέφει στην Αθήνα σε άσχημη σωματική και ψυχολογική κατάσταση από τον εμφύλιο του Κονγκό, όπου ζούσε με την οικογένειά της. Βρίσκεται σε εύθραυστη ψυχολογική κατάσταση, καθώς πριν φύγει από την Αφρική έγινε μάρτυρας του θανάτου όλων των μελών της οικογένειάς της.
Ο Άγγελος φον Ζίραχ (Κώστας Καρράς), γερμανικής καταγωγής πλοιοκτήτης και επιχειρηματίας με πλούσιο φιλανθρωπικό έργο, αναλαμβάνει τη θεραπεία της, ενώ παράλληλα στηρίζει οικονομικά τον αδελφό της (Νίκος Δαδινόπουλος), που βρίσκεται στα πρόθυρα της χρεωκοπίας. Σταδιακά, ο φον Ζίραχ συνάπτει ερωτικό δεσμό με τη Βίκυ, την οποία βοηθάει να κάνει καριέρα στον χορό και το τραγούδι. Όταν της ζητά να παντρευτούν, εκείνη δέχεται την πρόταση, προς μεγάλη αγανάκτηση της Τζίνας (Ελένη Ανουσάκη), η οποία εκτός από γραμματέας του Άγγελου είναι και ερωμένη του.
Στη διάρκεια της έγγαμης ζωής του ζευγαριού, οι έντονες συναισθηματικές μεταπτώσεις του Άγγελου προβληματίζουν τη Βίκυ, η οποία σύντομα βρίσκεται αντιμέτωπη με μια πολύ σκληρή πραγματικότητα. Όπως την ενημερώνει η Τζίνα, ο σύζυγός της ασχολείται στην πραγματικότητα με το λαθρεμπόριο όπλων. Μέρος των προϊόντων τα οποία διακινεί παράνομα καταλήγουν στην Αφρική, σε πολεμικές αναμετρήσεις, όπως αυτή στην οποία η Βίκυ έχασε ολόκληρη την οικογένειά της. Η Βίκυ αποφασίζει να τον καταγγείλει ως λαθρέμπορο όπλων και έτσι ο σύζυγός της καταλήγει στη φυλακή.
Η ταινία, “Αυτοί που μίλησαν με τον θάνατο” προβλήθηκε τη σαιζόν 1969-1970 και έκοψε 277.395 εισιτήρια. Ήρθε στην 21η θέση σε 99 ταινίες.
-Η ταινία, “Αυτοί που μίλησαν με τον θάνατο” είναι ελληνικό πολεμικό δράμα του 1970 της Φίνος Φιλμ σε σενάριο και σκηνοθεσία Γιάννη Δαλιανίδη. Η ταινία παρουσιάζει την αντίσταση μιας παρέας νέων στην Αθήνα κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και τον έρωτα μεταξύ μιας νοσοκόμας (Ζωή Λάσκαρη) και ενός στρατιώτη (Γιάννης Φέρτης) υπό την γερμανική Κατοχής.
-Εκτός από την άρτια ερμηνεία της Ζωής Λάσκαρη, ξεχωρίζει και ο ρόλος του Παντελή Ζερβού, ο οποίος έχει στο ενεργητικό του πολλούς δεύτερους αλλά ουσιαστικούς ρόλους σε ταινίες της Φίνος Φιλμ.
-Ο Χρόνης Εξαρχάκος σε έναν από τους ελάχιστους δραματικούς ρόλους της καριέρας του, ήταν παραγματικά συγκλονιστικός.
Περίληψη της ταινίας, “”Αυτοί που μίλησαν με τον θάνατο””
Μια παρέα συμφοιτητών, η Μάρθα, ο Κώστας, ο Γιάννης, ο Νέστορας (αδελφός της Μάρθας) και ο Πάνος, βρίσκονται όλοι μαζί στο πάρτι που κάνει η Μάρθα στο σπίτι της μια νύχτα του 1940. Το πρωί της επόμενης μέρας, κηρύσσεται ο ελληνοϊταλικός πόλεμος. Σύντομα, τα αγόρια της παρέας πηγαίνουν στο μέτωπο, ενώ η Μάρθα γίνεται εθελόντρια νοσοκόμα και μετατίθεται στη Θεσσαλονίκη. Εκεί, φτάνει κάποια στιγμή ο Κώστας, που έχει τραυματιστεί στον πόλεμο. Η Μάρθα φροντίζει τον Κώστα και οι δύο νέοι αναπτύσσουν ερωτικά αισθήματα ο ένας για τον άλλο.
