13.8 C
Athens
Δευτέρα, 22 Δεκεμβρίου, 2025

Λαυρέντης Διανέλλος: Η ψυχή του ελληνικού κινηματογράφου

Υπάρχουν ονόματα που δεν χρειάζονται φανφάρες για...

Βαγγέλης Βουλγαρίδης: Ο ευγενικός ζεν πρεμιέ

Τις περισσότερες φορές, ήταν εκείνοι οι δευτεραγωνιστές...
Blog Σελίδα 72

Γνωστές και άγνωστες συγγένειες καλλιτεχνών μέρος 1ο

423223890423
423223890423

Δεν είναι λίγοι οι διάσημοι που με τον Α ή Β τρόπο συνδέονται μεταξύ τους με συγγένειες και σχέσεις που μπορεί και να έχεις ξεχάσει ή και να μην έχεις ακούσει ποτέ.

Πάμε να δούμε ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο.

-H ραδιοφωνική παραγωγός Αθηναίς Νέγκα είναι κόρη του ηθοποιού Χρήστου Νέγκα.

-Η ηθοποιός Θεοδώρα Βουτσά είναι κόρη του Κώστα Βουτσά , ο οποίος ήταν παντρεμένος με την μητέρα του ηθοποιού Άνθιμου Ανανιάδη.

-Ο ηθοποιός Τάκης Βλαστός είναι ανηψιός του Διονύση Παπαγιαννόπουλου.

-Ο Φώτης Σεργουλόπουλος είναι ανιψιός της ηθοποιού Κατερίνας Γιουλάκη.

-Η Έλλη Λαμπέτη ήταν η νονά της ηθοποιού Κοραλιας Καράντη, η οποία είναι κόρη της Αφροδίτης Γρηγοριαδου.

-Ο ποιητής Τάσος Λειβαδίτης ήταν θείος του ηθοποιού Θάνου Λειβαδίτη.

-Ο ηθοποιός Αθηνόδωρος Πρόυσαλης ήταν θείος του ηθοποιού Τάσου Πρόυσαλη .

δημοσιογράφος Γιάννης Πρετεντέρης είναι γιος του θεατρικού συγγραφέα και σεναριογράφου Κώστα Πρετεντέρη.

-Ο ηθοποιός Αλέξανδρος Αντωνόπουλος εγγονός της Κατίνας Παξινού.

-Ο Παύλος Σιδηρόπουλος ήταν δισέγγονος του Ζορμπά (του γνωστού Αλέξη του Καζαντζάκη, μόνο που το πραγματικό του όνομα ήταν Γιώργος) και ανιψιός της Έλλης Αλεξίου.

Ρένα Βλαχοπούλου και η Μάγια Μελάγια είναι ξαδέλφες.

-Οι ηθοποιοί Θωμαϊς και Μαρία Ανδρούτσου είναι αδερφές.

-Η τραγουδίστρια Ζωή Κουρούκλη εξαδέλφη της Ζωής Λάσκαρη.

-Οι σημερινοί ηθοποιοί Νένα Μέντη και Χρήστος Βαλαβανίδης, είναι ανήψια του Κώστα Μέντη (και αυτός έπαιξε σε πολλές ταινίες με τον Θανάση Βέγγο).

-Ο πολύ γνωστός κωμικός, Φραγκίσκος Μανέλλης, ήταν παντρεμένος με την κόρη της μεγάλης στιχουργού Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου, Μαίρη Λαΐδου με την οποία απέκτησε μία κόρη, τη γνωστή χορεύτρια, Ρέα Μανέλλη.

-Ο Νίκος Βασταρδής ήταν πατέρας της Άννας Αδριανού.

-Η Ναταλία Γερμανού και ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης είναι ξαδέλφια.

-Ο Θεατρικός συγγραφέας Παντελής Χορν ήταν πατέρας του Δημήτρη Χορν.

-Ο Μάριος Φραγκούλης είναι ανηψιός της Ρένας Βλαχοπούλου.

-Ο ηθοποιός Γιώργος Βογιατζής είναι ανηψιός της ηθοποιού Φίτσας Ντάβου.

-Ένας άλλος γόης του παλιού κινηματογράφου, ο Ανδρέας Ντούζος, είναι πατέρας των γνωστών ηθοποιών από τα 80s και τις βιντεοταινίες, Τέτας Ντούζου και Στηβ Ντούζου.

-Ο ηθοποιός Τάσος Γιαννόπουλος που έπαιζε τον Μάκη , τον φίλο του Γιάννη Μπέζου στην σειρά ευτιχισμένοι μαζί εικάζεται πως είναι εγγονός του παλιού ηθοποιού Τάσου Γιαννόπουλου.

-Ο Γιούρκας Σεϊταρίδης και ο ηθοποιός Γιώργος Σεϊταρίδης είναι δεύτερα ξαδέλφια.

-Ο ηθοποιός Γιώργος Πυρπασόπουλος είναι εγγονός της Μαρίκας Νέζερ.

-Οι ηθοποιοί Αριέτα και Αμαλία Μουτούση είναι κόρες της ηθοποιού Νόνικας Γαληνέα.

Συνεχίζεται….


Advertisement

Γνώριζες ότι Μέρος 13ο

Μέρος 13ο

-O ηθοποιός του Εθνικού Θεάτρου, Μιχαήλ Ιακωβίδης είχε υπογράψει με τη Φίνος Φιλμ για το ρόλο ενός Γερμανού αξιωματικού στη ταινία “Τελευταία Αποστολή” του Τσιφόρου? Ο ρόλος του είχε δοθεί λόγω της γερμανικής του μόρφωσης, όμως λίγες μέρες μετά έστειλε επιστολή στη Φίνος με ορισμένες απαιτήσεις για τη συμμετοχή του (ενώ είχε λάβει και προκαταβολή).

Μερικές από αυτές ήταν: 1) να προηγείται το όνομά του σε όλα τα διαφημιστικά 2) να ενισχυθεί ο ρόλος του με τη προσθήκη πέντε νέων σκηνών 3) την υποχρεωτική πρόσληψη μιας συγκεκριμένης ηθοποιού. Μετά από αυτό η εταιρία έσπευσε να τον αντικαταστήσει με άλλον ηθοποιό.

-O Γιώργος Κωνσταντίνου έγινε ηθοποιός μετά από παρότρυνση της μητέρας του, Νίτσας Φιλοσόφου. Είχε προηγηθεί μια τριετία στην πολεμική αεροπορία, όπου πήγε εθελοντής με σκοπό να γίνει μόνιμος. Μετά αποχώρησε θέλοντας να γίνει ηλεκτροτεχνίτης. Η μητέρα του, προτείνει να πάει σε θεατρική σχολή. Ο Κωνσταντίνου δέχεται και πάει αρχικά στη σχολή του Τάκη Μουζενίδη. Εκεί κάθεται ένα χρόνο, ώσπου κλείνει η σχολή και πάει για εξετάσεις στη Δραματική του Εθνικού, όπου τον απορρίπτουν. Τελικά τον δέχτηκε η σχολή του Κάρολου Κούν.

-H ταινία “Χριστίνα” του Γ. Δαλιανίδη στοίχισε πάνω από 2 εκατομμύρια δραχμές? Η Τζένη Καρέζη πήρε αμοιβή για το ρόλο της 150.000 δρχ και αναλόγως πληρώθηκαν και οι συμπρωταγωνιστές της (Ηλιόπουλος-Μπάρκουλης). Μιλάμε για το 1960. Η παραγωγή ήταν της Αφοι Ρουσσόπουλοι-Λαζαρίδης-Σαρρής-Ψαράς.

-Στα εξωτερικά γυρίσματα της ταινίας ”Η κυρά μας η μαμμή” σε κάποιο χωριό, η Ξένια Καλογεροπούλου και η Γεωργία Βασιλειάδου είχαν μείνει για λίγα βράδια στο ίδιο δωμάτιο, με στρώματα γεμάτα κοριούς.

