15.4 C
Athens
Δευτέρα, 22 Δεκεμβρίου, 2025

Λαυρέντης Διανέλλος: Η ψυχή του ελληνικού κινηματογράφου

Υπάρχουν ονόματα που δεν χρειάζονται φανφάρες για...

Βαγγέλης Βουλγαρίδης: Ο ευγενικός ζεν πρεμιέ

Τις περισσότερες φορές, ήταν εκείνοι οι δευτεραγωνιστές...
Blog Σελίδα 73

Οι γενναίοι πεθαίνουν δυο φορές αποτελεί διασκευή

photo3 5
photo3 5

Ποιος από τους άνω των 40 δεν γνωρίζει ή δεν έχει δει έστω και το ένα και μοναδικό δίλεπτο που έχει απομείνει ως κόπια από την θρυλική δραματική σειρά του Νίκου Φώσκολου «Ο Άγνωστος Πόλεμος», η οποία μεσουρανούσε στην ελληνική κρατική τηλεόραση στις αρχές της δεκαετίας του 1970; Μιας σειράς που ο θρύλος λέει πως όταν παίζονταν «νέκρωναν» οι δρόμοι!

Και που κάποιοι ανόητοι «εξαφάνισαν» τις κόπιες της στην κρατική τηλεόραση για να γράψουν από πάνω έναν …ποδοσφαιρικό αγώνα!

Και για να απαντήσουμε στο ερώτημα, θα λέγαμε «οι περισσότεροι». Πόσοι όμως γνωρίζουν ότι ο «πρόγονος» της σειράς αυτής ήταν μια ταινία που είχε επίσης γυρίσει ο Νίκος Φώσκολος το 1966 με τίτλο «Ο άνθρωπος που γύρισε από τον πόνο», στην οποία πρωταγωνιστούσαν ο Νίκος Ξανθόπουλος και η Αφροδίτη Γρηγοριάδου;

Μάλλον ελάχιστοι. Κι όμως, από εκείνη τη στιγμή είχε αρχίσει να στριφογυρίζει στο μυαλό του Φώσκολου η ιδέα να κάνει ένα αντίστοιχο σίριαλ στην ελληνική τηλεόραση που τότε, δειλά-δειλά έκανε τα πρώτα της βήματα. Κάπως έτσι γεννήθηκε «Ο Άγνωστος Πόλεμος».

Ωστόσο ο Φώσκολος δεν σταμάτησε εδώ. Βλέποντας την σχεδόν απίστευτη επιτυχία της σειράς στην τηλεόραση, το 1973 αποφασίζει να την γυρίσει σε ταινία, μέσα από μια δική του διασκευή. Έτσι γυρίστηκε η ταινία με τίτλο «Οι γενναίοι πεθαίνουν δυο φορές», στην οποία πρωταγωνιστούσαν ο Άγγελος Αντωνόπουλος και η Γκέλυ Μαυροπούλου.

Η σκηνοθεσία ωστόσο δεν ήταν του ιδίου, αλλά του Τάκη Βουγιουκλάκη – αδελφού της Αλίκης -, ο οποίος ωστόσο την σκηνοθέτησε αυστηρά στα «φωσκολικά» πρότυπα, μην καταφέρνοντας να δώσει σε αυτή ένα δικό του στυλ. Αυτό βέβαια δεν επηρέασε το τελικό αποτέλεσμα, το οποίο ήταν εξαιρετικό.

Η υπόθεση της ταινίας, σύμφωνα με την παραγωγό Finos Film, ήταν η εξής:
Στην περίοδο της Γερμανικής κατοχής, η Δήμητρα, χήρα του αεροπόρου Νικηφόρου Αυγέρη, ζει με την κόρη της Νατάσσα και την πεθερά της. Κάποια μέρα συναντά τυχαία τον σαλταδόρο Χάρη, ο οποίος μοιάζει εκπληκτικά με τον μακαρίτη άνδρα της, και του ζητάει να παίξει το ρόλο του συζύγου της για χάρη της κόρης της. Ο Χάρης δέχεται και για κάποιο διάστημα ζουν μαζί.

Οι Γερμανοί όμως, πιστεύοντας ότι είναι ο αληθινός Αυγέρης, τον συλλαμβάνουν, αλλά εκείνος δεν αποκαλύπτει την πραγματική του ταυτότητα, διακινδυνεύοντας ακόμα και την ζωή του.

Η ταινία έχει να επιδείξει πολύ «δυνατές» σκηνές, όπως εκείνη όπου ο Χάρης (Αγγ. Αντωνόπουλος) πηγαίνει το νεκρό παιδί στη μάνα του (Ειρήνη Κουμαριανού) και εκείνη σπαράζει όταν ο ίδιος της λέει « Το σκότωσαν οι Γερμανοί γιατί πεινούσε και έκλεψε ένα καρβέλι ψωμί». Σκηνή που είναι σχεδόν αδύνατο να μην σε κάνει να δακρύσεις.

Πέρα από όλα αυτά,. Η ταινία έχει όλα τα χαρακτηριστικά κάθε ταινίας του Φώσκολου: ένταση, αδρεναλίνη, πατριωτισμό, ευγενείς αξίες, δράμα, ηθικά διλήμματα.

Μαζί με τους Αντωνόπουλο-Μαυροπούλου, πρωταγωνιστούν οι  Ζώρας Τσάπελης, Νίκος Δενδρινός, Ζωή Ρίζου, Νατάσα Ασίκη, Καίτη Γρηγοράτου, Γιώργος Νέζος, Κυριάκος Δανίκας, Κώστας Ρήγας, Γιώργος Ταχιάτης, Τζένη Στεφανάκου, Κική Γρηγορίου, Ανδρέας Δερεφός, Κάρολος Καρόλου, Κώστας Παπούλιας.

Η πρώτη προβολή της ταινίας «Οι γενναίοι πεθαίνουν δύο φορές» έγινε στις 12 Φεβρουαρίου, ενώ τα εισιτήρια που αυτή έκοψε ήταν 132.356. Η υπέροχη μουσική ήταν του Γιώργου Χατζηνάσιου.

Advertisement

Κορίτσια στον ήλιο και οι σημαντικές διακρίσεις

nne Lonnberg 0
nne Lonnberg 0

Αναμφισβήτητα αποτελεί την κορυφαία ταινία του Κλέαρχου Κονιτσιώτη, κατά πολλούς το αντίπαλον δέος του Φιλοποίμην Φίνου.

Η ταινία «Κορίτσια στον ήλιο» κατέχει δικαιωματικά μια ξεχωριστή θέση στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου, όχι τόσο για την εμπορική της πορεία στην Ελλάδα (η οποία δεν ήταν και η καλύτερη, δεδομένου ότι στην πρώτη προβολή της έκοψε 186.109 εισιτήρια και ήρθε 38η ανάμεσα σε 99 ταινίες της σεζόν 1969-1970), όσο για τις σημαντικές διακρίσεις που την ακολούθησαν, τόσο εντός της χώρας, όσο και εκτός συνόρων.

Πρώτα από όλα, η ταινία αποτέλεσε την επίσημη ελληνική υποβολή για το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας το 1970, ενώ απέσπασε 4 βραβεία στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης του 1968 (καλύτερης καλλιτεχνικής ταινίας, μουσικής, β’ ανδρικού ρόλου και ειδική μνεία β’ ανδρικού ρόλου).

Η καταπληκτική μουσική του Σταύρου Ξαρχάκου αποτέλεσε το «διαβατήριο» του περάσματος της ταινίας στο πάνθεον των κορυφαίων ελληνικών ταινιών, ωστόσο οι ερμηνείες του Γιάννη Βόλγη – κατά πολλούς ο κορυφαίος ρόλος της καριέρας του – και της Αν Λόμπεργκ, αποδείχθηκαν καθοριστικές.

Το «Κορίτσια στον ήλιο» καταπιάνονταν με μια μάλλον «κλισέ» ιστορία αγάπης, αυτή του έλληνα φτωχού αγρότη με μια ξένη τουρίστρια που έρχεται στην Ελλάδα για διακοπές. Παρά το «κλισέ» της υπόθεσης, το αποτέλεσμα είναι αριστουργηματικό, υπό την σκηνοθετική καθοδήγηση του «μαέστρου» Βασίλη Γεωργιάδη, σε σενάριο Ιάκωβου Καμπανέλλη.