Μετά από λίγους μήνες, η παρέα επανενώνεται πίσω στην Αθήνα, όπου συνεχίζουν τις σπουδές τους. Παράλληλα, όμως, φτιάχνουν μια αντιστασιακή ομάδα, στην οποία γίνονται μέλη όλοι εκτός από τον Κώστα, τον οποίο οι υπόλοιποι δεν δέχονται, επειδή ο πατέρας του είναι φιλικά προσκείμενος προς τους Γερμανούς, με τους οποίους και συνεργάζεται. Όταν, όμως, τα οικονομικά της οικογένειά του επιδεινώνονται αισθητά και έρχονται στα όρια της επιβίωσης, ο πατέρας του Κώστα αποφασίζει να εργαστεί ως μεταφραστής στην Γκεστάπο.
Κάποια στιγμή τα μέλη της αντιστασιακής οργάνωσης συλλαμβάνονται, οδηγούνται στην Γκεστάπο και βασανίζονται. Ανάμεσά τους είναι και ο Κώστας, παρόλο που δεν υπήρξε μέλος της οργάνωσης. Κάποιοι από την παρέα δεν καταφέρνουν να επιβιώσουν. Ο Κώστας, μετανιωμένος από την προηγούμενη στάση του, βοηθά τον Νέστορα να δραπετεύσει. Επίσης, συνεργάζεται για τη σύλληψη του πατέρα του, ο οποίος εκτελείται με την κατηγορία της προδοσίας. Αφού αποχωρήσουν τα στρατεύματα Κατοχής και απελευθερωθεί η χώρα, ο Κώστας και η Μάρθα οδηγούνται στον γάμο.
Η ταινία, “Το ποτάμι” προβλήθηκε τη σαιζόν 1960-1961 και είναι Ελληνοαμερικανικής παραγωγής. Η ταινία κυκλοφόρησε σε δύο διαφορετικές εκδοχές. Στο μοντάζ του σκηνοθέτη, (μοντέρ Ντίνος Κατσουρίδης) οι ιστορίες εξελίσσονται παράλληλα και μπλέκονται η μια μέσα στην άλλη. Στο μοντάζ της παραγωγού εταιρίας, (μοντέρ Γιάννης Πετρόπουλος) οι ιστορίες είναι ανεξάρτητες μεταξύ τους.
Περίληψη της ταινίας, “Το ποτάμι”
Ένα ποτάμι, συμβολικό όριο που χωρίζει τη ζωή από το θάνατο, τη φθορά της καθημερινότητας από το όνειρο, έλκει σαν μαγνήτης τους ανθρώπους και τους καλεί να κάνουν την υπέρβασή τους. Τρεις χωρικοί κλέβουν ένα σταυρό από κάποιο μοναστήρι, αλλά η απληστία θα τους οδηγήσει στο θάνατο και το ποτάμι θα παρασύρει στη θάλασσα την ανομία τους.
Ένας Έλληνας συνοριοφύλακας θα πληρώσει με τη ζωή του το δισταγμό του και θα πέσει νεκρός από τα πυρά της εχθρικής απέναντι πλευράς. Ένα ζευγάρι ερωτευμένων που κλέφτηκαν παράνομα θα πέσει σε ναρκοπέδιο κοντά στο ποτάμι και η δοκιμασία αυτή θα οδηγήσει στην αποδοχή της σχέσης τους από τους δικούς τους. Τέλος, ένα μικρό κοριτσάκι που το έσκασε από μια διαλυμένη οικογένεια, θα δεχτεί την προστασία από ένα συνομήλικό της βοσκό. Μεταξύ τους θα αναπτυχθεί μια μεγάλη φιλία, δώρο της φύσης και της υπέρβασης του ορίου.
Ο Γιάννης Φλωρινιώτης (Γιάννης Αποστολίδης) γεννήθηκε στις 15 Φεβρουαρίου του 1947 στο χωριό Κάτω Κλείναι της Φλώρινας και ήταν Έλληνας τραγουδιστής. Είχε αδερφό τον επίσης τραγουδιστή, Αντώνη Λορέντζο.
Ξεκίνησε να τραγουδάει σε ηλικία 14 ετών, από την Φλώρινα. Έκανε περιοδείες σε όλες σχεδόν τις επαρχίες της Ελλάδος. Σε ηλικία 18 ετών έφτασε να έχει πολύ μεγάλο ρεπερτόριο τραγουδιών από ξένα, ελαφρά, μοντέρνα, λαϊκά, δημοτικά, ποντιακά. Ως τότε τραγουδούσε με το όνομα “Ο μικρός Γιαννάκης”.