-Η Δάφνη Σκούρα δεν αποδέχτηκε πρόταση του Θόδωρου Αγγελόπουλου να παίξει στην ταινία ”Ο θίασος”, για να μην μείνει μακριά από την οικογένειά της. Τον σχετικό ρόλο ερμήνευσε η Αλίκη Γεωργούλη.

-Η ταινία της Φίνος Φιλμ “Μια τρελλή τρελλή οικογένεια” πριν ακόμη παιχτεί στους κινηματογράφους , ο αρχικός της τίτλος ήταν…”Γλυκέ μου τύραννε”!

Παντελής Ζερβός έχει διατελέσει Πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών με το Νικήτα Πλατή αντιπρόεδρο στο ίδιο Δ.Σ.

-O σκηνοθέτης Γιώργος Τζαβέλας είχε κάνει συμφωνία να πάρει το 15% επί των ακαθάριστων εισπράξεων για την Κάλπικη Λίρα? Ποσοστό ιδιαίτερα σημαντικό για εκείνη την εποχή.

Advertisement

Η πρώτη εκτέλεση του τραγουδιού Ποιος είν᾽ αυτός ο αψηλός

4324324
4324324

Ο Γιώργος Ζαμπέτας έχει γράψει αμέτρητα τραγούδια για τον ελληνικό κινηματογράφο και μάλιστα πολλά από αυτά γράφτηκαν «κατά παραγγελία», ανάλογα με τις απαιτήσεις του σεναρίου.
Πολλά γίνανε  μεγάλες επιτυχίες είτε από την πρώτη, είτε από τη δεύτερη εκτέλεσή τους (όσα βέβαια γνώρισαν επανεκτέλεση).

ο τραγούδι «Ποιός είν’ αυτός» σε στίχους του μεγάλου Πυθαγόρα, είναι γνωστό από την εκτέλεση της Μαρινέλλας.
Το τραγούδι ακούστηκε το 1969 στην ταινία «Ο μπλοφατζής» του Βασίλη Γεωργιάδη, με πρωταγωνιστή τον Λάμπρο Κωνσταντάρα, όπου τη Μαρινέλλα συνόδευε ο Γιώργος Ζαμπέτας.
Την ίδια χρονιά κυκλοφορεί ο μεγάλος δίσκος της Μαρινέλλας «Σταλιά-σταλιά», όπου ανάμεσα στα τραγούδια του άλμπουμ υπάρχει και το «Ποιος ειν’ αυτός», το οποίο είχε κυκλοφορήσει νωρίτερα και σαν δισκάκι 45 στροφών.

Ελάχιστοι όμως γνωρίζουν ότι το συγκεκριμένο τραγούδι του Γιώργου Ζαμπέτα και του Πυθαγόρα είχε ακουστεί ένα χρόνο πριν.
Το 1968 στην ταινία «Ο μπούφος» του Ορέστη Λάσκου με τον Γιώργο Πάντζα και την Ελένη Προκοπίου.
Η οποία ερμηνεύει το «Ποιος είν’ αυτός» σε πρώτη, κινηματογραφική βέβαια, εκτέλεση.
Οι δυο αυτές εκτελέσεις έχουν διαφορές τόσο στο στίχο, όσο και στη μελωδία.

Advertisement

Η πιο απαγορευμένη ταινία του Ελληνικού Σινεμά

987
987

Πριν καν μάθουμε τον…Big Brother παγκοσμίως , φαίνεται πως ο σκηνοθέτης Γιάννης Κοκκόλης τον ανακάλυψε πρώτος μόνος του! Αποφάσισε να δημιουργήσει μια ταινία εν αγνοία του ίδιου του πρωταγωνιστή!

Συγκεκριμένα : Διάλεξε έναν απλό καθημερινό άνθρωπο , 36 ετών και υπάλληλο του ΟΤΕ , και χωρίς εκείνος να το γνωρίζει άρχισε να τον μαγνητοσκοπεί , παραβιάζοντας έτσι το απόρρητο της ιδιωτικής του ζωής!
Του ρίχνουν δίπλα του μια όμορφη γυναίκα , η οποία αρχικά ήταν η Μαρία Αλιφέρη! Γρήγορα όμως αποχωρεί από τα γυρίσματα φοβισμένη για το όλο εγχείρημα…και αντικαθίσταται από κάποια άλλη.

Τον σκοπό της γυναίκας μπορείτε να τον δείτε στο πολύ ενδιαφέρον άρθρο που ακολουθεί με υπογραφή της Λιάνας Κανέλλη. Περιοδικό Επίκαιρα , 19/08/1976.
Φυσικά η ταινία δεν προβλήθηκε ποτέ , αγνοείται η ύπαρξή της και ο σκηνοθέτης τιμωρήθηκε για την πράξη του αυτή…

Advertisement

Η μοναδική φορα που ο Γιάννης Βογιατζής ήταν πρωταγωνιστής

Πόσοι από τους 50 ετών και άνω θυμούνται άραγε την ραδιοφωνική εκπομπή του Κώστα Πρετεντέρη, με τίτλο «Το ημερολόγιο ενός θυρωρού»; Μάλλον ελάχιστοι.

Η εκπομπή αυτή έπαιζε για αρκετό χρονικό διάστημα στο κρατικό ραδιόφωνο, από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 έως και τις αρχές της δεκαετίας του 1970.

Πρωταγωνιστής της εκπομπής αυτής ήταν ο Γιάννης Βογιατζής, ο οποίος δάνειζε τη φωνή και την προσωπικότητά του στον χαζοχαρούμενο Μικέ, ο οποίος διαρκώς επαναλαμβάνει την γνωστή ατάκα, «Σας χαιρέτησα; Δεν σας χαιρέτησα. Χαίρετε τι κάνετε, καλά, ευχαριστώ». Ίσως την ατάκα αυτή να την έχετε κάπου ακούσει ξανά.

Σε κάθε περίπτωση, η εκπομπή αυτή αποτέλεσε την αφορμή για να γυριστεί το 1968 από τη Finos Film η ελληνική ταινία «Ο Μικές παντρεύεται», στην οποία πρωταγωνιστούσε ο Γιάννης Βογιατζής – σε μια από τις ελάχιστες ταινίες όπου πρωταγωνιστούσε ως πρώτο ανδρικό όνομα -, υποδυόμενος έναν αφελή νέο, τον Μικέ.

Ο τελευταίος ζει με την μητέρα του και προσπαθεί να λύσει το οικονομικό του πρόβλημα δια του γάμου με κάποια ευκατάστατη νύφη. Μετά από πολλά προξενιά, του βρίσκουν μια εξίσου αφελή αλλά εύπορη κοπέλα (Νίτσα Μαρούδα) και το συνοικέσιο καταλήγει σε έρωτα. Μετά, όμως, από απαίτηση του πατέρα της νύφης, για να την παντρευτεί πρέπει πρώτα να βρει ο ίδιος δουλειά.

Οι προσπάθειές του να αποκατασταθεί επαγγελματικά δεν πετυχαίνουν και αποφασίζει να «κλεφτεί» με την αγαπημένη του, δημιουργώντας προβλήματα στους γύρω του. Με την πρώτη ματιά, ίσως η ταινία να κατευθύνεται προς τα όρια του γραφικού, ωστόσο, η ερμηνεία του Βογιατζή, αλλά και των άλλων σημαντικών ηθοποιών που τον πλαισιώνουν, δεν αφήνουν αυτό να συμβεί τελικά.

Ίσως βέβαια να παραμένει μια ταινία λίγο διαφορετική από αυτές που γύριζε ο Φίνος, με την έννοια ότι το ύφος ήταν λίγο πιο «σουρεάλ» από ότι συνήθως -, ωστόσο ποτέ κανείς δεν είπε ότι ο «πατριάρχης» του ελληνικού κινηματογράφου δεν δοκίμαζε και νέα πράγματα.

