10.3 C
Athens
Παρασκευή, 19 Δεκεμβρίου, 2025

Λαυρέντης Διανέλλος: Η ψυχή του ελληνικού κινηματογράφου

Υπάρχουν ονόματα που δεν χρειάζονται φανφάρες για...

Βαγγέλης Βουλγαρίδης: Ο ευγενικός ζεν πρεμιέ

Τις περισσότερες φορές, ήταν εκείνοι οι δευτεραγωνιστές...
Blog Σελίδα 54

Τα προφητικά λόγια του Στέλιου Καζαντζίδη

kazantzidis semina
kazantzidis semina

Ένα προφητικό ανέκδοτο τραγούδι από τον μεγάλο μας Στέλιο Καζαντζίδη.

Ήταν Δεκέμβριος του 1997 όταν αδισκογράφητο ακόμη, πρώτο ακούστηκε στην εκπομπή της Σεμίνας, “Στις γειτονιές των ανθρώπων” το τραγούδι, “Έρχονται χρόνια δύσκολα”.

Advertisement

Το φλερτ ανάμεσα σε δύο αστέρες

φλερτ

Στις αρχές της δεκαετίας του 70 ο Τόλης Βοσκόπουλος ήταν ο τραγουδιστής φαινόμενο. Το αστέρι του είχε ξεφύγει από τις πίστες και έλαμπε επίσης στον κινηματογράφο και το σανίδι του θεάτρου. Ήταν και ένας μεγάλος καρδιοκατακτητής.

Τόλης Βοσκόπουλος Μπάρμπαρα Μπουσέ
Ο Τόλης Βοσκόπουλος και η Μπάρμπαρα Μπουσέ χορεύουν στην Νεράϊδα το καλοκαίρι του 1972

Η Μπάρμπαρα Μπουσέ ήταν η όμορφη Γερμανίδα σταρ που έκανε καριέρα στον Ευρωπαϊκό Κινηματογράφο. Το 1976 έπαιξε και στο «Αγκίστρι» του Ερρίκου Ανδρέου. Μερικά χρόνια νωρίτερα, το 1972 είχε συναντηθεί με τον Τόλη Βοσκόπουλο, μια βραδιά στη «Νεράιδα» όπου εμφανιζόταν ο λαϊκός βάρδος.

Η συνάντηση είχε απαθανατιστεί από τις κάμερες και ήταν ιδιαίτερα θερμή. Ο εβδομαδιαίος Τύπος της εποχής μιλούσε για φλερτ ανάμεσα στους δύο αστέρες.

Οι φήμες ήθελαν την ηθοποιό να υποκύπτει στην ιδιαίτερη γοητεία του τραγουδιστή. Όπως και να έχει ήταν ο μεγάλος έρωτας του με τη Ζωή Λάσκαρη που κέντρισε το ενδιαφέρον του κοινού εκείνη τη χρονιά.

Στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης είχε τραγουδήσει το «Ξανθή αγαπημένη Παναγιά» πέφτοντας στα γόνατα μπροστά στη Λάσκαρη που βρισκόταν στην πρώτη σειρά. Ένα από τα συμβάντα του έρωτα τους που είχε συζητηθεί ιδιαίτερα…

Advertisement

Η κυρία δήμαρχος 1959-1960

i kiria dimarxos
i kiria dimarxos

Η ταινία, “Η κυρία δήμαρχος” προβλήθηκε τη σαιζόν 1959-1960 και έκοψε 35.919 εισιτήρια. Ήρθε στην 22η θέση σε 52 ταινίες.

Η κυρία δήμαρχος 1959-1960
Η αφίσα της ταινίας, “Η κυρία δήμαρχος”.

Πρώτη εμφάνιση του Στέλιου Καζαντζίδη στον κινηματογράφο. Ο Στέλιος Καζαντζίδης και η Μαρινέλλα ερμηνεύουν τα τραγούδια, “Για μας ποτέ μην ξημερώσει” και “Ζιγκουάλα” σε στίχους και μουσική Στέλιου Καζαντζίδη.

Η Μαρινέλλα ερμηνεύει το τραγούδι, “Αλλάξανε τα πράγματα” σε στίχους και μουσική Αργύρη Κουνάδη. Τέλος, το “Έχει Απαιτήσεις η Γυνή” ερμηνεύεται από την Άννα Χρυσάφη.

Περίληψη της ταινίας, “Η κυρία δήμαρχος”

Η Ασπασία Ζορμπαλά και ο Ανάργυρος Προκόπης, δυο ταβερνιάρηδες που κάθε άλλο παρά φιλικές σχέσεις έχουν αποφασίζουν να βάλουν υποψηφιότητα για τη θέση του δημάρχου.
Ο έρωτας όμως που γεννιέται ανάμεσα στα παιδιά τους θα φέρει τα πάνω-κάτω, καθώς οι δύο νέοι σκαρφίζονται τα πάντα για να μονιάσουν οι γονείς τους.

Advertisement

Βίλα Μαργαρίτα: Το παραμυθένιο κάστρο της Αθήνας

vila margarita
vila margarita

Θα μπορούσε να είναι ένα κάστρο, βγαλμένο από παραμύθι, σαν αυτά που βλέπουμε σε χώρες του εξωτερικού. Κι όμως αυτό το «κουκλίστικο» κτίριο βρισκόταν, μέχρι και μερικές δεκαετίες πριν, στην Αθήνα. Ο λόγος για την περίφημη βίλα Μαργαρίτα.

Βίλα Μαργαρίτα: Το παραμυθένιο κάστρο της Αθήνας

Η βίλα Μαργαρίτα ήταν έπαυλη, η οποία βρισκόταν στη συνοικία των Αμπελοκήπων, στη συμβολή της Λεωφόρου Μεσογείων με τη Βασιλίσσης Σοφίας, ακριβώς απέναντι από το σημείο που σήμερα βρίσκεται ο Πύργος των Αθηνών.

Χτίστηκε περίπου το 1900 και κατεδαφίστηκε το 1972. Η έπαυλη ήταν γοτθικού τύπου και είχε ιδιαίτερη εμφάνιση, με πυργίσκους και πολεμίστρες, και τον καιρό που υπήρχε ήταν ένα από τα πιο χαρακτηριστικά κτίρια της περιοχής, αλλά και ολόκληρης της Αθήνας.

Η βίλα πήρε το όνομά της από τη θετή κόρη του Ευσταθίου Λάμψα, ο οποίος ήταν ο δεύτερος ιδιοκτήτης της. Στη θέση της κατεδαφισμένης έπαυλης χτίστηκε ένα 9ώροφο κτίριο όπου σήμερα στεγάζονται γραφεία της Εθνικής Τράπεζας.

Η ιστορία της βίλας Μαργαρίτα

Η βίλα οικοδομήθηκε με κόκκινη πελεκητή πέτρα περίπου το 1900, για έναν Αρμένιο έμπορο με βρετανική υπηκοότητα, ο οποίος είχε παλαιοπωλείο στη διασταύρωση των οδών Ερμού και Βουλής. Αρχιτέκτονας του κτιρίου ήταν ο Πάνος Καραθανασόπουλος. Η έπαυλη, η οποία στην εμφάνιση θύμιζε μεσαιωνικό κάστρο, διέθετε 32 δωμάτια, πυργίσκους με πολεμίστρες, σιέλ τρούλο με αλεξικέραυνο και άλλα περίτεχνα διακοσμητικά στοιχεία. Επίσης, είχε πυκνοφυτευμένο κήπο με πεύκα, φοίνικες και θάμνους, καθώς και πολλούς αποθηκευτικούς χώρους. Η συνολική έκταση του οικοπέδου ήταν 1.613 τ.μ.

Βίλα Μαργαρίτα: Το παραμυθένιο κάστρο της Αθήνας

Λίγες δεκαετίες αργότερα, η βίλα αγοράστηκε από τον Ευστάθιο Λάμψα, ο οποίος ήταν επιχειρηματίας και ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου «Μεγάλη Βρεταννία». Ο πύργος πήρε το όνομα της θετής του κόρης, Μαργαρίτας, και είχε μεταβιβαστεί στο όνομα της συζύγου του Παλμύρας, που είχε καταγωγή από τη Γαλλία. Μετά τον θάνατο της το 1939 μεταβιβάστηκε στην εγγονή της, Σοφία. Στο διάστημα που η Αθήνα βρισκόταν υπό την κατοχή των δυνάμεων του Άξονα, στην έπαυλη λειτουργούσε η πρεσβεία της Δανίας.

Διαβάστε επίσης: Το Γιουσουρούμ

Ωστόσο, στα μεταπολεμικά χρόνια ο πληθυσμός της Αθήνας διογκώθηκε ραγδαία και παράλληλα αυξήθηκε η κίνηση στις οδικές αρτηρίες. Το 1967 απαλλοτριώθηκε τμήμα του κήπου της βίλας, ώστε να διαπλατυνθεί η στροφή από τη Λεωφόρο Μεσογείων προς τη Βασιλίσσης Σοφίας (τότε η φορά της κυκλοφορίας ήταν αντίθετη από τη σημερινή σε αυτό το σημείο). Μετά από κάποιες ακόμη απαλλοτριώσεις, η έκταση του οικοπέδου είχε πλέον πέσει στα 1.098 τ.μ., με το μεγαλύτερο μέρος του κήπου να έχει χαθεί. Η ιδιοκτήτρια αποφάσισε να πουλήσει τη βίλα εν μέσω της στρατιωτικής δικτατορίας το 1970, και έτσι αγοράστηκε από την Κτηματική Τράπεζα.