Αργότερα βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου τραγούδησε δίπλα σε μεγάλους ρεμπέτες, όπως Μάρκος Βαμβακάρης, Γιάννης Παπαϊωάννου, Γιώργος Λαύκας, Πρόδρομος Τσαουσάκης, Θεόδωρος Πολυκανδριώτης και με τη Ρίτα Σακελλαρίου.
Το 1970-71 έφτασε για πρώτη φορά στην Αθήνα. Δούλεψε σε διάφορα κέντρα, τραγουδώντας και χορεύοντας ντυμένος εκκεντρικά. Γνώρισε μεγάλη επιτυχία, αλλά δέχθηκε και σκληρή κριτική. Στη δισκογραφία, έκανε την πρώτη του εμφάνιση με το άλμπουμ «Τώρα Θέλω Τώρα», ο οποίο έγεινε αμέσως χρυσό.
Το 1982, κάνει τον πρώτο του ποντικό δίσκο: “ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΠΟΝΤΟ”, με παλιά παραδοσιακά και νεοποντιακά τραγούδια και κάνει μεγάλει επιτυχία. Συνεχίζει με τον δίσκο: “ΠΟΝΤΙΑΚΑ ΤΟΥ ΧΤΕΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΗΜΕΡΑ”, και ο τρίτος δίσκος διπλός: “ΠΟΝΤΙΑΚΟ ΞΕΦΑΝΤΩΜΑ”, γίνεται αμέσως χρυσός, (για πρώτη φορά στα χρονικά του ποντιακού τραγουδιού).
Το 1985, κάνει μια βιντεοταινία με παραδοσιακά και άλλα, με διάφορα χορευτικά συγκροτήματα, με την ιστορία του Πόντου και της Παναγίας Σουμελά, είχε τίτλο: “ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΟΝΤΟ ΜΕ ΑΓΑΠΗ” και ήταν τα πρώτα Ποντιακά videoclips, που βγήκαν στο εμπόριο.
Το 1986, γράφει το σενάριο της πρώτης Ποντιακής ταινίας, σε ποντιακή διάλεκτο, με τίτλο: “Ο ΤΣΟΠΑΝΟΝ”, που έγινε μεγάλη επιτυχία. Ακολούθησαν άλλες τέσσερις: “ΤΟ ΚΡΙΜΑΝ”, “ΤΑ ΑΔΕΛΦΕΑ”, “Ο ΔΕΣΚΑΛΟΝ”, “Η ΞΕΝΗΤΙΑ”.
Επίσης, έναν ποντιακό δίσκο με παραδοσιακά σε μοντερνους ρυθμούς ραπ, λάτιν, ντίσκο με τίτλο: “ΠΟΝΤΙΑΚΟ ΠΑΡΤΥ”, που από πολλούς Πόντιους κατακρίθηκε. Επίσης ακόμα δύο βιντεοταινίες: “Η ΑΔΕΡΦΗ ΜΟΥ , Η ΤΡΕΛΟΠΟΝΤΙΑ” , “Ο ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΤΟΥ ΜΠΑΡ” .
Στο ενεργητικό του είχε 14 δίσκους, εκ των οποίων 10 ποντιακοί και 10 ταινίες.
Ήταν παντρεμένος και χωρισμένος κι είχε δύο παιδιά. Την τραγουδίστρια Αννούλα Φλωρινιώτη και τον, επίσης τραγουδιστή, Νικολάκη Φλωρινιώτη.
Ο Γιάννης Φλωρινιώτης έφυγε από την ζωή στο νοσοκομείο Σωτηρία όπου νοσηλευόταν με πνευμονικό οίδημα στις 06 Ιουνίου του 2023 σε ηλικία 76 ετών.
Ο Σταύρος Ξενίδης ήταν ένας ταλαντούχος και πολυπράγμων ηθοποιός, με πλούσια και σημαντική θεατρική καριέρα, αλλά και πολλές συμμετοχές σε ταινίες του κινηματογράφου. Αναλάμβανε κυρίως δεύτερους ρόλους, αλλά ποτέ δεν πέρναγε απαρατήρητος.
Ένας από τους ρόλους του που ξεχώρισε ήταν στην ταινία “Η Βουλευτίνα” με τη Ρένα Βλαχοπούλου, όπου έπαιξε τον Περικλή Αράπη, τον αρραβωνιαστικό της Ρένας, που προσπαθούσε να εκλεγεί βουλευτής. Διέπρεψε όμως και στη ταινία “Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα” ως φίλος του Αντωνάκη, υποδυόμενος τον στρατιωτικό που τα έλεγε “τσεκουράτα”.