Η υπόθεση ήθελε μια νεαρή αγγλίδα να παρεξηγεί τις προθέσεις ενός βοσκού που προσπαθεί να την πλησιάσει, γεγονός το οποίο γίνεται γνωστό στην κλειστή κοινωνία του χωριού. Ο αθώος βοσκός φυλακίζεται και η νεαρή αγγλίδα όταν αντιλαμβάνεται το γεγονός προσπαθεί να του συμπαρασταθεί, προσφέροντας ό,τι καλύτερο μπορεί από το παράθυρο της φυλακής.

Κι όπως ήταν μάλλον φυσικό, οι δύο νέοι, οι τόσο διαφορετικοί, ερωτεύονται, έστω κι αν δεν μπορούν να συννενοηθούν μεταξύ τους, δεδομένου ότι ο ένας δεν γνωρίζει την γλώσσα του άλλου.

Όταν ο βοσκός αποφυλακίζεται και αυτή φεύγει για την Αθήνα, αυτός την ακολουθεί και τη βρίσκει στο ξενοδοχείο που μένει. Περνούν μια μαγική βραδιά μαζί, αλλά την άλλη μέρα η κοπέλα φεύγει για την Αγγλία, παρά το γεγονός ότι και η ίδια τον είχε ερωτευτεί.

Ίσως γιατί αναγνώρισε ότι ήταν τόσο διαφορετικοί μεταξύ τους, που η κοινή τους συμβίωση σε μια κοινωνία θα ήταν πολύ δύσκολη. Ετσι, προτίμησε να κρατήσει τις ευχάριστες αναμνήσεις, από το να προχωρήσει παρακάτω και να οδηγηθούν στις συγκρούσεις. Δύσκολη απόφαση, αλλά γενναία και μάλλον η καλύτερη.

Η σκηνή με το αεροπλάνο να απογειώνεται και τον Βόγλη να δακρύζει που την χάνει, σε συνδυασμό με την μουσική του Ξαρχάκου που ακούγεται παράλληλα, αφήνει έναν κόμπο στον λαιμό του θεατή, ίσως γιατί τελικά ανάλογες ιστορίες μπορεί να έχει ο καθένας να διηγηθεί.

Μια άλλη ενδιαφέρουσα παράμετρος της ταινίας αφορά στο ότι το μεγαλύτερο μέρος της γυρίστηκε στο Μπατσί της Άνδρου, με υπέροχα ηλιοβασιλέματα, γραφικά σοκάκια, όμορφες παραλίες.

Τους στίχους των τραγουδιών του Ξαρχάκου έχει γράψει ο Γιώργος Παπαστεφάνου, ενώ τα τραγούδια ερμηνεύει η Μαρία Δημητριάδου. Μαζί με τους Βόγλη, Λόμπεργκ, στο «Κορίτσια στον ήλιο» πρωταγωνιστούν ακόμα οι Κώστας Μπάκας, Μιράντα Μυράτ, Βαγγέλης Καζάν κ.α. Τη διανομή της ταινίας ανέλαβε η Καραγιάννης-Καρατζόπουλος, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι η ταινία παίχθηκε και στην μακρινή Ιαπωνία, τον Ιανουάριο του 1972.

Advertisement

Η σχέση του Χρόνη Εξαρχάκου με τη μητέρα του

Ο ηθοποιός Χρόνης Εξαρχάκος, όπως στους ρόλους του έτσι και στην πραγματική ζωή σκορπούσε απλόχερα το γέλιο. Οι φίλοι του τον περιγράφουν ως έναν ευχάριστο και πλακατζή άνθρωπο ο οποίος όμως, είχε έντονα ξεσπάσματα και εκρήξεις.

Ο Κώστας Βουτσάς με τον οποίο ήταν φίλοι, θυμάται τον κυκλοθυμικό του χαρακτήρα, αλλά και το γεγονός ότι ήταν πολύ αγαπητός στις παρέες του. Πολλοί αποδίδουν τις απότομες αλλαγές στη συμπεριφορά του στην καταπίεση που δεχόταν από τη μητέρα του.

Ο ηθοποιός έζησε μεγάλο μέρος της ζωής του μαζί της, καθώς η μάνα του ήταν ανάπηρη και χρειαζόταν ιδιαίτερη φροντίδα.

Ο Κώστας Βουτσάς και ο Χρόνης Εξαρχάκος ήταν πολύ καλοί φίλοι.

Μάνα και γιος ήταν πολύ δεμένοι, αλλά όπως αναφέρουν φίλοι και συνεργάτες του, ο Εξαρχάκος φοβόταν τη μητέρα του. Λέγεται πως λόγω της μεγάλης αδυναμίας που του είχε, δεν τον άφηνε να παντρευτεί για να μην τον χάσει από κοντά της, ενώ αργότερα δεν ενέκρινε τις επιλογές της προσωπικής του ζωής.

Τελικά, ο ηθοποιός δεν παντρεύτηκε ποτέ και δεν έκανε οικογένεια. Το μεγαλύτερο μέρος τη ζωής του έζησε μαζί της. Ο Χρόνης Εξαρχάκος προσβλήθηκε από καρκίνο τον οποίο, παρά τις προσπάθειες των γιατρών, δεν κατάφερε να νικήσει. Ωστόσο, ακόμα και όταν αντιμετώπιζε το σοβαρό πρόβλημα με την υγεία του, δεν έχασε το χιούμορ του.

Ο Κώστας Βουτσάς θυμάται τον αγαπημένο του φίλο στο νοσοκομείο, όταν η κατάσταση του είχε επιδεινωθεί, να πειράζει τις νοσοκόμες, να λέει αστεία και να κάνει πλάκες. Ο Χρόνης Εξαρχάκος πέθανε στις 27 Σεπτεμβρίου του 1984.

Η μητέρα του δεν άντεξε το χαμό του. Μαράζωσε και ένα χρόνο μετά τον θάνατό του, έφυγε και η ίδια από τη ζωή….

Advertisement

Η πρώτη φορά που απονεμήθηκε βραβείο Όσκαρ σε μη Αμερικάνο

Το 1944 η Κατίνα Παξινού παρέλαβε το Όσκαρ Β’ Γυναικείου Ρόλου για την αμερικανική ταινία «Για ποιον χτυπάει η καμπάνα», που ήταν μεταφορά του λογοτεχνικού έργου του Χέμινγουέι.

Η Ελληνίδα ηθοποιός είχε υποδυθεί την Ισπανίδα Πιλάρ και η υπόθεση εξελισσόταν στον ισπανικό εμφύλιο.

Ήταν η πρώτη φορά που απονεμήθηκε το συγκεκριμένο Όσκαρ σε μη Αμερικάνο ηθοποιό και το πρώτο βραβείο της Ακαδημίας που έλαβε Έλληνας καλλιτέχνης.

Η μεγάλη ηθοποιός αφιέρωσε το βραβείο στους συνεργάτες της και την πατρίδα της, που βρισκόταν υπό καθεστώς κατοχής….

Στις 2 Μαρτίου του 1944, η 16η τελετή απονομής των βραβείων Όσκαρ πραγματοποιήθηκε στο κινέζικο θέατρο «Grauman», στο Λος Άντζελες.

Μέχρι τότε τα Όσκαρ διοργανώνονταν σε εστιατόρια ξενοδοχείων.

Το 1944 οι διοργανωτές μοίρασαν προσκλήσεις σε στρατιώτες και νοσοκόμες που υπηρετούσαν στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο για να επιβραβεύσουν τις προσπάθειές τους. Συγκεντρώθηκε τόσο μεγάλο πλήθος που δεν μπορούσε να χωρέσει σε ένα εστιατόριο και τους μετέφεραν στο Θέατρο….