Για τον Βογιατζή ήταν ένα μεγάλο στοίχημα η ταινία αυτή, δεδομένου ότι γνώριζε πως οι ευκαιρίες να είναι πρώτο όνομα στον Φίνο δεν θα ήταν πολλές.

Ίσως μάλιστα αυτό να ήταν κάτι που δεν το επιδίωξε και ο ίδιος – ενδεχομένως και να το επιτύχαινε εάν πίεζε καταστάσεις-, αφού ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει το υποκριτικό του ταλέντο, το οποίο όμως «άνθιζε» πιο εύκολα δίπλα σε άλλα, μεγάλα ονόματα του ελληνικού κινηματογράφου της εποχής εκείνης.

Σε κάθε περίπτωση, ότι από όλα κι αν ισχύει, ο Γιάννης Βογιατζής αποτελεί διαχρονικά ένα σεβαστό υποκριτικό μέγεθος, μέχρι σήμερα. Μαζί με τον Βογιατζή και τη Μαρούδα – και για εκείνη ήταν η πρώτη και μοναδική ταινία που πρωταγωνιστούσε ως πρώτο γυναικείο όνομα-, στην ταινία συμμετείχαν ακόμα οι Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, Μαρία Φωκά, Άννα Παϊτατζή, Περικλής Χριστοφορίδης, Χρήστος Δοξαράς, Κίμων Δημόπουλος, Χάρης Παναγιώτου, Μαίρη Μεταξά, Άγγελος Μαυρόπουλος, Θεόδωρος Ντόβας, Μαρία Τρικουράκη, Έλλη Λοϊζου, Λίζα Κουντούρη, Κόκα Στυλιανού, Αντώνης Παπαδόπουλος, Νίκος Πασχαλίδης, Γιάννης Πετράκης, Πέτρος Βούλγαρης, Χρήστος Χατζηγιάννης.

Η σκηνοθεσία ήταν του Γιάννη Δαλιανίδη, ενώ το σενάριο το είχε γράψει ο ίδιος μαζί με τον Κώστα Πρετεντέρη. Η μουσική ήταν του Μίμη Πλέσσα. Παρά τις όποιες επιφυλάξεις, η ταινία πήγε πολύ καλά εισπρακτικά, αφού στην πρώτη της προβολή έκοψε 305.209 εισιτήρια, ενώ έκανε πρεμιέρα στους κινηματογράφους στις 30 Σεπτεμβρίου του 1968.

Advertisement

Το ταξίδι: Η ταινία που εμφανίστηκαν μαζί Βουγιουκλάκη – Κούρκουλος

Το ταξίδι

Όσοι γνωρίζουν λίγο καλύτερα την ιστορία του παλιού, καλού ελληνικού κινηματογράφου απορούν για την επιμονή των ιδιωτικών καναλιών να εστιάζουν την προσοχή τους σε 40-50 ελληνικές ταινίες και να προβάλλουν μόνο αυτές, αγνοώντας κάποιες άλλες, λιγότερο γνωστές, αλλά πραγματικά εξαιρετικές από κάθε άποψη.

Μια από αυτές τις ταινίες που αγνοεί επιδεικτικά τα τελευταία χρόνια η ελληνική τηλεόραση είναι και η ταινία με τίτλο «Το ταξίδι», η οποία γυρίστηκε το 1962 σε παραγωγή Φίνος Φιλμ, με πρωταγωνιστές την Αλίκη Βουγιουκλάκη και τον Νίκο Κούρκουλο, στη μια και μοναδική ταινία που εμφανίστηκαν μαζί στην ιστορία του ελληνικού σινεμά.

Η Αλίκη Βουγιουκλάκη ερμηνεύει έναν από τους καλύτερους ρόλους στην καριέρα της, με έντονα δραματικά στοιχεία, κάτι που οδήγησε τους κριτικούς της εποχής να παραδεχθούν ότι τελικά η σπουδαία αυτή ελληνίδα ηθοποιός μπορούσε να ερμηνεύσει ιδανικά τέτοιου είδους ρόλους, ίσως μάλιστα καλύτερα κι από τους «ανάλαφρους» που επέλεγε συνήθως.

to taksidi

Σύμφωνα με την Finos Film μάλιστα, με την ταινία αυτή η Βουγιουκλάκη επιχείρησε να διευρύνει το ρεπερτόριό της με δραματικούς ρόλους, αλλά τελικά φαίνεται ότι ο κόσμος δεν το αποδέχθηκε, αφού «Το ταξίδι» δεν πήγε καλά εμπορικά, κόβοντας στην πρώτη του προβολή μόλις 76.395 εισιτήρια. Ήταν αυτό το γεγονός που αποθάρρυνε την Βουγιουκλάκη από το επιμείνει σε τέτοιους ρόλους, πολύ κακώς κατά τη γνώμη μας.

Λέγεται μάλιστα ότι ένας από τους λόγους που απέτυχε εισπρακτικά η ταινία, ήταν γιατί πολλοί θεατές βγαίνοντας από τον κινηματογράφο, μαρτυρούσαν στους επόμενους «Μην δείτε την ταινία, γιατί η Αλίκη στο τέλος πεθαίνει!». Κι όλα αυτά παρά το γεγονός ότι δίπλα στη Βουγιουκλάκη και στον πολύ καλό Κούρκουλο στάθηκαν σπουδαίοι ηθοποιοί όπως η Ελένη Ζαφειρίου, ο Βασίλης Διαμαντόπουλος και ο Νότης Περιγιάλης.

Η υπόθεση του έργου ήθελε την Μαρίνα (Αλίκη Βουγιουκλάκη) να ζει σε μια φτωχογειτονιά του Πειραιά με την μητέρα της (Ελένη Ζαφειρίου) και την αδελφή της, Αθηνά (Μαργαρίτα Λαμπρινού).

Το μεγαλύτερο όνειρό της είναι η απελευθέρωσή της από τα κοινωνικά και οικονομικά όρια της μικρής κοινότητας της, ένα μεγάλο ταξίδι μακριά από την φτώχεια και την μιζέρια της μικρής γειτονιάς της. Οι μόνοι που συμμερίζονται τα όνειρα της είναι ο τρελλό-Μανώλης (Βασίλης Διαμαντόπουλος)-ένας γέρος που δεν μπορεί να συνέλθει από την εγκατάλειψη της γυναίκας του για έναν άλλο άνδρα- και ο ρώσος αλκοολικός Γρηγόρης Γαβριήλοβιτς (Νότης Περγιάλης).

Αλλοι εξαιρετικοί ηθοποιοί που έπαιζαν στην ταινία ήταν οι Τζόλυ Γαρμπή, Σμαρώ Στεφανίδου, Σαπφώ Νοταρά, Μήτσος Λυγίζος, Κώστας Ναός, Γιώργος Τσιτσόπουλος κ.α. «Το ταξίδι» ακολουθούν δύο εξαιρετικά ενδιαφέροντα tips. Πρώτα από όλα το γεγονός ότι ο Σταύρος Ξαρχάκος, στα 22 του μόλις χρόνια, αντικαθιστά τον Μάνο Χατζιδάκι στη σύνθεση της μουσικής και των τραγουδιών της ταινίας.

Και κατά δεύτερο, το άγνωστο γεγονός ότι τα τραγούδια της ταινίας ερμηνεύονται αρχικά από τη Ζωή Φυτούση και όχι από την Αλίκη Βουγιουκλάκη, η οποία όμως 10 χρόνια αργότερα θα τα ηχογραφήσει ξανά με τη δική της φωνή. Η σκηνοθεσία ήταν του Ντίνου Δημόπουλου και το σενάριο του Βαγγέλη Γκούφα.