Ήταν ένας από τους φίλους (ο συνταγματάρχης) της περιβόητης αντροπαρέας του Γιώργου Κωνσταντίνου στην ταινία “Η δε γυνή να φοβήται τον άντρα”. Ήταν ο κύριος Χαραλαμπίδης στο πλευρό του Παπαμιχαήλ στην ταινία “Μοντέρνα Σταχτοπούτα” και το δεξί χέρι του Κωνσταντάρα στην “Κόρη μου τη σοσιαλίστρια“.
Ενσάρκωσε επίσης τον Ιωάννη Κωλέττη στη “Μαντώ Μαυρογένους”, αλλά και τον ψυχίατρο στην ταινία “Αγάπησα μια πολυθρόνα“.
Σταύρος Ξενίδης: Έγινε ηθοποιός κρυφά από τους γονείς του
Ο Σταύρος Ξενίδης γεννήθηκε στις 8 Μαρτίου του 1923 στην Κωνσταντινούπολη, ενόσω οι γονείς του είχαν πάρει το δρόμο της προσφυγιάς προς την Ελλάδα. Ο πατέρας του, είχε γεννηθεί στην Άγκυρα και η μητέρα του στην Καισαρεία.
Ήταν το μοναδικό παιδί της οικογένειας, που αρχικά εγκαταστάθηκε στο Κουκάκι και το 1927 μετακόμισε στη Νέα Φιλαδέλφεια, όπου μεγάλωσε ο Σταύρος.
“Πολλοί συγγενείς μας, τότε μας έλεγαν ότι πήγαμε στην άκρη του Θεού, σε λίγα χρόνια όμως, μετάνιωσαν που δεν είχαν ακολουθήσει το παράδειγμα μας, γιατί η Φιλαδέλφεια έγινε πολύ όμορφη” ανέφερε σε συνέντευξή του.
Αφού ολοκλήρωσε το δημοτικό στη γειτονιά του, φοίτησε για τις 4 πρώτες τάξεις στη Λεόντειο σχολή αλλά στην 5η Γυμνασίου άρχισε η γερμανική κατοχή και συνέχισε τη σχολική του ζωή σε έναν όροφο πάνω από ένα κινηματογράφο της εποχής.
Εκεί το μάθημα γινόταν μετά βίας, μόνο και μόνο για να μπορέσουν οι μαθητές να ολοκληρώσουν τις τελευταίες τους χρονιές και να πάρουν το απολυτήριο.
Μετά το σχολείο ξεκίνησε να εργάζεται ως υπάλληλος σε εμπορικό κατάστημα. Για την εποχή ήταν μια καλή δουλειά με προοπτικές να αποκτήσει κάποτε τη δική του επιχείρηση. Μόνο που είχε άλλα σχέδια, καθώς από μικρός ήθελε να γίνει ηθοποιός. Δεν τολμούσε όμως να το πει στους γονείς του, που φυσικά δε συμφωνούσαν. Κανείς γονιός εκείνη την εποχή δεν ήθελε το παιδί του να γίνει ηθοποιός.
Ειδικά ο πατέρας του που ήταν γιατρός δεν ήθελε ο γιος του να “μπλέξει” με τον καλλιτεχνικό χώρο.
“Ο πατέρας έβαζε πάνω από όλα τη λογική και η λογική λέει ότι ένας ηθοποιός έχει πιθανότητες 50-50%, να πεινάσει. Γιατί ποτέ δεν ξέρει τι του ξημερώνει η επόμενη μέρα, αν θα βρει δουλειά, αν θα πάει καλά η παράσταση, τι θα κάνει την επόμενη σαιζόν. Είναι ένα “τσιγγάνικο επάγγελμα” είχε πει σε συνέντευξη του όταν ήταν πια καταξιωμένος ηθοποιός.
Ωστόσο το πεπρωμένον φυγείν αδύνατο και ο Σταύρος Ξενίδης γράφτηκε κρυφά στη Δραματική Σχολή του Καρόλου Κουν, όπου είχε δάσκαλο, τον μετέπειτα συνεργάτη του, Βασίλη Διαμαντόπουλο.
Το θεατρικό του ντεμπούτο έγινε τον Οκτώβρη 1944 στην παράσταση “Στο βυθό”, αλλά η σεζόν δεν ολοκληρώθηκε λόγω των Δεκεμβριανών. Δύο χρόνια αργότερα κλήθηκε να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία και το έκανε και με το παραπάνω, καθώς φόρεσε το χακί για 4 χρόνια.