Advertisement

Η πρώτη ταινία του Ηλιόπουλου και ο γρουσούζης Μακρής

ο γρουσούζης

Το 1952 η Ελλάδα προσπαθούσε να γιατρέψει τις πληγές του πολέμου, αλλά η προσπάθεια φάνταζε άνιση. Φτώχεια, ανεργία, ξενιτιά, βάσανα και πείνα ήταν τα δομικά στοιχεία της ελληνικής κοινωνίας. Παρά τα προβλήματα όμως, οι αξίες της οικογένειας και η ηθική που αυτή αντιπροσώπευε παρέμεναν ζωντανές για τους Έλληνες.

Αυτό όμως είχε και τα αρνητικά του. Δεν μπορούσε π.χ. η κοινωνία να ανεχθεί την ύπαρξη ενός παιδιού εκτός γάμου. Η μητέρα ήταν κατακριτέα. Σε αυτό το κοινωνικό ζήτημα στηρίχθηκε και η ταινία με τίτλο «Ο γρουσούζης», στην οποία πρωταγωνιστούσε ο σπουδαίος Ορέστης Μακρής, στο ρόλο του κυρ Αγαθοκλή, ενός φτωχού καφετζή.

o grousouzis

Ο ίδιος, για άλλη μια φορά δίνει τον καλύτερό του εαυτό και με το μοναδικό του ταλέντο απογειώνει το τελικό αποτέλεσμα. Η ταύτιση μαζί του είναι μονόδρομος για τον θεατή.

Η υπόθεση είναι η εξής: Το καφενεδάκι του κυρ-Αγαθοκλή – του γρουσούζη, όπως τον αποκαλούν οι θαμώνες-, μαζεύει όλους τους αρχιτεμπέληδες της γειτονιάς. Παρά την γκρίνια του Αγαθοκλή – που συχνά φτάνει στο σημείο να διώχνει τους τεμπέληδες θαμώνες –, οι πελάτες του παραμένουν πιστοί.

Όταν μια μέρα στο κατώφλι του καφενείου βρίσκεται εγκαταλελειμμένο ένα μωρό, ο Αγαθοκλής αποφασίζει να το κρατήσει και προσλαμβάνει μια παραμάνα, την Μαρία, χωρίς να γνωρίζει ότι είναι η αληθινή μητέρα του παιδιού. Στη γειτονιά οι φήμες οργιάζουν πως το μωρό είναι δικό του, ώσπου εμφανίζεται ο πραγματικός πατέρας.

Είναι πραγματικά μοναδικός ο τρόπος που ο Μακρής αναδεικνύει την ταινία, με την σκηνοθετική καθοδήγηση βέβαια του σπουδαίου Γιώργου Τζαβέλλα, ο οποίος είχε γράψει και το σενάριο. Ο Μακρής δείχνει να παίζει «στο δικό του γήπεδο», ερμηνεύοντας έναν γρουσούζη τόσο ρεαλιστικά που πολλές φορές σε κάνει να σκεφθείς μήπως τελικά αυτός είναι και ο πραγματικός χαρακτήρας του.

Στην ταινία πρωταγωνιστούσαν ακόμα οι Μίμης Φωτόπουλος, Γεωργία Βασιλειάδου, Δάφνη Σκούρα, Ανδρέας Ζησιμάτος, Περικλής Χριστοφορίδης, Λάκης Σκέλλας, Θανάσης Τζενεράλης, Γιώργος Βλαχόπουλος, Σοφία Αρσένη, Λόλα Φιλιππίδου, Νίκος Φέρμας, Κώστας Παπαχρήστος, Γιώργος Πλουτής.

Μια σημαντική ακόμα πληροφορία για την ταινία αφορά στον Ντίνο Ηλιόπουλο, ο οποίος κάνει μέσα από τον «Γρουσούζη» την πρώτη του κινηματογραφική εμφάνιση. Η μουσική ήταν του Μάνου Χατζιδάκι και η ταινία ήρθε τρίτη σε εισπράξεις από τις 22 ελληνικές παραγωγές της χρονιάς εκείνης.

Έκανε πρεμιέρα στους κινηματογράφους στις 3 Νοεμβρίου του 1952 και στην πρώτη της προβολή έκοψε 121.007 εισιτήρια. Η παραγωγή ήταν της Φίνος Φιλμ.

Advertisement

Η πρώτη ελληνική ταινία που πουλήθηκε στην αμερικάνικη αγορά

05 2
05 2

Για πολλούς είναι η κορυφαία ταινία αστυνομικού μυστηρίου του παλιού ελληνικού κινηματογράφου. Το γεγονός ότι το σενάριο της ταινίας «Έγκλημα στα παρασκήνια» υπογράφει ο μετρ του αστυνομικού μυθιστορήματος Γιάννης Μαρής αποτελεί αναμφισβήτητα μια παράμετρο που συνηγορεί προς αυτή την κατεύθυνση.

Δεν είναι όμως η μόνη.
Στην ταινία αυτή – που γυρίστηκε το 1960 από την Τέχνη ΑΕ & Δαμασκηνός-Μιχαηλίδης – πρωταγωνιστούν με κορυφαίες ερμηνείες, ορισμένα από τα μεγαλύτερα ονόματα του ελληνικού – και όχι μόνο – κινηματογράφου, όπως ο Τίτος Βανδής – υποδύεται τον θρυλικό αστυνόμο Μπέκα, βασικό ήρωα στα μυθιστορήματα του Μαρή – και η Ζωρζ Σαρρή.

Δίπλα τους, άξιοι «συμπαραστάτες» οι Αλέκος Αλεξανδράκης, Χρήστος Τσαγανέας, Μάρω Κοντού, Δήμος Σταρένιος, Γκίκας Μπινιάρης, Δημήτρης Νικολαΐδης, Γιώργος Δαμασιώτης, Λαυρέντης Διανέλλος, Έφη Μελά, Σαπφώ Νοταρά κ.α.

Η ταινία ακολουθεί ξεκάθαρα την συνταγή των αμερικανικών φιλμ νουάρ που εκείνη την εποχή «έσπαγαν ταμία» στους κινηματογράφους της χώρας, αλλά παρουσίασε και δικά της στοιχεία, όπως η εξαιρετική σκηνοθεσία του Ντίνου Κατσουρίδη – ίσως η καλύτερη σκηνοθετική προσπάθεια της καριέρας του -, η μοναδική φωτογραφία του Αριστείδη Καρύδη-Φουκς, οι «νευρώδεις» χορογραφίες του Γιάννη Φλερύ και η «δυνατή» μουσική του Μίμη Πλέσσα.

Το αποτέλεσμα ήταν μοναδικό, ωστόσο οι Έλληνες σινεφίλ της εποχής δεν το επικρότησαν όσο του άξιζε, αφού στην πρώτη της προβολή η ταινία έκοψε 67.610 εισιτήρια, αριθμός που κρίθηκε μικρός για την όλη επένδυση.

Αυτό βέβαια δεν εμπόδισε την ταινία να βρεθεί στην 7η θέση των 58 ταινιών που προβλήθηκαν εκείνη τη σεζόν (1960-1961) στους κινηματογράφους Αθήνας-Πειραιά.

Η υπόθεση της ταινίας ήταν η εξής: Μια περιβόητη για τα ερωτικά της σκάνδαλα ηθοποιός, η Ρόζα Δελλή, βρίσκεται μαχαιρωμένη στο καμαρίνι της. Την υπόθεση αναλαμβάνει ο επιθεωρητής Μπέκας που καλείται να δώσει τις εξής απαντήσεις: ποιος σκότωσε, και πώς έγινε ο φόνος, αφού η πόρτα βρέθηκε κλειδωμένη από μέσα;

Ως ύποπτα φέρονται τρία πρόσωπα: ο ζεν πρεμιέ του θιάσου Χάρης Αποστολίδης, που διαπληκτίστηκε μαζί της τη νύχτα του φόνου, ένας άγνωστος που την επισκέφτηκε το ίδιο βράδυ και η συνάδελφός της Έλενα Παυλίδη που πάντα τη μισούσε.

Ο δημοσιογράφος Μακρής, που ερευνά την υπόθεση για λογαριασμό της εφημερίδας του, καταφέρνει να βρει την άκρη, βοηθώντας έτσι και τον Μπέκα.