Advertisement

Η μεγάλη αγάπη του Κούρκουλου για τον Παναθηναϊκό

Νίκος Κούρκουλος

Ο Νίκος Κούρκουλος ήταν ο κορυφαίος ζεν πρεμιέ του ελληνικού κινηματογράφου.

Για τις θαυμάστριές του ήταν ένας ακαταμάχητος άντρας, που συνδύαζε την ομορφιά με την αυστηρότητα και την αποφασιστικότητα. Πήρε μέρος στις πιο επιτυχημένες κοινωνικές ταινίες και διακρίθηκε για το υποκριτικό του ταλέντο.

Κέρδισε δύο φορές το βραβείο πρώτου ανδρικού ρόλου στο φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης, για την ερμηνεία του στις ταινίες «οι Αδίστακτοι» και ο «Αστραπόγιαννος». Η ηθοποιία όμως, δεν ήταν όνειρο των παιδικών χρόνων του Κούρκουλου.

Σαν έφηβος αγαπούσε πολύ τον αθλητισμό. Στην αρχή ασχολήθηκε με την κολύμβηση και το μπάσκετ, αλλά γρήγορα αποφάσισε ότι η μεγάλη του αγάπη ήταν το ποδόσφαιρο.

Οι προπονητές είδαν ότι έχουν να κάνουν με ένα αυθεντικό ταλέντο και έτσι ο νεαρός Κούρκουλος κατέληξε να παίζει ως μεσοεπιθετικός στην αγαπημένη του ομάδα, τον Παναθηναϊκό.

Ο Κούρκουλος τα πήγαινε πολύ καλά σαν ποδοσφαιριστής και θα ακολουθούσε επαγγελματική καριέρα. Την περίοδο εκείνη όμως ξεκίνησε να διαβάζει βιβλία για το θέατρο. Έτσι τον κέρδισε η υποκριτική και αποφάσισε να σπουδάσει και να γίνει ηθοποιός.

Τελείωσε τη δραματική σχολή του Εθνικού θεάτρου το 1958, κοντά στον μεγάλο Μάνο Κατράκη και αμέσως ξεκίνησε μια λαμπρή καριέρα. Το 1963 ήταν ήδη γνωστός ηθοποιός.

Τότε συμμετείχε, μαζί με άλλους συναδέλφους, σε φιλικό ποδοσφαιρικό αγώνα κόντρα στον ΠΑΟΚ.

Εκεί ήταν που απέδειξε, ότι θα μπορούσε άνετα να έχει συνδυάσει την ποδοσφαιρική με την «υποκριτική» καριέρα.

Ο Κούρκουλος, σε συνέντευξή του, είχε πει ότι έγινε τυχαία ηθοποιός.

Η πορεία του στον χώρο όμως ,απέδειξε ότι τίποτα δεν είναι τυχαίο….

Advertisement

Η θρυλική ατάκα του Βόγλη που τον κυνήγησε σ’ όλη του τη ζωή

Η θρυλική ατάκα του Βόγλη που τον κυνήγησε σ’ όλη του τη ζωή

Ο Γιάννης Βόγλης θυμάται την περιπέτεια των γυρισμάτων μιας από τις πιο γνωστές ταινίες του, η οποία περιέχει και μία από τις πιο θρυλικές ατάκες του ελληνικού σινεμά, το “στάσου, μύγδαλα.

Ο Γιάννης Βόγλης και η Αν Λόμπεργκ, πρωταγωνιστές της ταινίας “Κορίτσια στον ήλιο”

Το πιο παράξενο γεγονός σχετικά με την cult ελληνική ταινία, “Κορίτσια στον ήλιο” του Βασίλη Γεωργιάδη, που γυρίστηκε το καλοκαίρι του 1967 στην Ανδρο και συγχρόνως αποτελεί τον πιο χαρακτηριστικό τίτλο στη φιλμογραφία του πρωταγωνιστή της, Γιάννη Βόγλη (με την εξαίρεση ίσως του “Το χώμα βάφτηκε κόκκινο”, επίσης του Γεωργιάδη), είναι το ότι οφείλει την ύπαρξή της σε μια άλλη ταινία. Στην κυριολεξία. Το ακόμη πιο παράξενο δε είναι ότι η ταινία στην οποία οφείλει την ύπαρξή της εκ πρώτης δείχνει να έχει ελάχιστη σχέση μαζί της.

Όλα ξεκίνησαν στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, θυμάται σήμερα ο Γιάννης Βόγλης που μας υποδέχθηκε στο σπίτι του, στην Παλλήνη, για μια κουβέντα που εν τέλει ξεπέρασε τις δύο ώρες. Ο “Τζίμης ο τίγρης” του Παντελή Βούλγαρη, που αναφερόταν στη σχέση μιας ξένης με έναν Ελληνα στην Αθήνα, είχε πάρει το πρώτο βραβείο. Εκείνη την εποχή όμως ήταν επίσης στη μόδα οι ιταλικές σπονδυλωτές ταινίες που αποτελούνταν από σκετς.

koritsia ston ilio

Η ιδέα λοιπόν του παραγωγού Κλέαρχου Κονιτσιώτη ήταν να κάνει μια σπονδυλωτή ταινία με θέμα τον ελληνικό τουρισμό που επίσης, τότε, αναπτυσσόταν με ραγδαίους ρυθμούς”. Αυτό που σχεδιάστηκε ήταν μια ακόμη μικρού προς μεσαίου μήκους ταινία σκηνοθετημένη από τον Βασίλη Γεωργιάδη και μια από τον Ερρίκο Ανδρέου.

Ο Βούλγαρης συμφώνησε με την ιδέα, ο Κονιτσιώτης πρότεινε στον Ιάκωβο Καμπανέλλη τη συγγραφή του σεναρίου του σκετς του Γεωργιάδη και η γερμανίδα ηθοποιός Αν Λόμπεργκ, την οποία ο Γεωργιάδης είχε ήδη δει σε μια ταινία, θα πρωταγωνιστούσε στον ρόλο μιας ξένης, της Αναμπελ, που γνωρίζεται με έναν έλληνα βοσκό, τον ήρωα του Βόγλη. “Η Αν άρεσε πάρα πολύ στον Βασίλη που εν τέλει την ερωτεύτηκε” είπε χαρακτηριστικά ο ηθοποιός.

Παπούτσι από τον τόπο σου

Έμενε να βρεθεί ο χώρος των γυρισμάτων, στόχος ήταν ένα απόμακρο, κάπως ερημικό χωριό. Ιδέα του Βόγλη ήταν το Μπατσί της Ανδρου όπου τελικά το φιλμ γυρίστηκε. Η μητέρα μου ήταν από την Ανδρο, από το Πάνω Κόρθι” είπε “και έτσι γνώριζα πολύ καλά το νησί αλλά και τους κατοίκους του. Επί χρόνια κάθε καλοκαίρι παραθέριζα στο Μπατσί, στο σπίτι της φίλης, Βίκυς Σαμαρίνα, στο “σπίτι του παππού” όπως το αποκαλούσε, σε ένα εκπληκτικό σημείο με εκπληκτική θέα”. Ομως τα χρήματα της παραγωγής ήταν ελάχιστα, οπότε το “Κορίτσια στον ήλιο” εξελίχθηκε σε “οικογενειακή υπόθεση.