βίλα Μαργαρίτα

Πολλοί κάτοικοι και σύλλογοι των Αμπελοκήπων προσπάθησαν να διασώσουν το κτίριο από την επερχόμενη κατεδάφιση, με αιτήσεις και διαμαρτυρίες για να χαρακτηριστεί διατηρητέο. Η υπόθεση απέκτησε σημαντικές διαστάσεις, αλλά ο λογοκρινόμενος Τύπος περιορίστηκε σε κάποιες λιγοστές αναφορές. Τελικά, οι Αρχές αρνήθηκαν να χαρακτηρίσουν τη βίλα διατηρητέα, με την πρόφαση «ότι δεν είχε χαρακτηριστικά ελληνικής παραδοσιακής αρχιτεκτονικής και επομένως δεν χρειαζόταν να προστατευτεί». Η βίλα κατεδαφίστηκε το 1972, την ίδια περίπου εποχή με τις φυλακές Αβέρωφ.

Στη θέση της κατασκευάστηκε 9ώροφο κτίριο στο οποίο στεγάζονταν τα γραφεία της Κτηματικής Τράπεζας μέχρι και το 1998, όποτε και συγχωνεύτηκε διά πλήρους απορροφήσεως με την Εθνική Τράπεζα, της οποίας τα γραφεία στεγάζονται στο κτίριο μέχρι και σήμερα.

Advertisement

Η Μουσίτσα 1958-1959

Η Μουσίτσα
i mousitsa

Η ταινία, “Η Μουσίτσα” προβλήθηκε τη σαιζόν 1958-1959 και έκοψε 72.095 εισιτήρια. Ήρθε στην 5η θέση σε 51 ταινίες.

Η Μουσίτσα 1958-1959
Η Αλίκη Βουγιουκλάκη και ο Ανδρέας Μπάρκουλης στην ταινία, “Η Μουσίτσα”.

Η ιστορία της ταινίας, με την μορφή σινε-ρομάντσου, δημοσιεύτηκε στο περιοδικό “Θησαυρός” για 16 εβδομάδες, ξεκινώντας από το τεύχος Νο. 1180, το οποίο κυκλοφόρησε στις 6 Ιουλίου 1961.

Πρόκειται για την 11η ταινία που γύρισε η Αλίκη Βουγιουκλάκη – ακολούθησε η ταινία “Αστέρω” η οποία γυρίστηκε επίσης το 1959.

Περίληψη της ταινίας, “Η Μουσίτσα”

Μια ζωηρή και ατίθαση κοπέλα, η Αλίκη, εργάζεται σε εφημερίδα και αναλαμβάνει να πάρει συνέντευξη από έναν επιστήμονα, τον καθηγητή Νικολαϊδη, ο οποίος πρόκειται να έρθει στην Ελλάδα. Παράλληλα, γνωρίζεται με ένα συνάδελφο, τον Δημήτρη, ο οποίος εργάζεται σε άλλη εφημερίδα. Όταν η Αλίκη χάνει την άφιξη του αεροπλάνου του καθηγητή, φτιάχνει μια δική της συνέντευξη. Μαθαίνοντας ότι η άφιξη του επιστήμονα έχει ματαιωθεί, επιμένει ότι ο ξένος ήρθε και παρουσιάζει κάποιον άλλο στη θέση του…

Advertisement

Μπάρμπαρα Μπουσέ Barbara Bouchet 1943-

Barbara Bouchet
Barbara Bouchet

Η Μπάρμπαρα Μπουσέ, (Barbara Bouchet, αληθινό όνομα Barbara Goutscher) είναι μια ηθοποιός Γερμανικής καταγωγής.
Αν και στη διάρκεια της μακροχρόνιας καριέρας της εμφανίστηκε σε περισσότερα από 80 φιλμ και τηλεοπτικές παραγωγές, μεταξύ των οποίων η παρωδία κατασκοπικών ταινιών Casino Royale (1967), το μιούζικαλ Sweet Charity (1969) και η δημοφιλής τηλεοπτική σειρά Σταρ Τρεκ, έγινε κυρίως γνωστή και αστέρι πρώτου μεγέθους στην Ιταλία και την Ευρώπη με τη συμμετοχή της σε μερικά από τα κορυφαία τζιάλι και δεκάδες σεξοκωμωδίες.

Η Μπάρμπαρα Μπουσέ γεννήθηκε στις 15 Αυγούστου του 1944 στο Ράιχενμπεργκ της Σουντέτενλαντ, που βρισκόταν τότε υπό Γερμανική κυριαρχία (Η περιοχή βρίσκεται στην δυτική Τσεχοσλοβακία και μέχρι το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου κατοικούνταν από εθνοτικούς Γερμανούς).

Barbara Bouchet

Μετά το πέρας του πολέμου η οικογένεια της μαζί με χιλιάδες άλλους ομοεθνείς της μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδα προσφύγων στον υπό Αμερικανική κατοχή τομέα, αποκτώντας έτσι το δικαίωμα να υποβάλουν αίτηση και να τους χορηγηθεί αργότερα άδεια για μετανάστευση στις Η.Π.Α μετά από σχετική νομοθετική ρύθμιση του Κονγκρέσσου το 1948.

Η οικογένεια της εγκαταστάθηκε τελικά στο Σαν Φρανσίσκο όπου και πέρασε τα παιδικά και εφηβικά της χρόνια.
Το 1959, σε ηλικία 16 ετών, θα έχει την πρώτη της επαφή με τον κόσμο του θεάματος.
Η Μπάρμπαρα Μπουσέ συμμετέχει και κερδίζει σε διαγωνισμού τοπικού τηλεοπτικού σταθμού για μια θέση στο μουσικοχορευτικό σόου The KPIX Dance Party.

Εμφανίζεται στο καθημερινό σόου μέχρι το 1962 αποκτώντας μια πρώτη γεύση δημοφιλίας και ένα εισιτήριο για το Χόλιγουντ.
Είναι η εποχή που θα αλλάξει το επώνυμο της από το Γερμανικό Γκούτσερ στο Γαλοπρεπές Μπουσέ.
Οι πρώτες δουλειές της είναι στο χώρο του μόντελινγκ κάνοντας εξώφυλλα σε περιοδικά και διαφημιστικά για την τηλεόραση.

Σύντομα περνάει στο χώρο της υποκριτικής με μικρούς ρόλους σε ταινίες όπως What a Way to Go! (1964), John Goldfarb, Please Come Home (1964), In Harm’s Way (1964), και Agent for H.A.R.M. (1966).
Το 1967 ερμηνεύει το ρόλο της Μις Μάνιπενι στην κωμική κατασκοπική περιπέτεια Casino Royale και κάνει φωτογράφιση για το τέυχος Φεβρουαριόυ του περιοδικού Playboy.
Συμμετέχει σε γνωστές τηλεοπτικές σειρές αλλά φοβούμενη την τυποποίηση και αναζητώντας μεγαλύτερους ρόλους μεταναστεύει στην Ιταλία όπου και παραμένει μέχρι σήμερα.

Συμμετέχει σε γνωστές τηλεοπτικές σειρές αλλά φοβούμενη την τυποποίηση και αναζητώντας μεγαλύτερους ρόλους μεταναστεύει στην Ιταλία όπου και παραμένει μέχρι σήμερα.

Η Μπάρμπαρα Μπουσέ (Barbara Bouchet )και η ταινία, “Το αγκίστρι“.

Μπάρμπαρα Μπουσέ Barbara Bouchet 1943-
Ο Τόλης Βοσκόπουλος και η Μπάρμπαρα Μπουσέ.

Βασική προϋπόθεση ήταν να εμφανίζεται γυμνή γι’αυτό κυρίως αναλάμβανε σέξι ρόλους. Ωστόσο, κανένας σκηνοθέτης δεν της έδινε πρωταγωνιστικούς ρόλους και αρχές της δεκαετίας του ’70 μετακόμισε στην Ιταλία. Άρχισε να πρωταγωνιστεί σε ταινίες του ιταλικού κινηματογράφου και αμέσως έγινε δημοφιλής στο αντρικό κοινό.

Στη δεκαετία του ’70 γίνετε η κορυφαία εμπορικά σταρ του Ιταλικού κινηματογράφου και η δημοφιλία της σε όλη την Ευρώπη εκτινάσσεται στα ύψη.

Η φυσική καλλονή και οι συχνές τολμηρές εμφανίσεις της την κάνουν περιζήτητη ενώ το όνομα της στη μαρκίζα αρκεί για να γεμίσει τα σινεμά.

Ανάμεσα στις δουλειές της ξεχωρίζουν τα υποδειγματικά τζιάλι La Tarantola dal ventre nero (1971), Non si sevizia un paperino (1972) και La dama rossa uccide sette volte (1972), τα πολιτσιοτέσκι (βίαια αστυνομικά – γκανγκστερικά φιλμ) Milano calibro 9 (1972), Casa d’Appuntamento (1972) και Con la rabbia agli occhi (1976) και οι σεξοκωμωδίες 40 gradi all’ombra del lenzuolo (1976), Spogliamoci così senza pudor (1976) και La moglie in vacanza… l’amante in città (1980).

Το 1976 συμμετείχε στην ταινία, “Το Αγκίστρι”, μια από τις τελευταίες παραγωγές του Κλέαρχου Κονιτσιώτη.

Στη δεκαετία του ’80 και μετά την παρακμή του Ιταλικού εμπορικού σινεμά θα ξεκινήσει μια δεύτερη καριέρα στην τηλεόραση συμμετέχοντας σε τηλεταινίες, τηλεοπτικές σειρές και εκπομπές.

Το 1985 η Μπάρμπαρα Μπουσέ ξεκινά μια παράλληλη επιχειρηματική δραστηριότητα στο χώρο της γυμναστικής και της υγιεινής διατροφής με εκδόσεις βιβλίων και βίντεο.

Το 2002 επιστρέφει στην υποκριτική συμμετέχοντας στο φιλμ του Μάρτιν Σκορτσέζε Gangs of New York και ακολουθούν μικρές σποραδικές εμφανίσεις.

Το 1974 παντρεύτηκε τον παραγωγό ταινιών Λουίτζι Μποργκέζε και απέκτησαν 2 γιους. Χώρισαν το 2006.

Ευχαριστούμε θερμά το greekactor.blogspot.gr για τις πληροφορίες.