Δολοφόνος είναι ο Παύλος Στεφάνου, φίλος και προστάτης της νεκρής, ο οποίος, μετά το φόνο, έπεσε θύμα εκβιασμού του αγνώστου που την επισκέφθηκε. Ο άγνωστος αυτός ήταν ο σύζυγος της Δελλή, Μάκης Αγγέλογλου, για τον οποίο όλοι πίστευαν ότι είχε πεθάνει στην κατοχή. Ο Αγγέλογλου είχε και συνεργό στον εκβιασμό, την Θάλεια Χαλκιά, η οποία ήταν συνάδελφος της νεκρής.

Εξαιρετική η πλοκή του σεναρίου, αλλά ακόμα πιο εξαιρετικός ο τρόπος που αυτή ξετυλίγεται από το σπουδαίο καστ ηθοποιών που συμμετέχουν. Μπορεί η ταινία να μην πήγε τόσο καλά εισπρακτικά στην πρώτη της προβολή, όσο περίμεναν οι δημιουργοί της, ωστόσο οι κριτικοί την ξεχώρισαν.

Το «Έγκλημα στα παρασκήνια» τιμήθηκε με δύο βραβεία στο πρώτο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1960, για την καλύτερη φωτογραφία του Αριστείδη Καρύδη-Φουκς, αλλά και για την καλύτερη ερμηνεία β’ γυναικείου ρόλου από την Ζωρζ Σαρρή.

Μάλιστα, έλαβε μέρος και στο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ των Καννών το 2001. Η ταινία κυκλοφόρησε και με τον τίτλο «Η Οχιά», ενώ σε αυτή, η Μάρω Κοντού εμφανίζεται για πρώτη φορά μετά τον γάμο της με τον Διευθυντή Φωτογραφίας της ταινίας Αριστείδη Καρύδη-Φουκς. Πέρα όμως όλων αυτών, το «Έγκλημα στα παρασκήνια» είναι και η πρώτη ελληνική ταινία που πουλήθηκε για διανομή στην αμερικάνικη αγορά.

Advertisement

9 πληροφορίες από δημοσιεύματα της εποχής

Μια από τις κλασικές ταινίες του καλλιτεχνικού ζευγαριού Βουγιουκλάκη-Παπαμιχαήλ ήταν το “Ξύλο βγήκε απ’ τον παράδεισο” σε σενάριο και σκηνοθεσία του Αλέκου Σακελλάριου, που έκανε πρεμιέρα στις αίθουσες στις 16 Νοεμβρίου 1959. Ανατρέχοντας στα αρχεία των δύο εφημερίδων της εποχής (“Ελευθερία” και “Εμπρός”), που περιλαμβάνονται στην Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Εθνικής Βιβλιοθήκης, αντλούμε κάποιες μικρές ειδήσεις που αφορούσαν την αγαπημένη ταινία.
1. Την πρώτη μέρα προβολής, η ταινία έκοψε περίπου 21.500 εισιτήρια, αριθμός-ρεκόρ για τα δεδομένα της εποχής, καθώς ήταν η πρώτη ελληνική ταινία που το είχε καταφέρει. Μέχρι τότε, τα περισσότερα εισιτήρια που είχε κόψει μια εγχώρια παραγωγή ήταν μόλις 16.500 εισιτήρια κατά την πρώτη μέρα προβολής της.
2. Τα δημοσιεύματα για – πραγματικές ή φανταστικές – κόντρες μεταξύ Βουγιουκλάκη και Παπαμιχαήλ υπήρχαν από τότε. Ένα από αυτά ήθελε την Αλίκη να είχε ζηλέψει τον μεγάλης διάρκειας μονόλογο του Δημήτρη σε κάποια σκηνή και ότι γι’ αυτόν τον λόγο είχε ζητήσει να φαίνεται και η ίδια ως “σφήνα”.
 
Μια συνέντευξη του Παπαμιχαήλ, που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Εμπρός στις 14.05.1960, ουσιαστικά τροφοδότησε τις φήμες διά της… σιωπής:
Δημ.: Είναι αλήθεια ότι στο φιλμ αυτό (σ.σ. Το Ξύλο Βγήκε Από Τον Παράδεισο) ζήτησαν να κοπεί ο μονόλογος που λες, γιατί επεσκίαζε την συμπρωταγωνίστριά σου;
Δ.Π.: Θα μου επιτρέψεις να μην απαντήσω.
Δημ.: Λένε ακόμη πως παλαιότερα, η ίδια πάλι “διαπληκτίσθηκε” μαζί σου, γιατί εκείνη ήταν πρωταγωνίστρια κι εσύ δεν ήσουνα
Δ.Π.: Και πάλι να μου επιτρέψεις να μην απαντήσω.
3. Στην ταινία, τα γυρίσματα της οποίας πραγματοποιήθηκαν τον Αύγουστο και το Σεπτέμβριο του 1959 στο Ψυχικό, συμμετείχαν συνολικά 200 κοπέλες, οι οποίες υποδύονταν τις μαθήτριες του κολεγίου, όπου διαδραματιζόταν το σενάριο της ταινίας. Από τις 200, επί καθημερινής βάσης χρησιμοποιούνταν οι 30, η αμοιβή των οποίων είχε γραφτεί ότι θα ήταν 2500 δραχμές.
4. Απολαμβάνοντας εξαιρετική εμπορική επιτυχία μετά την ταινία “Αστέρω” (Φεβρουάριος 1959), αλλά και καλλιτεχνική καταξίωση, μιας και η ταινία εκείνη είχε προβληθεί με ευμενή σχόλια στο Φεστιβάλ του Βερολίνου, το κασέ της Αλίκης Βουγιουκλάκη είχε εκτοξευτεί. Γράφτηκε ότι για να πρωταγωνιστήσει στο “Ξύλο βγήκε απ’ τον παράδεισο” είχε συμφωνήσει να εισπράξει 150.000 δραχμές.
5. Τα χαστούκια όχι μόνο ήταν αληθινά, αλλά και πολύ περισσότερα απ’ όσα βλέπουμε στην ταινία. Για να γυριστεί μια μόνο σκηνή, όπου ο Παπαμιχαήλ χαστούκιζε μια “μαθήτρια” του κολεγίου, έγιναν 22 λήψεις, δηλαδή έπεσε αντίστοιχος αριθμός από χαστούκια!
6. Η ταινία προβλήθηκε στην Τουρκία και η Βουγιουκλάκη γοήτευσε τον ανδρικό πληθυσμό της γειτονικής χώρας. Μάλιστα, όταν λίγα χρόνια αργότερα, η Αλίκη Βουγιουκλάκη βρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη για τα γυρίσματα της ταινίας “Χτυποκάρδια στα θρανία“, ένας νεαρός Τούρκος – γράφτηκε στις ελληνικές εφημερίδες ότι το όνομά του ήταν Νιχάτ Καρψί – αποπειράθηκε ν’ αυτοκτονήσει πέφτοντας στο Βόσπορο, επειδή δεν μπορούσε να πλησιάσει την Αλίκη, την οποία είχε ερωτευτεί από το “Ξύλο”.
7. Στο τραγούδι “Το γκρίζο γατί (Νιάου βρε γατούλα)”, ο σεναριογράφος και σκηνοθέτης Αλέκος Σακελλάριος έπαιζε το ακορντεόν που ακούγεται.
8. Το σάουντρακ της ταινίας – τα τραγούδια “Το γκρίζο γατί” και “Έχω ένα μυστικό” – κυκλοφόρησαν σε δισκάκι το Σεπτέμβριο του 1959, περίπου δυο μήνες πριν την πρώτη προβολή της ταινίας στις κινηματογραφικές αίθουσες.  Στην κριτική του για τα τραγούδια, ο Νίκος Μαστοράκης είχε παρατηρήσει ότι το μεν “γατί” ήταν “γεμάτο από την προσωπικότητα της (Αλίκης). Από γέλιο, μέχρι.. νιαούρισμα”, ενώ όσον αφορά το “Μυστικό” παρατήρησε ότι “το τραγούδι είναι επί τέλους “Χατζιδάκης”, ενώ “η Αλίκη παρουσιάζεται περισσότερο φορμαρισμένη” (Εμπρός, 26.09.1959).
9. Η ταινία είχε αποσπάσει καλές κριτικές, πράγμα σπάνιο για τις ελληνικές ταινίες της εποχής. Αυτή ήταν η κριτική της ταινίας από το Μάριο Πλωρίτη (Ελευθερία, 18.11.1959):
“Όταν δεν περιορίζεται να φωτογραφίζη τα θεατρικά του έργα, ο Αλέκος Σακελλάριος επιβεβαιώνει αυτό που είχαμε διαπιστώσει από την πρώτη του κιόλας ταινίας (“Παπούτσι από τον τόπο σου”): πως έχει “μάτι” κινηματογραφικό και αίσθηση του ρυθμού της οθόνης. Σήμερα, ξεκινώντας από μια σχολική ιστοριούλα που δεν ανακαλύπτει βέβαια την πυρίτιδα, κατώρθωσε – με την πολύτιμη βοήθεια της φωτογραφίας και του “μοντάζ” του Ντ. Κατσουρίδη – να δώση μια ταινία εύθυμη, δροσερή, και προπάντων γοργή κι’ απαλλαγμένη από τις κακογουστιές που καταδυναστεύουν τον ελληνικό κινηματογράφο. Αν μάλιστα είχαν αποφευχθή μερικοί πλατυασμοί στο α΄ μέρος και κάποια επιμονή σε ωρισμένα κωμικά “τρυκ”, το αποτέλεσμα θα ήταν ακόμα πιο άρτιο.
Σημαντική είναι και η συμβολή της ερμηνείας στην επιτυχία. Η Αλίκη Βουγιουκλάκη παίζει με δροσερό μπρίο αλλά και με συγκίνηση την κακομαθημένη μαθήτρια, ο Δημ. Παπαμιχαήλ είναι αδρός κι’ “επιβληικός” στο ρόλο του αναμορφωτή καθηγητή, ο Ορέστης Μακρής δίνει απολαυστικά το σκίτσο του γυμναστή, ο Χρ. Τσαγανέας είναι χαραχτηριστικά “ελαστικός” γυμνασιάρχης, ενώ η Μ. Κρεββατά, ο Δ. Παπαγιαννόπουλος, ο Γ. Γαβριηλίδης και 300 ζιζάνια με μαύρη ποδιά συμπληρώνουν την εικόνα – όπου πρέπει ξεχωριστά να μνημονευθή η μουσική και τα δυο τραγούδια του Μ. Χατζιδάκι”.
Advertisement