Χρησιμοποιώντας τις γνωριμίες του ο Βόγλης φρόντισε για τη φθηνή διαμονή του συνεργείου και των ηθοποιών στα ξενοδοχεία, ενώ για λόγους οικονομίας στην ταινία έπαιξε τόσο ο Γεωργιάδης όσο και ο Κονιτσιώτης. Η καταπληκτική φωτογραφία του Νίκου Γαρδέλη έγινε “μόλις με δυο φώτα σε ένα νησί που δεν είχε σχεδόν καθόλου φωτισμό!”. Μάλιστα, ο Γεωργιάδης επέμενε στο ασπρόμαυρο φιλμ, παρά την επιμονή πολλών να γυριστεί έγχρωμο.

koritsia ilio

Ο λόγος ήταν απλός. Ο “Τζίμης ο Τίγρης” είναι επίσης γυρισμένος σε ασπρόμαυρο.
Όλα πήγαν θαυμάσια στα γυρίσματα, ακολούθησε το μοντάζ και η πρώτη δοκιμαστική προβολή στο στούντιο Αλφα, παρόντος του Σταύρου Ξαρχάκου, ο οποίος θα έγραφε τη μουσική. Μετά την προβολή, από το στούντιο Αλφα ως τη διασταύρωση της λεωφόρου Αλεξάνδρας με την Κηφισίας δεν μιλούσε κανείς μέσα στο αμάξι” θυμάται ο Βόγλης. “Ωσπου κάποια στιγμή ο Κονιτσιώτης λέει “Τώρα πείτε μου, τι είδαμε;”.

Είχε κάτι αυτή η ταινία που δεν μπορούσαμε να προσδιορίσουμε. Ο ίδιος ο Βόγλης, τότε, την είχε παρομοιάσει με ένα ποτήρι σαμπάνια. “Ευχάριστο όταν το πίνεις αλλά μετά σου αφήνει μια μικρή πίκρα”.

Αφού μπήκε η μουσική, προέκυψε ένα πρόβλημα που θα καθόριζε τη μοίρα της ταινίας. Η διάρκεια, κάτι λιγότερο από μία ώρα, ήταν μεγαλύτερη από τον χρόνο που έπρεπε ώστε να συμπεριληφθεί ως ένα από τα τρία σκετς στη σπονδυλωτή ταινία που είχαν ως τότε όλοι στο μυαλό τους.

“Να την κόψουμε; Δεν σήκωνε. Τι να κόψεις; Να γίνουν δύο τα σκετς αντί για τρία; Και αυτό δεν θα ήταν καλό. Οπότε ο Καμπανέλλης, νομίζω, έριξε την ιδέα της επιμήκυνσης της ταινίας ώστε να γίνει μεγάλου μήκους. Ετσι λοιπόν το υπόλοιπο μέρος, όπου η ιστορία ολοκληρώνεται, γυρίστηκε χειμώνα στην Αθήνα. Ο Βόγλης θυμάται καλά και αυτά τα γυρίσματα γιατί στη διάρκειά τους έγινε και το βασιλικό πραξικόπημα, η αποτυχημένη προσπάθεια του βασιλιά Κωνσταντίνου να ανατρέψει τη χούντα των Συνταγματαρχών.

Παράδοση εναντίον “ευρωπαϊσμού”

Ο Γιάννης Βόγλης στενοχωριέται που το Μπατσί σήμερα δεν είναι όπως τότε. “Το σημείο στο οποίο γυρίσαμε την ταινία” θυμάται, “ήταν πρωτόγονο, ερημικό και απολύτως γραφικό. Το ίδιο σημείο σήμερα είναι γεμάτο σπίτια και βίλες. Ο ηθοποιός συμφωνεί με την άποψη ότι ο τρόπος με τον οποίο ο Βασίλης Γεωργιάδης γύρισε τα “Κορίτσια στον ήλιο” βγάζει κάτι το βαθιά μελαγχολικό, σχεδόν “αντιτουριστικό. “Για εμένα” μας είπε “η κακή αντίληψη του τουρισμού στην Ελλάδα είναι ότι προσπαθήσαμε να ευρωπαΐσουμε όλους αυτούς τους χώρους.

Οι ξένοι έρχονταν για αυτό που έβλεπαν και σήμερα, με μια τάση νεωτερισμού,οιτουριστικοί χώροι πλην εξαιρέσεων έχουν εκφυλιστεί”. Ο ηθοποιός έφερε ως παράδειγμα ένα χωριό του Κοσόβου που όπως διάβασε προσφάτως έχει απίστευτη τουριστική ανάπτυξη χωρίς να έχει πειραχτεί απολύτως τίποτε πάνω του. “Τουναντίον αναπτύχθηκε πάνω στην ίδια την παράδοση του τόπου, χωρίς τζάμι και μπετόν”.

Η θρυλική ατάκα του Βόγλη

Είναι λίγο ειρωνικό που η πιο γνωστή ατάκα της ταινίας “Κορίτσια στον ήλιο”, το “στάσου, μύγδαλα!” που φωνάζει ο βοσκός στην Αναμπελ, δεν είναι σκηνή γυρισμένη στην Ανδρο αλλά στην Αθήνα. Η σκηνή προστέθηκε στην ταινία στην επιμήκυνσή της. Ο Γιάννης Βόγλης θυμάται με πολύ ζωηρά χρώματα αυτό το γύρισμα: “Φορούσα την κάπα και ήταν πολύ βαριά. Το γυρίζαμε πάνω-κάτω συνέχεια.

Κάποια στιγμή μπάφιασα και είπα στον Γεωργιάδη: “Ελα, ρε Βασίλη, αφού το ‘χουμε το πλάνο, βαρέθηκα πια, στάσου μύγδαλα, στάσου μύγδαλα. Κι εκείνος γυρνά και μου λέει: “Βόγλη! Αυτή η φράση θα σε κυνηγάει σ’ όλη σου τη ζωή. Και είχε δίκιο. Γιατί ο Βασίλης είχε μια εκπληκτική αίσθηση για τα πράγματα. Δεν νομίζω ότι υπήρχε άλλος σκηνοθέτης που να έχει την αίσθηση της λαϊκής ποιότητας, της ποιότητας δηλαδή που μπορούσε να ακουμπήσει τον κόσμο”.

Advertisement

Η επιλογή της Αλίκης Βουγιουκλάκη

Αλίκης

To 1961 ήταν μια σημαντική χρονιά για την Αλίκη Βουγιουκλάκη, αφού ήταν η χρονιά που η μεγάλη αυτή ελληνίδα ηθοποιός αποφάσισε να δημιουργήσει τον δικό της θεατρικό θίασο και να ξεκινήσει περιοδείες σε όλη την Ελλάδα.

Αυτό σήμαινε ότι ο χρόνος της θα ήταν πολύ περιορισμένος και δεν θα μπορούσε να γυρίζει δύο ταινίες κάθε σεζόν όπως έκανε μέχρι τότε.

Η Λίζα και η άλλη

Όταν λοιπόν έφτασαν στα χέρια της κάποιες προτάσεις για ταινίες εκείνη τη χρονιά, η Βουγιουκλάκη συμβουλεύτηκε τον καλό της φίλο Μάριο Πλωρίτη, ο οποίος τη συμβούλεψε να επιλέξει την ταινία «Η Λίζα και η άλλη», η οποία ήταν παραγωγής Φίνος Φιλμ.

Μάλιστα, η μουσική της ταινίας ήταν του Μάνου Χατζιδάκι, ο οποίος έγραψε για τις ανάγκες της το τραγούδι «Ξημερώνει», το οποίο έκανε εξαιρετική επιτυχία.

Ένα ενδιαφέρον tip που συνδέεται με την ταινία, και το οποίο αποκαλύπτει η Φίνος Φιλμ στην ιστοσελίδα της ήταν μια φήμη ότι κατά το φινάλε της ταινίας, ο βοηθός σκηνοθέτη, Παντελής Βούλγαρης, – ναι, τότε ήταν βοηθός!-, έτρεχε γύρω από το αυτοκίνητο κρατώντας κλαδιά για να φαίνεται πως είναι εν κινήσει.

Όσον αφορά στην υπόθεση της ταινίας, αυτή ήθελε τον ιδιοκτήτη ενός παλαιοπωλείου (Λαυρέντης Διανέλλος) να βρίσκει ένα πρωί στο μαγαζί του μια άστεγη κοπέλα, τη Λίζα, να κοιμάται. Νομίζοντας ότι η Λίζα είναι κλέφτρα, τη στέλνει στο αυτόφωρο.