Advertisement

Πονηρό θηλυκό κατεργάρα γυναίκα 1980-1981

Πονηρό θηλυκό κατεργάρα γυναίκα

Η ταινία, “Πονηρό θηλυκό κατεργάρα γυναίκα” προβλήθηκε τη σαιζόν 1980-1981 και έκοψε 289.204 εισιτήρια. Ήρθε στην 2η θέση σε 25 ταινίες.

Πρόκειται για την 41η ταινία που γύρισε η Αλίκη Βουγιουκλάκη – ακολούθησε η ταινία “Κατάσκοπος Νέλλη”, η οποία γυρίστηκε το 1981 και είναι η τελευταία της.

Πρόκειται για ελεύθερη διασκευή του θεατρικού έργου “Η Θεατρίνα”.

Πονηρό θηλυκό κατεργάρα γυναίκα 1980-1981
Πονηρό θηλυκό κατεργάρα γυναίκα

Η ταινία, “Πονηρό θηλυκό κατεργάρα γυναίκα” σηματοδοτεί την επιστροφή της Αλίκης Βουγιουκλάκη στα κινηματογραφικά πλατώ έπειτα από πολυετή απουσία. H πλοκή της ταινίας έχει έντονα αυτοβιογραφικά στοιχεία απ’ τη ζωή της Αλίκης. Στο ρόλο της Έλενας Ντάβαρη η Αλίκη στην ουσία ερμήνευσε τον ίδιο της τον εαυτό, που την περίοδο εκείνη ήταν πλέον απολύτως αποδεκτή ως η εθνική Στάρ της Ελλάδας.

Περίληψη της ταινίας, “Πονηρό θηλυκό κατεργάρα γυναίκα”

Η καταξιωμένη ηθοποιός Έλενα Ντάβαρη (Αλίκη Βουγιουκλάκη), κουρασμένη από έναν αποτυχημένο γάμο, δημιουργεί σχέση με έναν κατά πολύ νεότερο της άντρα, ένα νεαρό δικηγόρο (Δάνης Κατρανίδης) για να ξανακερδίσει το ενδιαφέρον του συζύγου της (Άγγελος Αντωνόπουλος). Ο δικηγόρος προσπαθεί να προωθήσει μια φίλη του ηθοποιό (Μαριαλένα Κάρμπουρη), ενώ ο άντρας της ζει μια ερωτική περιπέτεια με μια συνεργάτιδα της Έλενας (Χαριτίνη Καρόλου).

Advertisement

Το ποντικάκι 1953-1954

Το ποντικάκι
to pontikaki

Η ταινία, “Το ποντικάκι” προβλήθηκε τη σαιζόν 1953-1954 και έκοψε 32.558 εισιτήρια. Ήρθε στην 15η θέση σε 21 ταινίες.

-Πρόκειται για την πρώτη ταινία που γύρισε η Αλίκη Βουγιουκλάκη – ακολούθησε η ταινία “Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας (1955) η οποία γυρίστηκε το 1955. Πρώτη εμφάνιση της Ρίκας Διαλυνά.

Η ταινία κρίνεται ιστορικά σημαντική ως η πρώτη αστυνομική παραγωγή στην Ελλάδα, σε μια περίοδο στο παρελθόν, όταν οι αστυνομικές ταινίες θεωρούνταν ευτελές είδος. Σύμφωνα με τον κριτικό κινηματογράφου Αλέξη Δερμεντζόγλου «Στην Ελλάδα “τραβούσε” ιδίως και πάνω απ’ όλα η ελληνική κωμωδία, η φουστανέλα και το μελό, άντε και η κοινωνική περιπέτεια. Όποιος επιθυμούσε να γυρίσει ένα θρίλερ είχε πρόβλημα αποδοχής.

Βέβαια βρέθηκαν και διάφοροι σωστοί συνδυασμοί. Το κοινωνικό φιλμ καταγγελίας ιδίως από τη “Φίνος Φιλμ” συνδύαζε μελό, κοινωνικά και αστυνομικά στοιχεία. Μπορεί το τέλος να ήταν συνήθως ευτυχές, αλλά περνούσαν πολλές αναφορές. Φυσικά, τότε υπήρχε και μια άτυπη μορφή ελληνικού μακαρθισμού. Οι σκηνοθέτες μας βρήκαν τρόπο και μέσα από κωμωδίες και δράματα να προχωρήσουν σε τολμηρότατες κοινωνικοπολιτικές καταγγελίες».

Το ποντικάκι 1953-1954
Η Αλίκη Βουγιουκλάκη στη ταινία, “Το ποντικάκι”.

Κριτική
Το ποντικάκι” είναι μια ευχάριστη ταινία στην οποία το αισθηματικό στοιχείο πλέκεται με την αστυνομική πλοκή… Οι ερμηνευτές του (ιδιαίτερα η Αλίκη Βουγιουκλάκη και ο Γιώργος Λευτεριώτης) έχουν αλήθεια στο παίξιμό τους… (εφημερίδα Απογευματινή)

Ειδικότερα για την Αλίκη Βουγιουκλάκη στο κινηματογραφικό της ντεμπούτο:

Από “Το ποντικάκι“, στην “Κατάσκοπο Νέλη”, για 42 χρονια σημάδεψε τη ζωη των θεατών που είδαν τις ταινίες της … “Το ποντικάκι”, που σκηνοθέτησε ο Νίκος Τσιφόρος από δικό του σενάριο (σε συνεργασία με τον Γ. Ασημακόπουλο), η Αλίκη ηταν πρωταγωνίστρια. Στην ταινία ερμήνευε μια ανήλικη κλέφτρα, ένα αφελές, τσαχπίνικο, αξιαγάπητο όμως και γλυκό -με μαύρα ακόμη μαλλιά- ποντικάκι, που τη συμπονούσε ο αστυφύλακας που τη συλλάμβανε και προσπαθούσε να την επαναφέρει στον ίσιο δρόμο». Από άρθρο του Νίνου Φενέκ Μικελίδη Αντίο, ωραία μου γατούλα.

Περίληψη της ταινίας, “Το ποντικάκι”

Ο Λουκής μετά από μια επιτυχημένη διάρρηξη θα καταφέρει να ξεφύγει από την αστυνομία, χάρη στη νεαρή ανθοπώλη Κρινιώ, που του συστήνεται ως «Ποντικάκι». Θα την πάρει μαζί του στο κρησφύγετο του, όπου μένει με τον Βαγγέλη, την Χριστίνα και τον αρχηγό της συμμορίας, Κώστα. Ο Λούκης θα θελήσει να επανέλθει στον ίσιο δρόμο και θα νοικιάσει ένα δωμάτιο. Θα προσπαθήσει να ξαναρχίσει τη ζωή του μαζί με το «Ποντικάκι».

Advertisement

Κώστας Μπακάλης 1942-2018

Κώστας Μπακάλης
mpakalis kostas

Ο Κώστας Μπακάλης γεννήθηκε το 1942 στα Ιωάννινα και ήταν Έλληνας ηθοποιός του κινηματογράφου και του θεάτρου.

Κώστας Μπακάλης 1942-2018
Στάθης Ψάλτης, Μάρκος Λεζές, και Κώστας Μπακάλης σε θεατρική παράσταση.

Έγινε ευρύτερα γνωστός από την συμμετοχή του σε ταινίες όπως οι, “Λούφα και παραλλαγή”, “Τροχονόμος Βάρβαρα“, “Βασικά Καλησπέρα σας“, αλλά και σε θεατρικά έργα και τηλεοπτικές σειρές, όπως οι, “Μικρομεσαίοι” και “Φόβος και πάθος”.

Αξιόλογη η συμμετοχή του τέλος, σε περιοδεύοντες θιάσους (Δωδεκανησιακό θέατρο κλπ).

Ο Κώστας Μπακάλης απεβίωσε στης 05 Φεβρουαρίου του 2018 σε ηλικία 76 ετών. Η δυσάρεστη είδηση έγινε γνωστή μέσω Facebook και με ανάρτηση στη σελίδα Διάσωση Αρχείου Κρατικής Τηλεόρασης. Ενώ μια μέρα μετά έγινε η κηδεία του στο κοιμητήριο του Αμαρουσίου.