Τι συνέβη στην Ρένα Βλαχοπούλου στην κόμησσα της Κέρκυρας

photo2 23
photo2 23

Μια ταινία πλημμυρισμένη από τα καλοκαιρινά τοπία της Κέρκυρας ήταν πάντα ένα μεγάλο όνειρο της Ρένας Βλαχοπούλου, όνειρο που σε ανύποπτο χρόνο είναι εκμυστηρευθεί στον Φίνο. Ήταν άλλωστε γνωστό ότι ο «πατριάρχης» του ελληνικού κινηματογράφου δεν χαλούσε χατήρι στις αγαπημένες του πρωταγωνίστριες, όπως ήταν η Αλίκη Βουγιουκλάκη, η Τζένη Καρέζη και η Ζωή Λάσκαρη.

Έτσι, το 1972, είχαν ωριμάσει οι συνθήκες για να γίνει αυτό το βήμα, το οποίο ανέλαβε να υλοποιήσει κατ’ εντολή του Φίνου ο Αλέκος Σακελλάριος. Έτσι, την χρονιά αυτή γυρίστηκε η ταινία «Η κόμησσα της Κέρκυρας», με πρωταγωνιστές την Ρένα Βλαχοπούλου και τον Αλέκο Αλεξανδράκη, σε σενάριο και σκηνοθεσία του κυρ-Αλέκου.

Η κόμμισα της Κέρκυρας

Η ταινία αυτή γυρίστηκε στο σύνολό της στην Κέρκυρα και δεν υπάρχει ούτε μία σκηνή που να έχει γυριστεί στην Αθήνα ή αλλού. «Η κόμμισα της Κέρκυρας» αναμφισβήτητα αποτελεί μια διαφήμιση για το ξακουστό αυτό νησί του Ιονίου, αφού είναι μοναδικά τα τοπία που καταγράφει, στην πόλη, σε ιστορικά αξιοθέατα, καθώς και στις μαγευτικές παραλίες της. Αν σε όλα αυτά προσθέσει κανείς και την υπέροχη μουσική του επίσης Κερκυραίου, Γιώργου Κατσαρού, καταλαβαίνει γιατί η ταινία αυτή αποτελεί διαχρονικά μια από τις πλέον ευχάριστες ταινίες του Φίνου, αλλά και του ελληνικού κινηματογράφου. Μάλιστα το τραγούδι «Κέρκυρα, Κέρκυρα με το Ποντικονήσι» που ακούγεται πολλάκις στην ταινία, αν και το έγραψε ο Αλέκος Σακελλάριος, χρειάστηκε τη βοήθεια του Κατσαρού για να του βρίσκει φράσεις, λέξεις και τοπωνύμια της Κέρκυρας που θα περιέχονταν στους στίχους του!

Η υπόθεση της ταινίας ήταν η εξής: Ένας επιχειρηματίας, ο Σωτήρης Καρέλης (Αλέκος Αλεξανδράκης), παρουσιάζεται στη δασκάλα πιάνου και δύο φορές χήρα, τη σιόρα Αντζολίνα (Ρένα Βλαχοπούλου), και της ζητάει να του πουλήσει το αρχοντικό της για να το μετατρέψει σε ξενοδοχείο. Εκείνες τις μέρες φτάνει στην Κέρκυρα ένα ιταλικό μουσικό γκρουπ, το οποίο έχει μόλις εγκαταλείψει η τραγουδίστριά του Αλίντα Ρίτσι. Η Αντζολίνα πείθεται, όχι μόνο να τους φιλοξενήσει σπίτι της, αλλά και να αντικαταστήσει την τραγουδίστρια.

Η συνέχεια, όμως, είναι γεμάτη μπερδέματα διότι στο νησί έρχεται η αρχική τραγουδίστρια του γκρουπ με τον αρραβωνιαστικό της (Ορφέας Ζάχος), και όλοι αρχίζουν να ψάχνονται για τις πραγματικές τους ταυτότητες! Αναπόφευκτα δημιουργούνται μεγάλες παρεξηγήσεις, που προκαλούν όμως άφθονο γέλιο. Και ως συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις, το τέλος είναι καλό για όλους.

Εκείνο που ωστόσο σίγουρα σηκώνει πολύ συζήτηση είναι η συνεργασία της με τον Αλέκο Αλεξανδράκη, η οποία ενώ ήταν άψογη επαγγελματικά, από πλευράς χημείας των δυο τους, μάλλον είχε ζήτημα. Είναι ολοφάνερο ότι οι δυο τους κινούνται σε διαφορετική υποκριτική κατεύθυνση και μέχρι το τέλος, η εικόνα αυτή δεν διαφοροποιείται. Μάλιστα, εάν δεν είχαν συνεργαστεί οι δυο τους στο παρελθόν, θα μπορούσε να πει κανείς ότι δεν διέθεταν την κατάλληλη χημεία. Αυτό όμως δεν ίσχυε, αφού σε άλλες ταινίες, και πάλι ως πρωταγωνιστές, ήταν εκπληκτικοί. Όπως π.χ. στην ταινία «Ένα κορίτσι για δύο».

Οπότε μάλλον θα πρέπει να σταθούμε στην αιτιολογία του timing, το οποίο για κάποιους λόγους δεν βοήθησε στην χημεία των δύο αυτών σπουδαίων ηθοποιών.