“Απέλυαν σταδιακά τους στρατιώτες, για να μη δημιουργηθεί κοινωνικό πρόβλημα. Εγώ ήμουνα από τους τελευταίους, γιατί σαν αποθηκάριος έπρεπε να παραδώσω.
Μόλις απολύθηκε άρχισε την πορεία του στο θέατρο Μουσούρη, όπου παρέμεινε για 26 χρόνια, χαρακτηρίζοντας την επαφή του με τον ίδιο τον Μουσούρη, ως την “πιο ευτυχισμένη, θεατρικά, περίοδο της ζωής του”.
Το 1954 έπαιξε στην πρώτη του κινηματογραφική ταινία την “Ωραία των Αθηνών”. Ο πατέρας του έφυγε από τη ζωή το 1947 και δεν πρόλαβε να δει τον γιο του να καταξιώνεται ως ηθοποιός.
Ο Σταύρος Ξενίδης αγαπήθηκε και μέσα από τη ραδιοφωνική εκπομπή “ο θυρωρός”, ενώ κατέπληξε το κοινό όταν υποδύθηκε τον δαιμόνιο αστυνόμο Μπέκα στην τηλεόραση.
Ο Σταύρος Ξενίδης είχε χαρακτηρίσει “παραμύθι” την προσωπική του ιστορία με τη σύζυγό του και ηθοποιό, Μαργαρίτα Λαμπρινού. Παντρεύτηκαν το 1955, αλλά ένα χρόνο μετά χώρισαν.
Είκοσι χρόνια αργότερα, τα ξανάσμιξαν και παντρεύτηκαν για δεύτερη φορά και έμειναν μαζί όλη τους τη ζωή. Τα τελευταία χρόνια, τα πέρασαν μαζί στο Γηροκομείο Αθηνών, καθώς η υγεία του ηθοποιού ήταν επιβαρυμένη λόγω συνεχών εγκεφαλικών επεισοδίων που υπέστη.
Ο Σταύρος Ξενίδης έφυγε από τη ζωή στις 02 Νοεμβρίου του 2008 και η Μαργαρίτα Λαμπρινού ζούσε στο ίδιο δωμάτιο μέχρι το τέλος της ζωής της.
Η Μαργαρίτα Λαμπρινού γεννήθηκε στην Αίγυπτο το 1925, όπου πρωτοεμφανίστηκε σε παραστάσεις της παροικίας. Συνεργάστηκε με το θίασο Μυράτ, με το Πειραματικό θέατρο της Μαριέττας Ριάλδη, με το Αρχαίο Αττικό Θέατρο, την Ελληνική Λαϊκή Σκηνή, τον θίασο Αλίκης (Θεοδωρίδου) κ.α. Ασχολήθηκε αργότερα με τον κινηματογράφο και την τηλεόραση.
Έπαιξε σε 9 μόλις ταινίες, από το 1954 (“Χαρούμενο ξεκίνημα”, Δεσποινίς Δήμητρα) έως το 1984, σε δύο παραγωγές του νέου ελληνικού κινηματογράφου (“Λούφα και παραλλαγή” και “Ξαφνικός έρωτας. Έπαιξε περισσότερο στο θέατρο και σε τηλεοπτικές θεατρικές παραγωγές.
Ένα νέο σπάνιο βίντεο δημοσίευσε στον προσωπικό του λογαριασμό στο instagram ο δημοσιογράφος και αρθρογράφος του ellinikoskinimatografos.gr, Χρήστος Κωνσταντίνου.
Η κυρία Ελένη Προκοπίου μαζί με τις δύο εγγονές της, Ελένη και Χριστίνα τραγουδούν το “Ένας ουρανός μ’ αστέρια” στη μνήμη του αγαπημένου της φίλου και συναδέλφου, Γιάννη Βογιατζή που έφυγε απ’ τη ζωή σε ηλικία 89 ετών.
Να σημειώσω εδώ ότι η κυρία Ελένη Προκοπίου και ο Γιάννης Βογιατζής έπαιξαν μαζί στις ταινίες της Φίνος Φιλμ, “Ραντεβού στον αέρα” από όπου είναι και το τραγούδι, “Ένας ουρανός μ’ αστέρια” και “5.000 ψέμματα”. Ενώ ο αγαπημένος τραγουδιστής ερμήνευσε στην ταινία, “Ο εμίρης και ο κακομοίρης” το τραγούδι, “Γκιούλιναρ” την οποία υποδύοταν η κυρία Προκοπίου.
Η Νότα Παρούση σπούδασε στη Δραματική Σχολή Κωστή Μιχαηλίδη. Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης Συνταξιούχων Ηθοποιών από το 2006. Από το 1993 έως...