Φιλμογραφια

1967 Ο προδότης
1967 Χαϊδάρι 3,30 αποδράσατε
1967 Δροσω η αρχοντόπουλα
1968 Ο Γοργοπόταμος
1969 Αγάπησα έναν προδότη
1971 Γραμμος
1974 Η φόνισσα
1978 Αγώνας χωρίς τέλος
1978 Η Ηλικία της θάλασσας
1978 1922
1980 Ο άνθρωπος με το γαρύφαλο
1980 Ο παρθένοκυνηγός
1980 Ο κος Εξουσίας
1980 Ο Κώτσος στην Ε.Ο.Κ
1981 Η ερωμένη
1981 Τα διαμάντια δεν λένε ψέματα
1981 Τροχονόμος βάρβαρα
1981 Το μεγάλο ρουθούνι
1981 Πάμε για καφε
1981 Η Νονά
1982 Βασικά καλησπέρα σας οι ράδιο πειρατές
1982 Καμικάζι τσαντάκιας
1982 Εγώ και το πουλί μου
1982 Το αίμα των αγαλμάτων
1982 Το παιδί του σωλήνα
1983 Ο άνθρωπος που το παίζε πολύ
1983 Σιδηρά κυρία
1983 Η Κόντρα
1983 Το ψώνιο
1983 Γρανίτα από μελάνι
1984 Λούφα και παραλλαγή
1985 Άγιος Παντελεημων
1985 Μια Αντωνία με φ.π.α
1985 Η καμαριέρα της νύχτας
1985 Ο θάνατος έχει δυο όψεις
1985 Ο πιο διάσημος βλάκας
1985 Αγόρια στην πορνεια
1985 Μια παπαδιά στα μπουζούκια Νο2
1985 Ο Δυναστείας
1985 Οι Πόντιοι
1985 Η σκιάχτρα
1986 Τρέλα αγόρια θεότρελα κορίτσια
1986 Χάρισε μου το γούνακι σου
1986 Ο παπάφαγανας
1986 Πολιτσμανα του σαματά η μανα
1986 Το μανουλι ο καψούρας και ο αναρχικός
1986 Ο γύφτοροκάς
1986 Ο προφήτης με την πυρηνική κεφάλι
1986 Οι ατσίδες
1986 Ο σαλταδόρος
1986 Μια γυναίκα στα μέτρα μου
1986 Αρέσω και κυκλοφορώ
1986 Αγία Αναστασία η φαρμακολυτρια
1986 Αγία βάρβαρα η Μεγαλομάρτυς
1986 Κορίτσια στο βούρκο
1986 Μερικές τον προτιμούν ηλεκτρονικό
1986 Αγάπησα έναν Πόντιο
1986 Ροκυ Νο0 το νούμερο
1987 Ο Τσιτσιολινος
1987 Λορδαν ο βάρβαρος
1987 Made in Greece
1987 Απουσίες
1987 Ανταύγειες πάθους
1987 Ο γυφτοσταρ
1987 Ρουσφέτι και σεξ
1987 Περικλής ο τρίχας
1987 Χαμός στο Αιγάλεω σίτυ
1987 Ο εισβολέας απ τα Μέγαρα
1987 Ο Κέρβερος και το δόλωμα
1987 Ο Σαλονικιος
1987 Ο αναρχικός
1987 7 υπέροχοι γκαφατζηδες
1987 Άγιοι Κυπριανός και Ιουστίνη
1987 Άγνωστος πόλεμος 1 καταδικασμένη σε θάνατο
1987 Αστυνόμος Τσαχπινης
1987 Ο παπάς ήταν ροκάς
1987 Οι κυβερνήσεις πέφτουνε αλλά ο ψάλτης μένει
1987 Παπά Turbo Μας πήραν και τα ράσα
1987 Μια μπομπα στο κρεββάτι μου
1987 Γκομενα υψηλού κινδύνου
1987 Τα Ντερεκια
1987 Εδώ Πάπας εκεί..λαπας
1987 Ένα μανουλι στο πιάτο σας
1987 Εραστης από το ψυγείο
1987 Η γυναίκα μου ο Ανδρέας
1987 Η θεία μου η ξεπόρτισσσα
1987 Θησαυρός για ψώνια
1987 Ταξίδι στη Μπανγκοκ
1987 Το πε το Πέ ο παπαγάλος είσαι κόκορας μεγάλος
1987 Το κουρδιστό ανθρωπάκι
1987 Η Εκδίκηση της Νιτσας
1987 Η κατινα και το σόι της
1987 Συζυγικά βραχυκυκλωματα
1987 Σφαλιάρα Κιντ
1987 Ο ταρίφας
1987 Ο τελευταίος…μπάτσος
1988 Ερωτικες διπλόπενιές
1988 Μην το παίζεις υπουργέ
1988 Κιτσος ο εξολοθρευτής
1988 Ο μικρός μεγάλος Νίντζα
1988 Τόλμη και αφασία
1988 Το συνδικάτο των μπατηριδων
1988 Ο παπαδογυφτος
1988 Μπουλντόζας κι ερωτιάρης
1988 Η γυναίκα μου ο άντρας της κι εγώ
1988 Αλτ..ψηλά τα πόδια
1988 Πόντιος και Σαλονικιος
1988 Ραδιοπειρατη αγάπη μου
1988 Ο Όρκος του Μίσους
1988 Ο μαχητής
1988 Στην κάψα του καλοκαιριού
1988 Στο ρυθμό του ροκ
1988 Αστέρι στη λάσπη
1988 Εδηλωσα τρελός δεν πάω στο στρατό
1988 Γυφτομπασκετ
1988 Γυφτοσταρ Νο2
1988 Διαρρήκτης με το ζόρι
1988 Έπαθα την πλάκα μου
1988 Αγία Ερμιονη η ιεραποστολος
1988 Χουαν Γκαμον
1988 Αυταδικια
1988 Βλαχοδυναστεια Νο1
1988 Άσωτοι υιοί
1988 Τσιμπηστε μας κι αφήστε μας
1988 Γάτα εσυ γάτος κι εγώ
1989 Παγίδες
1989 Ο χασοδικης
1989 Ο παραχαράκτης
1989 Ο μικρός κεραυνός
1989 Ο τελευταίος τίμιος Ρωμιός
1989 Ο τζογαδόρος
1989 Απ’τα θρανία στα μπουζούκια
1989 Αλεξιπτωτιστης για κλάματα
1989 Χαλβαδομαγκας
1989 Το πιο γλυκό κορίτσι
1989 Επικίνδυνη σχέση
1989 Μηχανόβιοι και μπάτσοι
1989 Ντό ρε Μι φασολάδα
1989 Η Παγίδα
1989 Η αγάπη που δε γνώρισε σύνορα
1989 Η μάνα της φόνισσας
1989 Η μεγάλη ρεμούλα
1989 Θανάσιμο δίλημμα
1989 Ο υπαλληλακος πάει στον παράδεισο
1989 Για μια χούφτα τούβλα
1989 Γκομενακια στο θρανίο
1989 Αβε Μαφία ..Εθνική ακαδημία απατεώνων
1989 Ένας απίθανος Ρωμιός
1989 Ο δικός μας έρωτας
1989 Ο εθνικός μας έρωτας
1989 Έρωτας στη σκιά του φόβου
1989 Ερωτικες παραλλαγες
1989 Ερωτικο ταξίδι Τζωννυ και Νάντιν
1989 Γλυκιά σαν τίγρης
1989 Δυο φορές ψεύτης
1989 Απαγωγή στα τυφλά
1990 Γης Μαδιάμ
1990 Άγαμοι & θύτες
1990 Τα ερωτικά
1990 Ολόχρυσο μανουλι
1990 Ο χαρτοπαίχτης
1990 Η καρδιά του πατέρα
1990 Κόκκινο Χρυσό
1991 Ο Δραπέτης
1992 Τα παιδιά του ονείρου

Ευχαριστούμε θερμά το greekactor.blogspot.gr για τις πληροφορίες.

Advertisement

Πάνος Γαβαλάς 1926-1988

gavalas panos
gavalas panos

Ο Πάνος Γαβαλάς γεννήθηκε στις 26 Νοεμβρίου 1926 στο Βατραχονήσι, που είναι γνωστό σήμερα ως τη συνοικία της Αθήνας, Μετς και ήταν Έλληνας λαϊκός τραγουδιστής, συνθέτης και μουσικός. Ο πατέρας του ήταν από τη Φολέγανδρο και η μητέρα του από την Ικαρία.

Η πρώτη του επαφή με τη μουσική έγινε στα παιδικά του χρόνια, με μια φυσαρμόνικα που έπαιζε στους προσκόπους, και λίγο μετά με τις χαβάγιες, με τις οποίες έκανε προπολεμικά καντάδες.

Στα χρόνια της κατοχής ο Πάνος Γαβαλάς εντάχθηκε στον ΕΛΑΣ και βρέθηκε στο τμήμα διασκέδασης, όπου τραγουδούσε τα αγωνιστικά τραγούδια, «Εμπρός ΕΛΑΣ-ΕΛΑΣ για την Ελλάδα…» κ.λ.π.

Το 1945 άνοιξε τσαγκαράδικο στην Καισαριανή, ενώ, ταυτόχρονα δούλευε και σε μια ταβέρνα που είχε παλιότερα ο πατέρας του στο Παγκράτι. Την έκλεισαν όμως, γιατί, όπως έλεγε ο ίδιος: «μαζεύονταν μέσα αριστεροί».

Πάνος Γαβαλάς 1926-1988
Ο Πάνος Γαβαλάς.

Τότε πρωτόπιασε την κιθάρα και με δυο-τρεις φίλους του από την ίδια περιοχή έκανε ένα μικρό συγκρότημα. Τα άλλα παιδιά αυτού του πρώτου μικρού συγκροτήματος συνέχισαν κάνοντας μια μικρή καριέρα σε ταβέρνες, ενώ ο Πάνος Γαβαλάς ακολούθησε το λαϊκό τραγούδι.

Ο Πάνος Γαβαλάς παντρεύτηκε νωρίς, το 1948, με τη Ζωή Μουστάκη, και έναν χρόνο μετά απέκτησαν τον γιο του Γιάννη. Δύσκολες εποχές. Δεκεμβριανά, Εμφύλιος, φτώχεια, ανέχεια. Για να μπορέσει να αντεπεξέλθει στην οικογένειά του το πρωί δούλευε τσαγκάρης, ψαράς, κουρέας, ηλεκτροσυγκολλητής και φορτοεκφορτωτής (παλιότερα) και το βράδυ έπαιζε σε μικρά λαϊκά ταβερνάκια. Έτσι πορεύτηκε τα πρώτα χρόνια, δύσκολα, στερημένα, όπως άλλωστε έζησαν και οι περισσότεροι άνθρωποι εκείνης της γενιάς.

Παίζοντας κιθάρα, μπουζούκι και τραγουδώντας στο πνεύμα της εποχής ακολούθησε τον δρόμο του λαϊκού τραγουδιού στο οποίο κυριαρχούσαν οι φωνές του Πρόδρομου Τσαουσάκη και του Σταύρου Τζουανάκου. Το 1950 βρέθηκε ως μπουζουξής στο πάλκο του κέντρου Φαληρικόν το οποίο -ασκώντας μεταξύ άλλων τότε και το επάγγελμα του ψαρά- προμήθευε με ψάρια.