Στην ταινία πρωταγωνιστούν ακόμα οι Νόνικα Γαληνέα, Μάκης Δεμίρης, Βαγγέλης Πλοιός, Μπάμπης Ανθόπουλος, Μανώλης Δεστούνης, Ρία Δελούτση, Δημήτρης Παπαγιάννης, Ερρίκος Κονταρίνης, Τάσος Ραμσής, Βασίλης Κολοβός, Γιάννης Δοντάς, Γιώργος Σταμάτης κ.α. Στην ταινία εμφανίζεται το χορευτικό δίδυμο Φώτης Μεταξόπουλος και Νάντια Φοντάνα, που αν και δεν ήταν από τους τακτικούς συνεργάτες της Φίνος Φίλμ, συνεργαζόντουσαν με την Ρένα Βλαχοπούλου στο θέατρο και σε νυχτερινά κέντρα.

Η ταινία σημείωσε σημαντική εισπρακτική επιτυχία, αφού προβλήθηκε τη σεζόν 1971-1972, έκοψε 310.583 εισιτήρια και ήρθε στην 9η θέση ανάμεσα στις 90 ταινίες της σεζόν.Έκανε πρεμιέρα στους κινηματογράφους Αθήνας-Πειραιά-Προαστίων στις 7 Φεβρουαρίου 1972.

Advertisement

Η Τζένη Καρέζη και οι τρείς άντρες της ζωής της

Τζένη Καρέζη

«Εγώ δεν είμαι για το λίγο». Με αυτά τα λόγια περιέγραφε τον εαυτό της η Τζένη Καρέζη, που είχε αποχωριστεί το Ευγενία και το Ευγενούλα, όπως την αποκαλούσε ο πατέρας της, από την εποχή που ήταν ακόμη μαθήτρια.

Στη Σχολή Καλογραιών στην Καλαμαριά Θεσσαλονίκης, μια αδελφή τής είπε ότι θα τη φωνάζουν Τζένη, από το χαϊδευτικό του Εugénie στα γαλλικά. Μερικά χρόνια αργότερα, ο Αγγελος Τερζάκης της πήρε το επώνυμο Καρπούζη και της έδωσε το Καρέζη.  Έτσι δημιουργήθηκε μία από τις μεγαλύτερες σταρ της Ελλάδας, που αγαπήθηκε πολύ από τον κόσμο,αλλά και τους άντρες της ζωής της.

Μια γυναίκα που ρούφηξε τη ζωή μέχρι το μεδούλι, αν κι έφυγε νωρίς δίνοντας μάχη με τον καρκίνο για 4 ολόκληρα χρόνια. Ήταν μόλις 60 χρονών. Οι άντρες που διάλεξε να σταθούν στο πλευρό της και να μοιραστεί τη ζωή της μαζί τους τη λάτρεψαν και δεν την άφησαν ποτέ μόνη. Ο Ζάχος Χατζηφωτίου, ήταν ο πρώτος της σύζυγος και ο Κώστας Καζάκος ο άντρας που έμεινε μαζί της μέχρι το τέλος.

Η Τζένη έλεγε για τον Κώστα Καζάκο:

«Θα ήθελα να είχα γνωρίσει πιο πριν τον Κώστα. Να είχα κερδίσει τα χαμένα χρόνια. Τίποτα άλλο. Βλέπεις εγώ σε όλη μου τη ζωή περίμενα τον Καζάκο. Δεν τον είχα βρει και περιπλανιόμουν». Ο τρίτος άντρας της ζωής της ήταν ο γιος της, Κωνσταντίνος.

Η γνωριμία και ο γάμος με τον Ζάχο Χατζηφωτίου

Στις 7 Μαΐου του 1962, η Τζένη Καρέζη και ο Ζάχος Χατζηφωτίου παντρεύτηκαν στην εκκλησία της Φιλοθέης. Ο γάμος τους ήταν κοσμικό γεγονός  και πρώτη είδηση στις εφημερίδες. Στο μυστήριο παρευρέθηκαν 500 καλεσμένοι. Η αφρόκρεμα του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου έδωσε το «παρών», μαζί με πολιτικούς και επιχειρηματίες της εποχής.

Ηχηρή απουσία ήταν αυτή της Αλίκης Βουγιουκλάκη, που δεν ήταν στη λίστα των καλεσμένων.

Ο ανταγωνισμός τους ήταν τεράστιος εκείνη την περίοδο. Τη μέρα του γάμου η Αλίκη βρισκόταν στο Λονδίνο, όπου έδωσε και συνέντευξη για το B.B.C. Στην τελετή συγκεντρώθηκαν πάνω παό 5.000 άτομα και η χωροφυλακή αναγκάστηκε να πάρει ειδικά μέτρα! Το ζευγάρι είχε γνωριστεί μόλις λίγους μήνες νωρίτερα, στο Λονδίνο. Ο Ζάχος Χατζηφωτίου ζούσε τότε στο Παρίσι και είχε βρεθεί στην αγγλική πρωτεύουσα για επαγγελματικούς λόγους, ενώ η Καρέζη ταξίδεψε εκεί για λόγους «καλλιτεχνικής ενημερώσεως», όπως έγραφε το ρεπορτάζ της εποχής. «Μου τον σύστησαν σε ένα ελληνικό σπίτι.

«Χαίρω πολύ» είπαμε αμφότεροι. Ξανασυναντηθήκαμε λίγο μετά, την πρωτοχρονιά, εδώ στην Αθήνα, που ο Ζάχος ήρθε για διακοπές. Ξαναχαρήκαμε πολύ. Και ένα μήνα αργότερα, κεραυνοβόλα, βιαστικά, αμερικάνικα αν θέλετε, το συναποφασίσαμε να χορέψουμε στη Φιλοθέη» έλεγε χαρακτηριστικά η Τζένη περιγράφοντας αυτό που έζησαν μαζί.

Το ζευγάρι απολάμβανε τον έγγαμο βίο. Τα βράδια, μετά το θέατρο, σύχναζαν στα θεατρικά στέκια μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες. Οι δυο τους χόρευαν και διασκέδαζαν στα καλύτερα νυχτερινά κέντρα της Αθήνας. Με το πέρασμα του χρόνου, τα διαφορετικά προγράμματά τους, άρχισαν να τους κουράζουν.  Σύμφωνα με τον Ζάχο Χατζηφωτίου, αυτό προκάλεσε φθορά στη σχέση. Οι κακές γλώσσες, πάντως, βρήκαν ευκαιρία να τον κατηγορήσουν ότι την απατά. Ο ίδιος ποτέ δεν αποδέχτηκε τις κατηγορίες για απιστία.

Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εποχής, σε μια από τις τελευταίες τους συζητήσεις, η Τζένη είπε στον άντρα της: «Εγώ είμαι η Τζένη Καρέζη και δεν γίνεται να με απατάς». Μετά από πέντε χρόνια κοινής ζωής, αποφάσισαν να χωρίσουν, κάτι που έκαναν με διακριτικότητα και χωρίς ακρότητες και παρέμειναν καλοί φίλοι. Λίγο καιρό αργότερα ο παντοτινός έρωτας της χτύπησε την πόρτα…

Η γνωριμία και ο γάμος με τον Κώστα Καζάκο

Ήταν Οκτώβριος του 1967. Η Τζένη Καρέζη πρωταγωνιστεί με τον Κώστα Καζάκο στην ταινία «Κοντσέρτο για πολυβόλα» και στα γυρίσματα ερωτεύονται. Είχαν συναντηθεί πολλές φορές, αλλά πριν από εκείνο το γύρισμα ήταν σαν να μην είχαν ξαναδεί ποτέ ο ένας τον άλλον. Σχεδόν ένα χρόνο μετά, στις 5 Αυγούστου του 1968, ανέβηκαν τα σκαλιά της εκκλησίας. Η τελετή του γάμου τους ήταν ακριβώς αντίθετη από τον πρώτο γάμο της Τζένης. Έγινε μεταξύ λίγων, καλών φίλων και συγγενών και χωρίς υπερβολές.

Πήγαν με τα πόδια στην εκκλησία από το σπίτι και η Τζένη φορούσε ένα μίνι νυφικό. Μετά ακολούθησε φαγητό στη βεράντα του σπιτιού του ζευγαριού, δεν έκαναν ποτέ ούτε μία σκέψη για δεξίωση.