Εκεί ένας περαστικός δικηγόρος (Γιώργος Παντζας) συμπαθεί την Λίζα και αφού την αθωώνει, την παίρνει να μείνει σπίτι του. Παράλληλα, η Μίτση, κόρη του βιομηχάνου Μικέ Γαβριήλογλου (Λάμπρος Κωνσταντάρας), το σκάει από το σπίτι της για να αναγκάσει τον πατέρα της να δεχθεί το γάμο της με έναν νεαρό.

Ο πατέρας της δίνει αμοιβή σε όποιον την βρει και μόλις ο δικηγόρος διαπιστώνει την εκπληκτική ομοιότητα της Λίζας με την Μίτση, την οδηγεί στον Γαβριήλογλου.

Έτσι, ο τελευταίος αποφασίζει να τη χρησιμοποιήσει ως δόλωμα για να βρει την κόρη του, με αποτέλεσμα οι καταστάσεις που δημιουργούνται να προκαλούν κωμικές – αλλά και δύσκολες – καταστάσεις.

Στην ταινία πρωταγωνιστούσαν ακόμα οι Παντελής Ζερβός, Θανάσης Βέγγος, Γιώργος Λευτεριώτης, Τζόλυ Γαρμπή, Γιάννης Μαλούχος, Βασίλης Μαλούχος, Γιάννης Βογιατζής, Βασίλης Μαυρομάτης, Δημήτρης Νικολαϊδης, Μαργαρίτα Αθανασίου, Λάμπρος Κοτσίρης, Κάτια Αθανασίου, Ορφέας Ζάχος, Θανάσης Παπαδόπουλος, Γιώργος Κωνσταντίνου, Σύλβιος Λαχανάς, Γιάννης Μωραϊτης, Αντώνης Σαβιολάκης.

Η σκηνοθεσία ήταν του Ντίνου Δημόπουλου και το σενάριο του Βαγγέλη Γκούφα.

Η ταινία προβλήθηκε για πρώτη φορά στους κινηματογράφους στις 13 Νοεμβρίου 1961 και στην πρώτη της προβολή «έκοψε» 152.896 εισιτήρια.

Advertisement

Η ελληνική ταινία με δύο φινάλε

laskari sexy skhnes 23
laskari sexy skhnes 23

Μπορεί ο Γιάννης Δαλιανίδης να έχει μείνει στη συνείδηση των Ελλήνων ως ο σκηνοθέτης των «χρυσών» μιούζικαλ της δεκαετίας του 1960, αλλά η αλήθεια είναι πως οι ικανότητές του ήταν ακόμα μεγαλύτερες, έστω κι αν ο ίδιος δεν το παραδέχθηκε ποτέ. Σε μια από τις τελευταίες του συνεντεύξεις τον είχαν ρωτήσει γιατί γύρισε τόσα πολλά μιούζικαλ και η απάντησή του ήταν η εξής:

«Γιατί μόνο μιούζικαλ ήξερα να κάνω καλά». Κάτι φυσικά που δεν ισχύει. Και δεν ισχύει, διότι πολύ απλά ο Γιάννης Δαλιανίδης ήταν από τους κορυφαίους σκηνοθέτες και δραματικών ταινιών. Όπως οι ταινίες που γύρισε το διάστημα 1962-1967 με πρωταγωνίστρια την υπέροχη Ζωή Λάσκαρη. Ταινίες που μπορούν να χαρακτηριστούν ως τολμηρά, κοινωνικά δράματα.

Ένα από αυτά ήταν και η ταινία «Στεφανία», στην οποία πρωταγωνιστούσε η Λάσκαρη, αλλά και ο Σπύρος Φωκάς. Η ταινία βασίζεται στο μυθιστόρημα της Νέλλης Θεοδώρου «Η Στεφανία στο Αναμορφωτήριο» και θεωρήθηκε πολύ τολμηρή για την εποχή της.

Όπως αναφέρει η Finos Film, «αν και η αφίσα της ταινίας έγραφε “Στεφανία – Αυστηρώς Ακατάλληλον”, ο Γιάννης Δαλιανίδης κατάφερε να κρατήσει μια ισορροπία μεταξύ τολμηρού και αξιοπρεπούς για το αστικό κοινό της Ελλάδας».

Αυτό που έχει ξεχωριστό ενδιαφέρον για την ταινία είναι ότι είχαν γυριστεί δύο φινάλε, ένα για την πόλη της Αθήνας, στο οποίο η πρωταγωνίστρια δολοφονείται και ένα για την επαρχία, στο οποίο βρίσκει την ευτυχία της. Τελικά, επικράτησε το πρώτο φινάλε.

Ποια ήταν όμως η υπόθεση της ταινίας;

Η Στεφανία, μια όμορφη και ευκατάστατη κοπέλα, καταλήγει στο αναμορφωτήριο εξαιτίας της διεφθαρμένης ζωής στην οποία την έχει οδηγήσει ο πατριός της. Πρόθεσή της είναι η απόδραση, αλλά όταν εμφανίζεται ο γιατρός Δαπόντε, με τον οποίο ήταν ερωτευμένη στα μαθητικά της χρόνια, αλλάζει γνώμη και γίνεται βοηθός στο ιατρείο του. Αποφασίζει να του γράψει μια επιστολή, εξηγώντας τί της συνέβη και πώς κατέληξε στο αναμορφωτήριο. Ο γιατρός γοητεύεται απο την Στεφανία και της προτείνει να παντρευτούν και να την πάρει μακριά από αυτό το μέρος.

Η Στεφανία, όμως, φεύγοντας από το αναμορφωτήριο, δέχεται τη βίαιη ερωτική επίθεση του φύλακα του ιδρύματος (Σπύρος Καλογήτου), τον οποίο θα απωθήσει προκειμένου να συναντήσει τον μέλλοντα σύζυγό της. Το σενάριο και η σκηνοθεσία ήταν του Γιάννη Δαλιανίδη και στην πρώτη προβολή της η «Στεφανία», στις 9 Ιανουαρίου 1967, «έκοψε» 438.186 εισιτήρια.

Στην ταινία πρωταγωνιστούσαν ακόμα οι Λευτέρης Βουρνάς, Σπύρος Καλογήρου, Δέσπω Διαμαντίδου, Τασσώ Καββαδία, Κάκια Παναγιώτου, Ρένα Χρηστάκη, Σούλα Αθανασιάδου, Άγγελος Μαυρόπουλος, Τούλα Λιακοπούλου, Δημήτρης Μπισλάνης, Ηρώ Κυριακάκη, Σπύρος Κωνσταντόπουλος, Καίτη Τριανταφύλλου, Σούλης Θεοδώρου, Γκόλφω Μπίνη, Βαγγέλης Πλοιός, Ειρήνη Τούσκα, Ειρήνη Κουμαριανού, Βύρων Πάλλης, Νόρα Βαλσάμη, κ.α. Η μουσική ήταν του Μίμη Πλέσσα.

Advertisement

Η αστεφάνωτη και το σπίτι της οικίας Κοκοβίκου

το σπίτι της οικίας Κοκοβίκου

Αποτελεί ίσως την πλέον γνωστή ταινία του παλιού, καλού, ασπρόμαυρου κινηματογράφου, η οποία έχει προβληθεί πάρα πολλές φορές από τα ελληνικά τηλεοπτικά κανάλια και συνεχίζει να προβάλλεται χωρίς διακοπή.

Και πάντα σημειώνει υψηλές τηλεθεάσεις. Πρόκειται για την ταινία με τίτλο «Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα», η οποία γυρίστηκε το 1965 από την εταιρεία Δαμασκηνός-Μιχαηλίδης, σε σκηνοθεσία Γιώργου Τζαβέλλα, με πρωταγωνιστές τους Γιώργο Κωνσταντίνου (στο ρόλο του «μυθικού» Αντωνάκη) και την Μάρω Κοντού (στο ρόλο της Ελενίτσας).