Εκεί γνωρίστηκε με τον Βασίλη Τσιτσάνη ο οποίος τον πήγε στην Columbia και έπαιξαν μαζί σε κάποιες από τις ιστορικές ηχογραφήσεις με τον Τσαουσάκη, τη Νίνου και την Μπέλλου. Για την ιστορία παραθέτω κάποια από τα τραγούδια που ηχογραφήθηκαν στα τέλη εκείνης της χρονιάς, στα οποία έπαιξαν μπουζούκια ο Β. Τσιτσάνης με τον Πάνο Γαβαλά, “Στρώσε μου να κοιμηθώ” με τους Τσαουσάκη, Ρ. Ντάλλια, “Το όνειρο της αδελφής” με τους Μαρ. Νίνου, Πρ. Τσαουσάκη, Β. Τσιτσάνη, “Η αχλάδα έχει πίσω την ουρά” της με τους Τσιτσάνη, Πρ. Τσαουσάκη, Ρ. Στάμου, “Το παράπονο του ξενητεμένου” (Σαν απόκληρος γυρίζω) με τη Σωτ. Μπέλλου, “Μες στο κελί μου ξάγρυπνος” με τον Πρ. Τσαουσάκη, και άλλα.

Με τον Βασίλη Τσιτσάνη ξαναμπήκε στην αίθουσα φωνοληψίας της Columbia τον Φεβρουάριο του 1956. Ως τραγουδιστής πλέον, ερμηνεύοντας τις συνθέσεις του Τσιτσάνη Κατάδικος για πάντα και Κέρνα με πόνε, κέρνα με. Βαριά τραγούδια, στο πνεύμα της νέας εποχής που ερμηνευτικά διαμορφωνόταν από τις φωνές του Στ. Καζαντζίδη, του Π. Γαβαλά και του Β. Περπινιάδη.

Το ξεκίνημά του στη δισκογραφία ως τραγουδιστής έγινε τον Απρίλιο του 1954 με τα τραγούδια του Κώστα Καπλάνη, “Το άδικο” και “Ζωή σερέτισσα”.

Τη χρονιά αυτή φωνογράφησε μόνο επτά τραγούδια, τα οποία δεν είχαν την επιτυχία εκείνη που θα τον επέβαλε άμεσα στη δισκογραφία, και έτσι το κλίμα εκ μέρους της εταιρείας δεν ήταν και το καλύτερο απέναντί του. Ίσως γι’ αυτό θυμότανε και ανάφερε σε κάποια συνέντευξή του: «Τα πρώτα εφτά τραγούδια που είπα σε δίσκο δεν πιάσανε, και με πετάξανε ενάμισι χρόνο έξω από την εταιρεία».

Το 1955, όμως, ακολούθησαν οι συνεργασίες του με τον Γερ. Κλουβάτο, τον Μπ. Μπακάλη και τον Απόστολο Καλδάρα που αντέστρεψαν κατά κάποιον τρόπο αυτό το εις βάρος του κλίμα.

Με τον Απόστολο Καλδάρα είχε μια εκτεταμένη συνεργασία, τόσο στους δίσκους όσο και στα κέντρα. Το 1955 συνεργάστηκαν μαζί στο κέντρο Θείος, που βρισκόταν στην περιοχή του Βλάχου στα σύνορα Ν. Ιωνίας, Ν. Φιλαδέλφειας και Μεταμόρφωσης, με το συγκρότημα Καλδάρα, Τσαουσάκη και τον Μιχάλη Μενιδιάτη (Καλογράνη) στο ξεκίνημά του.

Πάνος Γαβαλάς 1926-1988
Κέντρο Άλιμος 1966
Πολυκανδριώτης – Ζαφερίου – Κούρτη – Γαβαλάς

Στην περίοδο αυτή, 1955-56, τραγούδησε περί τα δεκατέσσερα τραγούδια του Απόστολου Καλδάρα, ανάμεσά τους και το χαρακτηριστικό Στάσου στο 14, σε στίχους Κ. Βίρβου, που μαζί με το Σιγανοψιχάλισμα, την πρώτη δική του σύνθεση σε στίχους Χαρ. Βασιλειάδη «Τσάντα», υπήρξαν οι πρώτες μεγάλες επιτυχίες του. Έτυχε να ηχογραφηθούν μαζί την ίδια ημέρα, την 1ης Οκτωβρίου 1956, σημαδεύοντας έτσι μια οριακή στιγμή και στροφή της καριέρας του.

Την εποχή που έκανε το Σιγανοψιχάλισμα έπαιζε σε ένα μαγαζί στου Ζωγράφου που λεγόταν Γαρδένια. Από εκεί ξεκίνησε η ιστορία του τραγουδιού που, όπως έλεγε χαρακτηριστικά, τον «καταδίκασε». Τον καθιέρωσε και τον «καταδίκασε» στην επιτυχία και τον «ανταγωνισμό» στην πρώτη γραμμή του λαϊκού τραγουδιού για 30 χρόνια. Μεγάλη επιτυχία και ένα από τα διαχρονικότερα και ομορφότερα τραγούδια της δεκαετίας του ’50.

Με τον Νίκο Μεϊμάρη, που έγραψε τους Γλάρους, γνωρίζονταν από την Καισαριανή, όπου ο Πάνος Γαβαλάς είχε τσαγκαράδικο. Απέναντι, στην άλλη γωνία, ο Νίκος Μεϊμάρης είχε κουρείο. Και όπως οι μουσικές παρέες και τα όργανα είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας και της μυθολογίας αυτών των ιδιαίτερων χώρων της παλιάς συνοικίας, έτσι κι εκεί υπήρχαν κρεμασμένα διάφορα έγχορδα μουσικά όργανα που περίμεναν το μαγικό άγγιγμα στις χορδές τους.

Στο κουρείο του Μεϊμάρη, όπου πεταγόταν καθημερινά από απέναντι τις ελεύθερες στιγμές του ο Πάνος Γαβαλάς, γράφτηκαν οι “Γλάροι”, το “Πόσο μου ’χεις λείψει”, το “Τριαντάφυλλο έχεις βάλει στα μαλλιά σου”, και τ’ άλλα τραγούδια της συνεργασίας τους.

Ήταν χρυσή εποχή για το λαϊκό τραγούδι, που σημαδεύτηκε από τα αθάνατα αυτά τραγούδια. Η εισαγωγή των Γλάρων αποτέλεσε το χαρακτηριστικό ηχητικό σήμα των διαφημιστικών εκπομπών της Odeon-Parlophone και μετέπειτα Minos, που ακούγονταν στο ραδιόφωνο για δεκαετίες.

Από την άλλη, η Columbia-His Masters Voice-Capitol είχε για σήμα της την εισαγωγή από τη Συννεφιασμένη Κυριακή του Τσιτσάνη στην εκτέλεση με τον Στέλιο Καζαντζίδη.

Τα θρυλικά μεθυστικά τραγούδια του 1959.” Οι γλάροι”, “Μάγισσα Θεσσαλονίκη”, “Φεύγω γεια σου-γεια σου”, “Χωρίς τον ξενοδόχο λογαριάζαμε”.

Εκεί ο Πάνος Γαβαλάς έπιασε την κορυφή, απ’ την οποία δεν κατέβηκε μέχρι το τέλος, και μαζί με τον Καζαντζίδη, τον Περπινιάδη και τον Αγγελόπουλο έφτιαξαν την πρώτη θρυλική τετράδα του λαϊκού τραγουδιού.

Πάνος Γαβαλάς 1926-1988
Πάνος Γαβαλάς, Ρία Κούρτη και Χρήστος Νικολόπουλος

Είχε φτιάξει, πλέον, το δικό του ξεχωριστό ύφος. Οι ερμηνείες του γοήτευαν και οι εμφανίσεις του στα κέντρα έκαναν λίγο λίγο γνωστή την μποέμ φιγούρα με το προσεγμένο ντύσιμο και το «αυστηρό», σοβαρό προφίλ που έγινε πιο γνωστό από τις κατοπινές εμφανίσεις στις ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου.

Το 1960 ο Πάνος Γαβαλάς εμφανίστηκε στην Τριάνα του Χειλά μαζί με την Πόλυ Πάνου και την Έφη Λίντα, και στον Φάρο του Τζίμη μαζί με την Ούλα Μπάμπα, τον Χρηστάκη και τον Χάρη Λεμονόπουλο.

Το 1961 εμφανίστηκε στο κέντρο Νταίζη στην ακτή Ποσειδώνος σ’ ένα πρόγραμμα που ονομάστηκε οι Άσσοι του Λαϊκού Τραγουδιού, μαζί με την Καίτη Γκρέυ, τον Μανώλη Αγγελόπουλο, την Έφη Λίντα και τον Αντώνη Ρεπάνη. Την ίδια χρονιά βρέθηκε ξανά στην Τριάνα του Χειλά μαζί με τον Βασίλη Τσιτσάνη, την Πόλυ Πάνου και τον Γιάννη Καραμπεσίνη, καθώς και στο Φαληρικόν στις Τζιτζιφιές μαζί με τον Γιάννη Παπαϊωάννου, τον Στράτο Διονυσίου και τη Ρία Κούρτη.

Τα δισκάκια της Odeon-Parlophone πλήθαιναν στα τζουκ-μποξ και στα πικ-απ στις γειτονιές της Αθήνας και της ελληνικής περιφέρειας, όταν στα τέλη του 1961 μεταπήδησε στην Columbia-His Masters Voice στην οποία βρέθηκαν και οι φωνές που τον σιγοντάρησαν όλα αυτά τα χρόνια, η Βούλα Γκίκα και η Ρία Κούρτη, με την οποία συνδέθηκε καλλιτεχνικά μέχρι το τέλος.

Το πέρασμά του στην Columbia έγινε θριαμβευτικά με το Φύγε κι άσε με (Η χαριστική βολή) στο οποίο σιγόντο έκανε η σύζυγός του, Ζωή Παναγιώτου, όπως αναγραφόταν στις ετικέτες των δίσκων, και η οποία είχε σιγοντάρει και τον Στέλιο Καζαντζίδη στα πρώτα του τραγούδια, το 1952-53, ως Ζωή Γαβαλά.