Η γέννηση του Κωνσταντίνου

Περίπου ένα χρόνο μετά τον γάμο, τον Απρίλιο του 1969, η ευτυχία του ζευγαριού ολοκληρώθηκε με τον ερχομό στη ζωή του γιού τους, Κωνσταντίνου. Η γέννησή του αναμενόταν κοντά στην 21η Απριλίου, κάτι που σήμαινε ότι αν γεννιόταν εκείνη την ημέρα θα τον βάπτιζε ο Γεώργιος Παπαδόπουλος ή ο Στυλιανός Παττακός. Η Καρέζη και ο Καζάκος δεν διανοούνταν ότι θα συνέβαινε κάτι τέτοιο και είχαν καταστρώσει ολόκληρο σχέδιο ώστε να κρύψουν το μωρό! Ευτυχώς, γεννήθηκε στις 25 Απριλίου.

Όσοι γνώρισαν την Τζένη Καρέζη μιλούν για τη μεγάλη αδυναμία που είχε στον μοναχογιό της. Ο Κωνσταντίνος Καζάκος, σε παλαιότερη συνέντευξή του είχε μιλήσει για εκείνη: «Η μητέρα μου ήταν λίγο πιο αυστηρή από τον πατέρα μου, αλλά και για τους δύο δεν μπορείς να πεις ότι ήταν άνθρωποι που είχαν σχέση με την αυστηρότητα. Ημουν πολύ τυχερό παιδί. Είχα πάρα πολύ καλή μάνα και πολύ καλό πατέρα. Με αντιμετώπιζαν πάντα ως ισότιμο μέλος της οικογένειας.

Θυμάμαι η μπιρίμπα άρεσε πολύ στη μητέρα μου. Εγώ ψιλοβαριόμουν, φαντάζομαι και ο πατέρας μου, αλλά εκείνη είχε μανία. Το αγαπημένο της παιχνίδι, βέβαια, ήταν το τάβλι.

Και αυτό, επίσης, που παίζαμε όλοι μαζί ήταν το Stratego, στο οποίο γίνονταν φοβερές μάχες. Εκεί δεν με κέρδιζε κανένας. Οποτε, πάντως, είχαν ελεύθερο χρόνο οι γονείς μου, γιατί δεν είχαν και πολύ, τον περνούσαμε μαζί ποιοτικά.

Της μητέρας μου της άρεσε να μαγειρεύει, αλλά και να τρώει. Μπουκώναμε, παχαίναμε και μετά λέγαμε “όπα, κράτει τώρα”. Πάντα στις δίαιτες όλοι μαζί. Εφτιαχνε πολλά φαγητά, από απλές ομελέτες, στραπατσάδες, μακαρονάδες μέχρι παστίτσια, μουσακάδες. Εκανε τα πάντα». Η Τζένη Καρέζη υπήρξε μια γυναίκα σαν εκείνη του Καρυωτάκη. Δεν μπορεί ποτέ να πεθάνει γιατί αγαπιέται…

Advertisement

Η τελευταία ταινία της Αλίκης Βουγιουκλάκη με τη Φίνος Φιλμ

τελευταία ταινία

Ενδιαφέρουσες και άγνωστες πτυχές «κρύβει» η ταινία της Φίνος Φιλμ, «Η Μαρία της σιωπής», η οποία έκανε πρεμιέρα στους κινηματογράφους την πρωτοχρονιά του 1973.

Πρώτα από όλα, ήταν η τελευταία ταινία που γύρισε η Αλίκη Βουγιουκλάκη με τον Φίνο, στοιχείο που αρκεί για να ενισχύσει τον ιστορικό χαρακτήρα της. Ωστόσο υπάρχουν κι άλλα.

i maria tis siopis

Ο Φίνος είχε αποφασίσει να αναθέσει την σκηνοθεσία της σε έναν ελληνοαμερικανό σκηνοθέτη, για τον οποίο είχε ακούσει πολλά καλά λόγια και ήθελε έτσι να δώσει έναν αέρα ανανέωσης στις ταινίες του. Ωστόσο, με το ξεκίνημα των γυρισμάτων έγινε εμφανές ότι η χημεία των δύο ανδρών δεν ήταν αυτή που έπρεπε, με αποτέλεσμα ο Φίνος να ακυρώσει τη συμφωνία μαζί του και να προστρέξει στον Γιάννη Δαλιανίδη, από τον οποίο ζήτησε να συνεχίσει την ταινία. Ο τελευταίος δέχθηκε και το αποτέλεσμα ήταν εξαιρετικό:

Η ταινία ήρθε πρώτη σε εισπράξεις τη σεζόν 1972-1973 που προβλήθηκε, ανάμεσα σε 64 ελληνικές παραγωγές, «κόβοντας» 202.403 εισιτήρια. Όπως αναφέρει η Φίνος Φιλμ στην επίσημη ιστοσελίδα της, το σενάριο της ταινίας «Η Μαρία της σιωπής», θυμίζει έντονα το χολυγουντιανό φίλμ, “Johnny Belinda”.

Όσον αφορά στην υπόθεση, η Μαρία, μια κωφάλαλη κοπέλα, ζει με τον πατέρα της σε ένα νησί εντελώς απομονωμένη. Ο καινούργιος δάσκαλος ενδιαφέρεται γι’ αυτήν και προσπαθεί να της μάθει την νοηματική γλώσσα. Κάποια μέρα, ο πλούσιος του χωριού βιάζει την Μαρία και όταν αυτή αποκτά ένα παιδάκι, προσπαθεί να της το πάρει μιας και αυτός και η γυναίκα του είναι άκληροι. Σε μια βίαιη στιγμή η Μαρία τον σκοτώνει και ακολουθεί μια μεγάλη δίκη, όπου αθωώνεται, με τον δάσκαλο στο πλευρό της.

Το σενάριο ήταν του Πέτρου Αθηναίου και στην ταινία πρωταγωνιστούσαν ακόμα οι Αλέκος Αλεξανδράκης, Παντελής Ζερβός, Σπύρος Καλογήρου, Μαρία Κωνσταντάρου, Λαυρέντης Διανέλλος, Καίτη Λαμπροπούλου, Σπύρος Κωνσταντόπουλος, Δημήτρης Μπισλάνης, Γιώργος Σίσκος, Γιώργος Νέζος, Γιώργος Χελιδονίδης, Ειρήνη Κουμαριανού, Ανδρέας Συρογιάννης. Η μουσική ήταν του Μίμη Πλέσσα.

Advertisement

Η τελευταία ταινία της Τζένης Καρέζη με την Φίνος Φιλμ

Στις 16 Νοεμβρίου του 1968 κάνει πρεμιέρα στους κινηματογράφους της Αθήνας και του Πειραιά, η ελληνική ταινία «Ένας ιππότης για τη Βασούλα», η οποία ήταν και η τελευταία που γύρισε η Τζένη Καρέζη με την Finos Film.

Μαζί της πρωταγωνιστούσε και ο Φαίδων Γεωργίτσης, καταξιωμένος πλέον ηθοποιός, με σημαντικές ταινίες στο ενεργητικό του. Η ταινία αυτή ωστόσο ανέδειξε – με μεγάλη καθυστέρηση είναι αλήθεια –, την υποκριτική δεινότητα της Μαρίας Φωκά, η οποία μέχρι εκείνη την εποχή αρέσκονταν στους θεατρικούς ρόλους, έχοντας δημιουργήσει ήδη σημαντική καριέρα σε αυτό.

Η ταινία βασίζεται στο ομώνυμο θεατρικό έργο των Ασημάκη Γιαλαμά και Κώστα Πρετεντέρη και η υπόθεσή της θέλει τη Βασούλα (Τζένη Καρέζη) να είναι μια φτωχή κοπέλα που εργάζεται ως γραμματέας, συνοδός, αλλά και αναγνώστρια μιας ιδιότροπης ηλικιωμένης κυρίας, της κυρίας Κλειούς (Μαρία Φωκά), η οποία λατρεύει τα ιπποτικά μυθιστορήματα και ζει απομονωμένη στη βίλα της, μαζί με τον πιστό της υπηρέτη, τον Αριστείδη (Χρόνης Εξαρχάκος).