Η ταινία έμεινε στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου για τον εξαιρετικά ρεαλιστικό – και ενίοτε ωμό- τρόπο με τον οποίο παρουσιάζει τα προβλήματα της μικροαστικής τάξης στην Ελλάδα τη δεκαετία του 1960. Σε μια κοινωνία, που μετά την λαίλαπα του πολέμου αρχίζει να πατάει καλύτερα στα πόδια της, ωστόσο παραμένει βαθύτατα συντηρητική.

i de gini na fovitai ton antra

Έτσι, παραμένει κοινωνικά κατακριτέο το να συζεί ένα ζευγάρι χωρίς να είναι παντρεμένο. Κι αυτό το ζήτημα είναι ένα από τα πολλά που θίγονται στην ταινία, μαζί με άλλα, όπως η πεποίθηση ότι ο άνδρας είναι ο αρχηγός της οικογένειας, η γυναίκα εξουσιάζεται από αυτόν, η ίδια απαγορεύεται να εργάζεται και να φέρνει έσοδα στο σπίτι και άλλα πολλά. Αυτή ακριβώς είναι η κατάσταση του Αντωνάκη και της Ελενίτσας, οι οποίοι συζούν 10 χρόνια, αλλά δεν είναι παντρεμένοι.

Η κοινωνική πίεση θα τους αναγκάσει να το κάνουν, αλλά αποδεικνύεται ότι κανείς από τους δύο δεν ήταν έτοιμος για το βήμα αυτό και κυρίως ο Αντωνάκης, ο οποίος γίνεται εν τέλει υποχείριο των φιλενάδων της γυναίκας του, αλλά και των ίδιων του των φίλων. Απίστευτα κωμικές σκηνές πλημμυρίζουν την ταινία, οι οποίες προκαλούν γέλιο, αλλά και προβληματισμό για τα ακραία και μη συμβατά με τη σημερινή πραγματικότητα ήθη και έθιμα της ελληνικής κοινωνίας της εποχής.

Για τον Γιώργο Κωνσταντίνου, ο ρόλος του Αντωνάκη θεωρείται ο καλύτερος της καριέρας του, ή τουλάχιστον εκείνος που τον καθιέρωσε ανεπιστρεπτί στο πάνθεον των μεγάλων ελλήνων ηθοποιών. Δίπλα του η Μάρω Κοντού προσπαθεί να κρατήσει τις ισορροπίες, αλλά ο Κωνσταντίνου έχει μπει τόσο δυνατά στο ρόλο του που δεν της αφήνει κανένα περιθώριο, υποκριτικά πάντα. Αξέχαστες οι ατάκες του Κωνσταντίνου «παίρνω το καπελάκι μου και φεύγω» και «λόγω της ημέρας».

Μαζί τους, πλειάδα κορυφαίων ηθοποιών ενισχύουν τη δυναμική της ταινίας: Δέσπω Διαμαντίδου, Σταύρος Ξενίδης, Κατερίνα Γώγου, Δημήτρης Καλιβωκάς, Λιλή Παπαγιάννη, Νίκος Φιλιππόπουλος, Καίτη Λαμπροπούλου, Νάσος Κεδράκας, Τασσώ Καββαδία, Κώστας Δούκας, Δέσποινα Νικολαΐδου, Λουκιανός Ροζάν, Μπέτυ Μοσχονά, Άγγελος Αντωνόπουλος κ.α.

Η ταινία «Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα» είναι μεταφορά θεατρικού έργου που είχε ανέβει το 1958 από τον Γιώργο Τζαβέλλα, με πρωταγωνιστή τον Βασίλη Λογοθετίδη. Μάλιστα ήταν και ο τελευταίος θεατρικός ρόλος του μεγάλου Έλληνα ηθοποιού, αλλά και η τελευταία ταινία που σκηνοθέτησε ο Γιώργος Τζαβέλλας, ο οποίος άφησε μια σημαντική παρακαταθήκη στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου, με ταινίες όπως «Η κάλπικη λίρα», «Ο μεθύστακας», «Μια ζωή την έχουμε» κ.α.

Οι πληροφορίες λένε ότι ο αρχικός τίτλος που σκεφτόταν να δώσει ο Τζαβέλλας για την ταινία του αυτή ήταν «Η αστεφάνωτη», όμως άλλαξε γνώμη όταν έμαθε ότι ένας συνάδελφός του σκηνοθέτης, ο Νίκος Αβραμέας την ίδια περίοδο γύριζε μια ταινία με τον ίδιο τίτλο. Έτσι ο τίτλος άλλαξε και έγινε «Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα», ταινία που ο ίδιος ο Τζαβέλλας θα χαρακτηρίσει αργότερα «ρωμαϊκή σάτιρα με βαθιές ανθρώπινες ρίζες».

Το σπίτι που στην ταινία εμφανίζεται ως η οικία Κοκοβίκου, υπάρχει ακόμα στην οδό Τριπόδων 32 και Ραγκαβά, στην περιοχή της Πλάκας και χρονολογείται από το 1800, όταν στέγαζε τη στρατιωτική διοίκηση των Τούρκων. Στο οικόπεδο του κτιρίου ωστόσο, οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν τη βάση ενός χορηγικού μνημείου, σε σχήμα τριπύλου. Βρέθηκαν ακόμα αρχαίες βεσπιανές τουαλέτες, πράγμα που αποδεικνύει ότι ο χώρος χρησιμοποιήθηκε για δημόσια ουρητήρια.

Με έναν νόμο της Μελίνας Μερκούρη που στόχο είχε να μη γεμίσει η Αθήνα με πολυκατοικίες, το σπίτι προστατεύτηκε και κρίθηκε διατηρητέο και μετά από πολλά χρόνια πέρασε προς αξιοποίηση στο ΤΑΙΠΕΔ. Η πώληση σε ιδιώτη διακόπηκε προσωρινά, καθώς βρέθηκαν αρχαία από κάτω του. Γρήγορα όμως ξεπεράστηκε αυτό το εμπόδιο και μαζί με άλλα 11 νεοκλασικά της περιοχής θα δοθεί κι αυτό σε κάποιον ιδιώτη.

Η ταινία «Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα» προβλήθηκε στις κινηματογραφικές αίθουσες Αθήνας-Πειραιώς-Προαστίων το 1965 και έκοψε 297.273 εισιτήρια, καταλαμβάνοντας τη 13η θέση από της 93 ταινίες της περιόδου. Προβλήθηκε και στο εξωτερικό, αποτέλεσε επίσημη συμμετοχή της Ελλάδας στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Βερολίου, ενώ απέσπασε και βραβείο σκηνοθεσίας στο φεστιβάλ του Σικάγου, με εξαιρετικές κριτικές. Η μουσική ήταν του Κώστα Καπνίση.

Κάτι ακόμα που αξίζει να σημειωθεί για την ταινία είναι ότι το κινηματογραφικό ζεύγος Κοκοβίκου «ξαναζωντάνεψε» πριν μερικά χρόνια, όταν ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης το περιέλαβε στο σενάριο της ταινίας «Αν», την οποία σκηνοθέτησε ο ίδιος. Το ζεύγος ήταν και πάλι ο Γιώργος Κωνσταντίνου και η Μάρω Κοντού και στην ταινία υποδύονταν τον παππού και τη γιαγιά της πρωταγωνίστριας.