Το 1962 ο Πάνος Γαβαλάς συνεργάστηκε με την Καίτη Γκρέυ στο Πανόραμα στο Αιγάλεω μαζί με την άρτι αφιχθείσα εξ Αμερικής Σεβάς Χανουμ, και αργότερα στου Περιβόλα με το συγκρότημα του Γιάννη Παπαϊωάννου.

Το 1962 εμφανίστηκε για πρώτη φορά και στο ελληνικό σινεμά, στην ταινία Ορφανή σε ξένα χέρια, πλάι στον Βασίλη Τσιτσάνη, με το τραγούδι, “Όσο με μαλώνεις”.

Την επόμενη χρονιά, στην ταινία, “Το κάθαρμα”, με σενάριο τον Nίκoυ Φώσκολου, σκηνοθεσία του Κώστα Ανδρίτσου και πρωταγωνιστές τον Γιώργο Φούντα και την Μάρω Κοντού, μαζί με τη Ρία Κούρτη τραγούδησαν το “Κάθε λιμάνι και καημός”, του Γιώργου Κατσαρού και του Πυθαγόρα, που έγινε μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του.

Πάνος Γαβαλάς 1926-1988
Η αφίσα του ιστορικού μαγαζιού, “Τζίμης ο χονδρός” με πρώτο όνομα τον μεγάλο, Πάνο Γαβαλά.

Το 1964 ψηφίστηκε από τους χιλιάδες αναγνώστες του περιοδικού Ντομινό ως ο πιο δημοφιλής λαϊκός τραγουδιστής και βραβεύτηκε με το «Χρυσό μικρόφωνο» της χρονιάς. Εμφανίστηκε στο κέντρο Βεντέτα (Αχαρνών 77) μαζί με τη Ρία Κούρτη, τον Στράτο Διονυσίου, τη Λέλα Παπαδοπούλου, με μαέστρο τον Μηνά Πορτοκάλη, και στο πάλκο της ταβέρνας του Φαρέα, στη θρυλική κινηματογραφική, “Λόλα” του Ντίνου Δημόπουλου, με πρωταγωνιστές τον Νίκο Κούρκουλο και την Τζένη Καρέζη, τραγούδησε το “Όνειρο δεμένο στο μουράγιο”, του Σταύρου Ξαρχάκου, σε στίχους Βαγγέλη Γκούφα.

Από τις αρχές μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του ’60 είχε έναν βασικό κορμό μουσικών κοντά του που αποτελούσαν οι: Σπύρος Λιώσης και Αντ. Κατινάρης μπουζούκια, Βασ. Βασιλειάδης ακορντεόν και βιολί ο Τάσος Κουλούρης, με τον οποίο έγραψαν μεγάλες επιτυχίες, όπως τα: “Φύγε κι άσε με”, “Εγώ είμαι ένα παλιόπαιδο”, “Μακριά μου να φύγεις”, “Δεν με πονάς, δεν μ’ αγαπάς” κ.ά.

Τον Δεκέμβριο του 1965 ο Πάνος Γαβαλάς έλυσε τη συνεργασία του με την Columbia και ανεξαρτητοποιήθηκε δισκογραφικά με τη δημιουργία της εταιρείας Βεντέττα.

Για τα χρόνια εκείνα ο Γιάννης Γαβαλάς θυμάται: «Ο καθένας από τους μεγάλους τραγουδιστές δημιούργησε με τον τρόπο του, όπως και ο καθένας πολεμήθηκε με τον τρόπο του, γιατί η δισκογραφία τότε έβγαζε πολλά λεφτά. Γίνανε βιομηχανίες από τη δισκογραφία και τους καλλιτέχνες. Κυκλοφόρησαν βαπόρια. Δούλεψε πάρα πολύς κόσμος στις πλάτες αυτών των ανθρώπων. Οι λαϊκοί τραγουδιστές είχαν μεγάλες διαφορές σε πωλήσεις από όλους τους άλλους. Στα μέσα της δεκαετίας του ’60 τέσσερεις καλλιτέχνες προσπάθησαν να κάνουν την επανάστασή τους στη δισκογραφία και να τα βάλουνε με τους Εγγλέζους -όπως τους λέγαμε τότε- και τα μεγάλα κεφάλαια.

Οι τέσσερεις αυτοί ήταν: ο Καζαντζίδης, ο Γαβαλάς, ο Μπιθικώτσης και η Πόλυ Πάνου, που ήταν όλο το λαϊκό τραγούδι. Αυτό ήταν το λαϊκό τραγούδι εκείνης της εποχής, καλώς ή κακώς. Ξεκίνησαν να κάνουν μια εταιρεία ελληνική, αλλά το καταλάβανε οι άλλοι και σπείρανε τα ζιζάνια, όπως γίνεται σε όλες τις μεγάλες επιχειρήσεις. Πρώτος απ’ όλους αποσύρθηκε ο Μπιθικώτσης και υπέγραψε με την Columbia ξανά.

Μετά ο Καζαντζίδης, που είναι μια ολόκληρη ιστορία και μια συζήτηση που δεν είναι της στιγμής. Δεν υπέγραψε, βέβαια, με αυτούς τους κολοσσούς, αλλά αργότερα έκανε δική του εταιρεία, τη Standard.

Και έτσι ξεκινήσαμε εμείς, με 50% ιδιοκτησία δική μου και 50% του Στέλιου του Πελαγίδη, του άντρα της Πόλυς Πάνου εκείνη την εποχή, και κάναμε τη Βεντέττα. Κυκλοφορήσαμε τους πρώτους δισκους, 45άρια, στη μία πλευρά Γαβαλάς-στην άλλη Πόλυ Πάνου. Ξεκινήσαμε με ένδεκα νούμερα στην αγορά, με δύο καλλιτέχνες βασικά. Στα ένδεκα αυτά νούμερα υπήρχε ένα σόλο τραγούδι που έχει πει η Ρία Κούρτη και ένας δίσκος ενός παλιού συνεργάτη του πατέρα μου που δεν είχε, τότε, πού να κοιμηθεί, του Χρηστάκη, με τη Γάτα και το Έμαθα πως είσαι μάγκας, απ’ την πίσω πλευρά.

Αυτοί ήταν οι πρώτοι ένδεκα δίσκοι που κυκλοφόρησαν και η παραγωγή ήταν δική μου. Γινότανε χαμός. Δεν προλαβαίναμε. Έρχονταν τα μαγαζιά στα γραφεία της εταιρείας και με το που ξεφόρτωνε το φορτηγό τους δίσκους που μας έφερνε από το εργοστάσιο δεν προλαβαίναμε ούτε τιμολόγια να κόψουμε, πετάγανε τους δίσκους μέσα και φεύγανε. Σκοτώνονταν. Την ίδια εποχή η Columbia για να κάνει αντιπερισπασμό στον Γαβαλά κυκλοφόρησε είκοσι πέντε τραγούδια. Θα βρω μουρμούρη μπαγλαμά κ.ά., και δεν φτάνει αυτό, μας σταματάει να μας τυπώνει δίσκους. Ερχότανε ο Λαμπρόπουλος εμένα και μου τα ’λεγε.

Καμμιά φορά την ιστορία εσείς οι νέοι θα τη μάθετε μόνο από τον Τάκη τον Λαμπρόπουλο. Εάν μιλήσει αυτός. Εάν δεν μιλήσει αυτός, την ιστορία του λαϊκού τραγουδιού δεν θα τη μάθετε ποτέ. Εγώ, λοιπόν, σου λέω αυτό που μού ’λεγε: «πες του πατέρα σου να βάλει μυαλό. Να έρθει στην Κολούμπια. Θα καταστραφεί εκείνος, θα καταστραφούμε κι εμείς». Έτσι κι έγινε.

Πάνος Γαβαλάς 1926-1988
Ο Πάνος Γαβαλάς και δίπλα του ο περιβόητος, “Σαλονικιός”.

Και ο Λαμπρόπουλος έχασε την εταιρεία, και ο Γαβαλάς καταστράφηκε οικονομικά. Εκείνη η χρονιά, πάντως, ήτανε η χρονιά του. Το βλέπαμε στο σπίτι. Υπήρχε ενθουσιασμός. Καθότανε και δούλευε, έγραφε. Τα τραγούδια αυτά, τα περισσότερα είναι δικά του. Έπαιρνε και μουσικούς που τους είχε στην ορχήστρα του και τους έβαζε και στη δισκογραφία με δικές τους συνθέσεις, όπως τον Βασίλη Βασιλειάδη, τον Θανάση Πολυκανδριώτη κ.ά.

Η Βεντέττα ξεκίνησε το ’66, εκεί έβγαλε γύρω στα 20 τραγούδια, και μετά από ένα εξάμηνο απεχώρησε. Από εκεί και πέρα μέχρι το 1971 η Βεντέττα λειτούργησε με την Πόλυ Πάνου. Εμείς το 1967 κάναμε τη Sonata».Ο Γιάννης Σταματίου, ή Σπόρος, είχε μια μικρή συνεργασία μαζί του στις αρχές του ’50 σε ένα μικρό κέντρο στην Καισαριανή, και το 1955 έπαιξε μπουζούκι στα τραγούδια Γονείς που θρέφετε παιδιά, Το ποτήρι είν’ ο γιατρός, Πέφτουν τα φύλλα απ’ τα κλαριά, Απόψε είσαι για φιλί, Το παλληκάρι που ’σβησε και Στο πικραμένο δειλινό. Ακόμη θυμάται το 1966, όταν είχε επιστρέψει από την Αμερική και εμφανιζόταν στο Παγκόσμιο με τη Μαρινέλλα, ότι ο Πάνος Γαβαλάς είχε πολύ μεγάλο σουξέ στην Τριάνα του Χειλά. Το καλοκαίρι του 1966 ο Βασίλης Χειλάς πήρε, τότε, και το Παγκόσμιο, τη σημερινή Φαντασία, και έφτιαξε ένα πρόγραμμα με τους Γ. Μουζάκη, Γ. Βογιατζή, Τ. Βαβάτσικο, Άντζ. Ζήλεια, Μεταξόπουλο και Φοντάνα στο χορευτικό και ήθελε τον Γαβαλά στη λαϊκή ώρα.