Κάποια μέρα που η κυρία Κλειώ απουσιάζει, η Βασούλα δέχεται την επίσκεψη ενός ζευγαριού, της Πόπης (Μαρία Μπονέλου) και του Μήτσου Μπεζεσθαίνη (Φαίδων Γεωργίτσης), οι οποίοι της ζητούν να τους φιλοξενήσει.

Η ξαφνική επιστροφή της κυρίας Κλειούς προκαλεί μεγάλη αναστάτωση και αναγκάζει τη Βασούλα να συστήσει τον Μήτσο σαν άντρα της, ο οποίος είναι ναυτικός και λείπει συχνά.

Όταν η κυρία Κλειώ πεθαίνει και αφήνει την περιουσία της στη Βασούλα, στη διαθήκη της την αποκαλεί «σύζυγο Δημητρίου Μπεζεσθαίνη».

Τώρα λοιπόν αρχίζουν τα προβλήματα, τα οποία δεν λύνονται παρά μόνο όταν η Βασούλα παντρευτεί τον Μήτσο, ο οποίος στο μεταξύ έχει χωρίσει με την Πόπη. Χάος δηλαδή. Τη διασκευή του σεναρίου έκανε ο Γιάννης Δαλιανίδης, ο οποίος παράλληλα σκηνοθέτησε και την ταινία.

Αλλοι πρωταγωνιστές της ταινίας ήταν ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, ο Γιώργος Μιχαλακόπουλος (απλά μοναδικός στο ρόλο του κρυφά ερωτευμένου με τη Βασούλα), η Άννα Παϊτατζή, ο Γρηγόρης Μασσαλάς και ο Δημήτρης Μπισλάνης. Η μουσική ήταν του Μίμη Πλέσσα. Η ταινία στην πρώτη προβολή της έκοψε 347.441 εισιτήρια σε Αθήνα-Πειραιά.

Advertisement

Η τελευταία ταινία Λάσκαρη-Παπαμιχαήλ με την Φίνος Φιλμ

photo1 10
photo1 10

Ο ελληνικός κινηματογράφος πνέει τα λοίσθια το 1974 και οι κινηματογραφικές αίθουσες δύσκολα πλέον γεμίζουν ακόμα και για ταινίες με δημοφιλείς πρωταγωνιστές.

Ο Φίνος, ο πατριάρχης του ελληνικού κινηματογράφου, έχει πλέον «βαρύνει» από τα πολλά χρόνια προσφοράς, αλλά και λόγω ηλικίας, ενώ οι ανταγωνιστικές του κινηματογραφικές εταιρείες παραγωγής δεν διάγουν και τις καλύτερες ημέρες τους. Ωστόσο, οι καλές παραγωγές δεν λείπουν, απλά είναι αισθητά λιγότερες από τα προηγούμενα χρόνια.

Μια από αυτές τις παραγωγές εκείνης της χρονιάς ήταν και η ταινία με τίτλο «Οι εραστές του ονείρου», η οποία στηρίχθηκε στο ομώνυμο θεατρικό έργο του Γιάννη Δαλιανίδη, το οποίο παιζόταν για δύο συνεχόμενα χρόνια από το θίασο Λάσκαρη-Βοσκόπουλου.

Η ταινία αυτή είναι γεμάτη συμβολισμούς και αποτελεί σταθμό στην ιστορία της Finos Film. Και αυτό διότι ήταν το τελευταίο μιούζικαλ που γύρισε ο Γιάννης Δαλιανίδης σε αυτή, ενώ αποτέλεσε την τελευταία ταινία της Ζωής Λάσκαρη, του Δημήτρη Παπαμιχαήλ και της Ίλυας Λιβυκού στην εταιρεία.

Ένα από τα πρώτα στοιχεία που διαπιστώνει κανείς βλέποντας την ταινία είναι αναμφισβήτητα η αλλαγή της εμφάνισης του Δημήτρη Παπαμιχαήλ, ο οποίος πλέον εμφανίζεται με αυξημένα κιλά, ένα χαρακτηριστικό που τον συνόδευσε μέχρι το τέλος της ζωής του. Αντίθετα, η Λάσκαρη εξακολουθεί να ακτινοβολεί όπως πάντα. Η ταινία έχει 100% την «σφραγίδα» του Δαλιανίδη, ο οποίος είχε γράψει το σενάριο, έχοντας κάνει παράλληλα και τη σκηνοθεσία.

Σύμφωνα με την Finos Film, η υπόθεση της ταινίας ήταν η εξής:

«Ένα λαϊκό και τίμιο παλικάρι, ο Δημήτρης, εργάζεται στα ναυπηγεία του Περάματος και τα βράδια τραγουδά σε μια ταβέρνα της περιοχής. Μια μέρα, του προτείνει ο αδελφός του να διαρρήξουν μια βίλα κι αυτός, για να του αποδείξει ότι αυτά τα πράγματα δεν χρειάζονται ιδιαίτερη ικανότητα, αποδέχεται την πρόκληση. Ο θόρυβος που κάνουν, όμως, ξυπνάει την κόρη του ιδιοκτήτη, τη Ζωίτσα. Οι δύο εισβολείς αιφνιδιάζονται.

Η Ζωίτσα καταλαβαίνει ότι ο Δημήτρης δεν είναι κακοποιός, και παρακαλεί τους γονείς της να μην τον παραδώσουν στην αστυνομία. Οι δύο νέοι ξαναβρίσκονται και η αμοιβαία έλξη γίνεται φλογερός έρωτας, αλλά η παρέμβαση συγγενών και φίλων δεν επιτρέπει σε αυτόν τον έρωτα να προκόψει για την ώρα».

Το τέλος όμως είναι καλό, έστω κι αν έχει περάσει από 40 κύματα. Στους «Εραστές του ονείρου» πρωταγωνιστούσαν ακόμα οι Τιτίκα Στασινοπούλου, Λευτέρης Βουρνάς, Νίκος Δαδινόπουλος, Λυδία Λένωση,  Καίτη Ιμπροχώρη,  Ίλυα Λιβυκού, Τάσος Μασμανίδης, Χρήστος Κρητικός, Μάνια Κολιανδρή, Μαρί Καραβία, Δημήτρης Μιχαηλίδης, Στέλλα Νέρη.

Οι χορογραφίες ήταν του Γιάννη Φλερύ, η μουσική του Μίμη Πλέσσα, ενώ τραγουδούν τόσο η Ζωή Λάσκαρη, όσο και ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ. Η ταινία προβλήθηκε για πρώτη φορά στις 30 Δεκεμβρίου του 1974, έκοψε 70.456 εισιτήρια και ήρθε στην 5ην θέση από πλευράς εισπράξεων, ανάμεσα στις 47 ταινίες της σεζόν 1974-1975.

Η εμπορική της πορεία λοιπόν ήταν πολύ καλή, ωστόσο οι κριτικοί του ελληνικού κινηματογράφου την θεωρούν μια από τις μέτριες ταινίες του Φίνου, εκτιμώντας ότι η χημεία της Λάσκαρη με τον Παπαμιχαήλ δεν ήταν η ιδανική, αφού –όπως έλεγαν –, σε κανένα σημείο της ταινίας δεν έδειχναν ταιριαστό ζευγάρι.

Ο αντίλογος βέβαια λέει ότι οι κριτικοί είχαν απλά στο μυαλό τους τη χημεία Βουγιουκλάκη-Παπαμιχαήλ, που ήταν σίγουρα ιδανική και ανεπανάληπτη.

Advertisement

Μία ματιά και εδώ..

Λίλα Καφαντάρη 1961-

teleutaies emfaniseis tis lilas kafantari sto epi kolono
Η Λίλα Καφαντάρη γεννήθηκε στην Αθήνα στις 22 Απριλίου του 1961 και είναι Ελληνίδα ηθοποιός και πολιτικός. Ο πατέρας της είναι από την Σαντορίνη και...

Νίκος Τζόγιας 1921-1996

Νίκος Τζόγιας
Ο Νίκος Τζόγιας γεννήθηκε στην Αθήνα τον Ιούλιο του 1921 και ήταν αριστούχος της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου.Είχε επίσης παρακολουθήσει μαθήματα στην Πάντειο...