Advertisement

Όταν ταινία παίχτηκε με την άδεια του τότε Πρωθυπουργού

άδεια

Η αριστουργηματική από κάθε άποψη ταινία «Συνοικία το όνειρο», που γυρίστηκε το 1961, αποτελεί ίσως την πλέον «πολύπαθη» ταινία, μια ταινία που κρύβει μέσα της απίστευτο παρασκήνιο, το οποίο ξεφεύγει από τα όρια της Τέχνης και αγγίζει τις παρυφές της πολιτικής.

Κι αυτό διότι η δημιουργία της αποκάλυψε το δημοκρατικό έλλειμμα της πολιτικής ηγεσίας εκείνης της εποχής, με την σκληροπυρηνική δεξιά να κυβερνά και να λογοκρίνει ότι θεωρούσε ότι δεν άρμοζε στην διεθνή εικόνα της χώρας, έστω κι αν αυτό αποτύπωνε αλήθειες και μόνο.

Αρκεί να σκεφθεί κανείς ότι η ταινία κατάφερε να παιχτεί τελικά στους κινηματογράφους μετά από προσωπική παρέμβαση της Ελένης Βλάχου, Εκδότριας της Καθημερινής, στον τότε Πρωθυπουργό, Κωσταντίνο Καραμανλή! Και πάλι όμως η ταινία παίχτηκε «πετσοκομμένη» από τη λογοκρισία, ενώ οι σκηνές που «κόπηκαν» καταστράφηκαν ολοκληρωτικά!

Είναι αυτό ακριβώς το γεγονός που ανάγκασε τον Αλέκο Αλεξανδράκη, πρωταγωνιστή αλλά και σκηνοθέτη της ταινίας, να αποκαλύψει πολλά χρόνια αργότερα ότι η ταινία που τελικά προβλήθηκε δεν είχε σχέση με αυτή που ο ίδιος είχε δημιουργήσει και ως εκ τούτου ουδεμία σχέση δεν ήθελε πλέον να έχει μαζί της!

Ακόμα όμως και με την άδεια του Πρωθυπουργού, η πρώτη προβολή της ταινίας «Συνοικία το Ονειρο» έγινε μέσα σε επεισόδια, καθώς η αστυνομία αποπειράθηκε να εμποδίσει την είσοδο του κοινού στον κινηματογράφο και η παρακολούθησή της ουσιαστικά κατέληξε να είναι πράξη αντίστασης!

Σε συνέντευξή του στον Ιάσονα Τριανταφυλλίδη, ο Αλεξανδράκης είχε πει: «Δεν είχαμε προβλήματα με την αστυνομία, αλλά με τους τραμπούκους. Σιγά-σιγά άρχισε να γίνεται γνωστό ότι γυρίζαμε την ταινία εκεί και η τότε βαμμένη δεξιά έστελνε τους τραμπούκους[…] τα αρνητικά (ενν. της ταινίας) τα είχε εξαφανίσει η λογοκρισία.

Όταν άρχισε να παίζεται, από πολλά μέρη της επαρχίας την έστελναν πίσω, είτε γιατί ο χωροφύλακας ήταν έξω από την αίθουσα και κατέγραφε ποιοι έμπαιναν, είτε γιατί οι αντιφρονούντες πετροβολούσαν τον κινηματογράφο».

Γιατί όμως η ταινία αυτή προκάλεσε τόση ένταση; Διότι πολύ απλά, θεωρήθηκε ότι «δυσφημούσε την εικόνα της ευημερούσας Ελλάδας», αφού παρουσίαζε τη σκληρή καθημερινότητα των ανθρώπων μιας φτωχογειτονιάς της Αθήνας, και δη του Ασύρματου, μιας παραγκούπολης ανάμεσα στον λόφο του Φιλοπάππου και τα Ανω Πετράλωνα.

Ενα άλλο ενοχλητικό στοιχείο ήταν το γεγονός ότι η μουσική ήταν του Μίκη Θεοδωράκη, ενώ τα τραγούδια ερμήνευε ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, με κορυφαίο όλων το «Βρέχει στη φτωχογειτονιά», σε στίχους Τάσου Λειβαδίτη, τραγούδι που έγινε ο «ύμνος» του απλού λαού.

Να σημειωθεί ότι ο Τάσος Λειβαδίτης είχε γράψει και το σενάριο του έργου. Για τα γυρίσματα της ταινίας, ο Αλεξανδράκης και η τότε σύντροφός του Αλίκη Γεωργούλη, η οποία εκτός από το ότι συμπρωταγωνιστούσε μαζί του στην ταινία, ήταν και η διευθύντρια παραγωγής, αναζητούσαν μια φτωχή περιοχή για τα γυρίσματα της ταινίας τους.

Δεν γνώριζαν τον Ασύρματο, μια συνοικία που ονομαζόταν έτσι επειδή εκεί ήταν τοποθετημένος ο ασύρματος των Γερμανών επί Κατοχής. Κάποιος είπε στον Αλεξανδράκη να δει την περιοχή. Το έκανε και είδε στις παράγκες, τις φτιαγμένες από κωνσταντινουπολίτες πρόσφυγες, το ιδανικό σκηνικό του. Μάλιστα, οι ίδιοι οι ντόπιοι κάτοικοι της περιοχής, αυτοί που διέμεναν στις παράγκες, έπαιξαν στη «Συνοικία».

Όσον αφορά στην υπόθεση της ταινίας, ένας άρτι αποφυλακισμένος νέος, ο Ρίκος (Αλέκος Αλεξανδράκης), προσπαθεί να βγάλει χρήματα, την ίδια στιγμή που η αγαπημένη του (Αλίκη Γεωργούλη) βλέπει άλλους άνδρες και ο αδερφός της (Μάνος Κατράκης) προσπαθεί να συνεισφέρει στα οικονομικά της οικογένειας. Ο Ρίκος θα σκαρφιστεί μια δουλειά αλλά θα ξοδέψει τα συγκεντρωμένα χρήματα. Ένας από τους «συνεταίρους» του (Αλέκος Πέτσος) θα αυτοκτονήσει.

Ο Ρίκος, η αγαπημένη του και ο αδερφός της, ηττημένοι και απογοητευμένοι εξαιτίας των προσδοκιών που δεν ευοδώθηκαν ποτέ, θα αναγκαστούν να συμβιβαστούν με την ωμή πραγματικότητα. Στην ταινία πρωταγωνιστούσαν ακόμα οι Θανάσης Μυλωνάς, Αλέκα Παϊζη, Σαπφώ Νοταρά, Βάσος Ανδρονίδης, Γιάννα Ολυμπίου, Κώστας Μπαλαδήμας, Ηλέκτρα Καλαμίδου κ.α.

«Ο ιταλικός νεορεαλισμός του Ντε Σίκα και του Ροσελίνι ενσωματωμένος στην ελληνική πραγματικότητα της αυγής της δεκαετίας του ΄60» ήταν ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά σχόλια των κριτικών του έργου. Η εκμετάλλευση της ταινίας αργότερα πέρασε στα χέρια των αδελφών Κουρουνιώτη, στους οποίους ο Αλεξανδράκης πούλησε τα δικαιώματα λόγω χρεών του.

Advertisement

Μία ματιά και εδώ..

Γιατί ο Σωτήρης Μουστάκας είχε αρχαιoελληνικά ονόματα

457full sotiris moustakas e1459610974834
O Σωτήρης Μουστάκας στα νιάτα του στην Κύπρο ήταν μεγάλο πατριωτάκι. Σαν μαθητής ακόμη, ήταν δικτυωμένος στην ΕΟΚΑ, την Α΄ φυσικά, στο μυστικό αντάρτικο...

Πίσω από τις κάμερες: Μικρές ιστορίες του Ελληνικού Κινηματογράφου (Μέρος 2ο)

Πίσω από τις κάμερες
Ο ελληνικός κινηματογράφος, εκτός από λαμπρές στιγμές μπροστά από την κάμερα, έκρυβε και πολλή… δράση πίσω από αυτή. Στο σημερινό άρθρο, βουτάμε βαθύτερα σε...