Ο Πάνος Γαβαλάς, όμως, δεν δέχθηκε και έτσι ο Χειλάς, φοβούμενος ότι μπορεί να τον χάσει και από το χειμερινό πρόγραμμα στην Τριάνα, άνοιξε δίπλα καινούργιο μαγαζί ειδικά για τον Γαβαλά!Το 1967 εμφανίστηκε στην Τριάνα μαζί με τη Ρία Κούρτη, την Πόπη Πόλλυ και την ορχήστρα τού Μηνά Πορτοκάλη. Το 1968 στην καλοκαιρινή Βεντέτα, του Στέλιου Μπαμπακιά στη Λεωφόρο Ποσειδώνος στις Τζιτζιφιές, με τον Μπάμπη Τσετίνη και τον Γιώργο Νταλάρα. Το 1969 στο Φαληρικόν, με τον Βαγγέλη Περπινιάδη και τον Βασίλη Τσιτσάνη. Το 1970 στον Γαλαξία, Λιοσίων 260, και αργότερα στο Χρυσό Βαρέλι. Το 1971στο Μαξίμ, μαζί με τον Αντώνη Ρεπάνη, και το 1972 στο Πρόσωπο Νο 2, μαζί με τον Χρήστάκη.

Η Sonata άνοιξε το 1967 και λειτούργησε μέχρι το 1972. Μια πενταετία γεμάτη δίσκους και επιτυχίες σ’ ένα εγχείρημα που, τελικά, δεν μπόρεσε να αντέξει στην πίεση των καταστάσεων (κασετοπειρατεία) και των μεγάλων εταιρειών που έδεναν τους συνθέτες με αποκλειστικά συμβόλαια με αποτέλεσμα να μην υπάρχει χώρος για ελεύθερες συνεργασίες.

Μπορεί ο Πάνος Γαβαλάς να μην είχε τη δυνατότητα να συνεργαστεί με τον Τσιτσάνη, τον Καλδάρα και όλους τους άλλους βασικούς συνθέτες της εποχής, κατάφερε όμως να επιβιώσει καλλιτεχνικά με τη δική του προσωπικότητα, ανακαλύπτοντας νέα ταλέντα, αλλά και γράφοντας ο ίδιος τραγούδια. Η Sonata μπορεί να ήταν μια μικρή ανεξάρτητη εταιρεία που δεν άντεξε στον ανταγωνισμό των μεγαθηρίων της εποχής, είχε όμως την εικόνα μιας εταιρείας νοικοκυρεμένης που λειτουργούσε από ανθρώπους οι οποίοι ήξεραν από μέσα και καλά την υπόθεση τραγούδι.

Στη Sonata έγραψε τα πρώτα του τραγούδια ο Θανάσης Πολυκανδριώτης που αποκαλούσε τον Γαβαλά πνευματικό του πατέρα. Ένα τραγούδι του, το Ζηλεύω-ζηλεύω, είχε στη μια όψη του το πρώτο δισκάκι της εταιρείας. Εκεί εμφανίστηκαν ξανά ονόματα χαμένα από την εποχή του ρεμπέτικου, όπως του Στέλιου Κερομύτη, του Μιχ. Γενίτσαρη, του Γ. Ροβερτάκη και του Γιάννη Κυριαζή. Τα μπουζούκια των ηχογραφήσεων ήταν όλα πρώτης γραμμής: Ζαφειρίου, Πολυκανδριώτης, Παλαιολόγου, Νικολόπουλος κ.ά.

Στη Sonata έκανε την πρώτη και τη δεύτερη καριέρα του ο Χρηστάκης, με τραγούδια που μέχρι σήμερα πουλάνε πολλές χιλιάδες αντίτυπα. Εκεί έδωσαν το «παρών» τραγουδιστές όπως ο Ανδρέας Ζακυνθινάκης, ο Κώστας Κόλλιας, ο Δημ. Ξανθάκης, ο Μάκης Χριστοδουλόπουλος και ο Κώστας Σκαφίδας. Εκεί έγραψαν ο Αντ. Ρεπάνης, ο Σπ. Ζαγοραίος, ο Γ. Κοινούσης, ο Δ. Γκούτης, το στιχουργικό δίδυμο του Καζαντζίδη Ατραΐδης-Βασιλόπουλος, και άλλοι.

Πάνος Γαβαλάς 1926-1988
Πάνος Γαβαλάς και Ρία Κούρτη.

Εκεί έγιναν αρκετά από τα νεότερα σουξέ του ίδιου του Γαβαλά. Γλυκέ μου τύραννε, Συγχαρητήρια, Μου σπάσανε τον μπαγλαμά, Έτσι είναι πάντα μ’ ένα αντίο, Πήρε φωτιά μια καρδιά, Καημό μες στην καρδούλα μου και άλλα τραγούδια που αναδείκνυαν τις διαφορετικές πτυχές και τεχνικές ενός σπουδαίου τραγουδιστή που μπορούσε να είναι το ίδιο πειστικός και απόλυτος στις ερμηνείες του, τόσο στο βαρύτερο ρεμπέτικο όσο και στο πιο ρομαντικό και μπελκάντο τραγούδι.

Η εταιρεία έκλεισε, τελικά, το 1972. Μετά το κλείσιμο της Sonata έφυγε για εμφανίσεις στην Αμερική. Για να βγάλει τα σπασμένα και να πληρώσει τις υποχρεώσεις της εταιρείας. Το 1974 εμφανίστηκε στο Όνειρο, στην εθνική Αθηνών-Λαμίας, μαζί με τη Ρία Κούρτη. Τα κέντρα άρχισαν να ανεβαίνουν, ξανά, όπως στα χρόνια του ’50, προς τα βόρεια.

Για δύο δεκαετίες η Εθνική έζησε την ακμή της. Ο Γαβαλάς με τη Ρία Κούρτη τραγούδησαν και στη νέα Πίνδο, του Αλεξανδριανού, στη λεωφόρο Τατοΐου, στο ύψος της Μεταμόρφωσης. Μέχρι και το 1980-’81 εμφανίστηκε κυρίως στο Όνειρο, στο Πανόραμα και στη Λατρεία, στην Αχαρνών.

Οι εποχές είχαν αλλάξει. Δεν υπήρχε ο ίδιος ενθουσιασμός. Ακόμη και το 1975 που επέστρεψε δισκογραφικά στη Minos, όπως θυμάται ο Γιάννης Γαβαλάς, δεν ήθελε να επιστρέψει: «Δεν ήθελε να επιστρέψει και στην ουσία δεν τον ήθελαν και εκείνοι, γιατί ήταν το μαύρο πρόβατο. Δεν τον ήθελαν κι αυτό αποδείχθηκε, γιατί όταν έκανε αυτό τον δίσκο με τη Δοκιμασία και ο δίσκος άρχισε να κάνει πωλήσεις τον σταμάτησαν από την κυκλοφορία. Πάλι συνεργασία του πατέρα μου με έναν άνθρωπο που δούλευε μαζί του, τον Κώστα Σταματάκη.

Υπάρχουν άνθρωποι που μου τον ζητάνε ακόμη αυτό τον δίσκο. Κι εκεί το κατάλαβε πια και έτσι αποχώρησε. Μετά τού κόπηκε το κουράγιο, δεν ξανάγραψε, αρρώστησε κιόλας, βέβαια». Την τελευταία περίοδο συνεργάστηκε αποκλειστικά με τον Χρήστο Νικολόπουλο και τον Βαγγέλη Ατραΐδη, με τους οποίους έκαναν μαζί τέσσερεις δίσκους, όλους στη Music Box, απ’ τους οποίους βγήκαν τραγούδια όπως το Σταυροδρόμι, το Σήκω κάτσε, το Τίποτα τίποτα, σε μουσική και στίχους του Γαβαλά, το Ένας σταθμός, και άλλα. Κάποιες από τις τελευταίες εμφανίσεις του έγιναν στη Νεράιδα, όπου τραγουδούσαν ο Φίλιππος Νικολάου, η Νέλλη Γκίνη και η Χριστίνα. Ήταν μια εποχή που γίνονταν μάχες για τη μαρκίζα, και ο Γαβαλάς ήταν αρκετά βαρύς για να ασχολείται με τόσο ελαφριά θέματα.

Είχε βαρεθεί. Άλλωστε, τραγουδούσε ασταμάτητα 35 χρόνια. Πόσο μπορεί να αντέξει σε αυτές τις συνθήκες ένας άνθρωπος; Και η υγεία του είχε επιβαρυνθεί και, βεβαίως, δεν υπήρχε ο ανάλογος ενθουσιασμός. Το 1982 τραγούδησε και στον Λυκαβηττό σε κάποιες συναυλίες που οργάνωνε τότε το περιοδικό Ντέφι. Το 1986, έπειτα από την προτροπή και την επιμέλεια του Γιώργου Κοντογιάννη, ηχογράφησε στη Λύρα τον τελευταίο του δίσκο με τίτλο Μια Ανάσα.

Την ίδια χρονιά εμφανίστηκε για τελευταία φορά μπροστά σε αρκετές χιλιάδες κόσμου στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας σε μια συναυλία-αφιέρωμα στο κοινωνικό λαϊκό τραγούδι που έγινε στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του 12ου Φεστιβάλ ΚΝΕ Οδηγητή. Ο Γιάννης Γαβαλάς θυμάται: «Έμεινε πιστός στις παραδόσεις, δεν ενεργοποιήθηκε ποτέ κομματικά, όπως δεν με επηρέασε ποτέ πολιτικά.

Έλεγε “είσαστε άνθρωποι, θα καταλάβετε μόνοι σας τι πρέπει να κάνετε”, αλλά μια συμπάθεια την είχε. Τελευταία, που ήταν άρρωστος, δεν τον άφηνα να πάει στο συγκεκριμένο φεστιβάλ. Του έλεγα «πώς θα πας;» Αφού ήτανε για εγχείρηση, για αφαίρεση λάρυγγα. “όχι”, μου έλεγε, “θα πάω”. Και πήγε. Πήγε γιατί ενδεχομένως θυμότανε τα νιάτα του».

Εκείνη την εποχή έφτιαξε και ένα μαγαζί, στο 23o χιλιόμετρο της εθνικής οδού Αθηνών-Λαμίας, εκεί που βρίσκονται σήμερα τα Goody’s, το οποίο δεν πρόλαβε να λειτουργήσει. Το έφτιαχνε για τα γεράματά του. Για να συναντιέται εκεί με τους φίλους του, να πίνουνε το κρασί τους και να λένε τα τραγούδια τους. Δεν πρόλαβε. Έφυγε από τη ζωή στις 3 Δεκεμβρίου 1988.

Πάνος Γαβαλάς – Στέλιος Καζαντζίδης

Τα χρόνια εκείνα, αλλά και αργότερα, υπήρχαν φήμες που ήθελαν τους δύο τραγουδιστές να μην έχουν καλές σχέσεις. Ποτέ, όμως, δεν υπήρξε αντιπαλότητα ή κόντρα μεταξύ τους. Υπήρχε αλληλοεκτίμηση. Πώς θα μπορούσε να είναι σε κόντρα ο Γαβαλάς με τον Καζαντζίδη όταν από τη μια ήταν γνωστή η αγάπη του τελευταίου για το ψάρεμα, και από την άλλη ο πρώτος ήτανε ψαράς.

Και για ψάρεμα είχαν πάει παρέα, και τα κρασιά τους είχανε πιει, και επισκέπτονταν ο ένας τον άλλον. Ακόμη και καλλιτεχνικά υπήρξαν στιγμές που ο ένας τραγούδησε τραγούδια του άλλου, στη δισκογραφία. Όταν στα μέσα της δεκαετίας του ’50 ο Γαβαλάς ξεκινούσε την τραγουδιστική του καριέρα στην Odeon ερμήνευσε σε δεύτερη εκτέλεση κάποια από τα τραγούδια που είχε πει ο Καζαντζίδης στην Columbia.

Πέφτουν τα φύλλα απ’ τα κλαριά, Κατάδικος για πάντα, Παλιοκόριτσο, με πήρες στον λαιμό σου, Φωνάξτε τη μανούλα μου, μαζί με την Άννα Χρυσάφη το Η πρώτη αγάπη σου είμαι εγώ, και το 1961 κάποια από τα έντεχνα λαϊκά του Χατζιδάκι και του Θεοδωράκη: Αθήνα, Ο κυρ-Αντώνης, Βράχο-βράχο. Και ο Καζαντζίδης, όμως, επανεκτέλεσε τραγούδια που είχε πει πρώτα ο Γαβαλάς: Θα βρω μουρμούρη μπαγλαμά (1959), Φύγε κι άσε με και Μείνε αγάπη μου κοντά μου (το 1962 στην Αυστραλία), Στην πόρτα σου, Ο δρόμος δίχως σύνορα (1964) και, τέλος, το Στο πικραμένο δειλινό (1994). Ακόμη, κάποιες φήμες θέλουν τον Καζαντζίδη με τη Μαρινέλλα να έχουν ηχογραφήσει τους Γλάρους.

Αν και μέχρι σήμερα δεν έχει βρεθεί κάποιο στοιχείο, δίσκος ή οτιδήποτε άλλο που να τεκμηριώνει κάτι τέτοιο.

Advertisement

Πέμπτη και 12

pempti kai 12
pempti kai 12

Το Πέμπτη και 12Πέμπτη & 12) είναι ελληνική κωμική ταινία του 2014, σε σκηνοθεσία και σενάριο Θανάση Τσαλταμπάση. Η ταινία αποτελεί και το σκηνοθετικό ντεμπούτο του ηθοποιού. Η διανομή έγινε από τη Village, και πρωταγωνιστούν οι Θανάσης Τσαλταμπάσης και Βλαδίμηρος Κυριακίδης.

Η ταινία έκανε πρεμιέρα στην Ελλάδα στην 01 Ιανουαρίου του 2014 και τα ακαθάριστα έσοδα από τα εισιτήρια της ταινίας ήταν $988,820.

Περίληψη: Η ταινία ξεκινά με ένα ζευγάρι να συνευρίσκεται, και κατά λάθος να σπάει το προφυλακτικό, με την ημερομηνία να δείχνει Πέμπτη και 12, κάπου μες στη δεκαετία του 1980. Κατόπιν, ο ήρωας της ταινίας ο Ευτυχής, που όλα του πήγαιναν στραβά απολύεται από τη δουλειά του. Ενώ δεν μπορούσε να βρει καμία γιατί ήταν άτυχος και λίγο γκαφατζής, η μητέρα του τον πείθει να πάει σε ειδικό για να του διώξει την κακή ενέργεια. Ο ειδικός που τον είδε είπε πως δεν είχε ξαναδεί κάτι τέτοιο, ενώ η υπάλληλος του γραφείου, τελικά, ήταν η κοπέλα του, την οποία τη χάνει κι αυτή, και μένει άνεργος και χωρίς κοπέλα.

Πέμπτη και 12
Σκηνή από την ταινία, “Πέμπτη και 12”.

Ένα βράδυ θα συναντήσει έναν ηθικό και καλοσυνάτο άστεγο, που θα του διηγηθεί την ιστορία του. Τότε ο άστεγος του δίνει μία συμβουλή: του λέει πρέπει να κάνεις κάτι μεγάλο για να στο ανταποδώσει κάπως η ζωή. Την άλλη μέρα, οργώνοντας την Αθήνα, για να βρει δουλειά, σώζει μία κυρία που θα την πατούσε ένα αμάξι. Το βλέπει αυτό ο γιος της και τον προσλαμβάνει στη δουλειά του, στην οποία θα μοίραζε φυλλάδια. Εκεί συναντά και μία κοπέλα που του άρεσε πολύ. Κατόπιν, όταν μαθαίνει από έναν συνάδελφό του ότι η σχέση τους προχωρά με την κοπέλα, εκείνος παραιτείται από αυτή τη δουλειά και συνεχίζει την άλλη που είχε πιάσει παράλληλα, σε ένα ρεστοράν.

Από την άλλη, ο διαπλεκόμενος μεγαλοεκδότης Χατζηνικολής ετοίμαζε πάρτι για τα γενέθλια της κόρης του, στο σπίτι του. Εκεί θα πάει ο Ευτύχης με τα μέλη του ρεστοράν όπου εργάζεται στον μπουφέ. Στο πάρτι βλέπει τη γυναίκα του Χατζηνικολή, η οποία ήταν συμμαθήτρια του και ερωτικό απωθημένο, την οποία την είχε δει και νωρίτερα στο έργο. Όταν αυτή πάει στον πάνω όροφο θα την ακολουθήσει για να της μιλήσει, όμως δεν μπόρεσε να της πει κάτι και, ψάχνοντας το μπάνιο, βρέθηκε στο παιδικό δωμάτιο, στο οποίο μετά από λίγο μπήκε ο Υπουργός, ο Χατζηνικολής και το παλικάρι του τελευταίου. Ο Ευτύχης κρύφτηκε αμέσως κάτω από το κρεβάτι. Άκουσε όμως τον Χατζηνικολή να απειλεί τον Υπουργό ότι αν δεν του δώσει το χρηματικό ποσό που ζητά θα δημοσιεύσει ένα ροζ βίντεο.

Ο Ευτύχης αποφάσισε να κλέψει το στικάκι που ήταν μέσα τα ροζ βίντεο, με τα οποία απειλούσε γνωστά πρόσωπα ο Χατζηνικολής. Όμως βλέποντας τα βίντεο έρχεται στο σπίτι του ο Χατζηνικολής με το παλικάρι του και τον απαγάγουν και τον πάνε σε ένα εγκαταλελειμμένο σπίτι, για να μάθουν ποιος τον έβαλε να κλέψει τα στικάκι (τα οποία είχαν τη μορφή στυλό). Τελικά, ένας φίλος του τους είχε ακολουθήσει και τον βοήθησε να αποδράσει. Τότε επιστρέφει ο Χατζηνικολής που είχε πάει για μία δουλειά της κόρης του αλλά και το παλικάρι του μέχρι το περίπτερο και πιάνουν ξανά τον Ευτύχη. Τότε έρχεται και η αστυνομία και τους συλλαμβάνει.

Η ταινία τελειώνει στο δικαστήριο με τον Ευτύχη να δικαιώνεται πλήρως και τον Χατζηνικολή να καταδικάζεται σε 25 χρόνια φυλάκιση. Παρόλα αυτά, στο τέλος, κάνει μία αναδρομή η ταινία στην ίδια της την ιστορία και φαίνεται ότι ο άστεγος άνδρας που γνώρισε στο Σύνταγμα ο Ευτυχής ήταν από την αρχή δίπλα του.λεκόμενο, η γυναίκα του οποίου είναι πρώην συμμαθήτρια του Ευτύχη. Το ζευγάρι θα κάνει ένα πάρτυ για την κόρη του, και εκεί οι μάσκες θα πέσουν για όλους…

Advertisement

Γάμος αλά ελληνικά 1964-1965

gamos ala ellinika
gamos ala ellinika

Η ταινία, “Γάμος αλά ελληνικά” προβλήθηκε τη σαιζόν 1964-1965 και έκοψε 301.254 εισιτήρια. Ήρθε στην 12η θέση σε 93 ταινίες.

Γάμος αλά ελληνικά 1964-1965
Η Ξένια Καλογεροπούλου και ο Γιώργος Κωνσταντίνου στη ταινία, “Γάμος αλά ελληνικά”.

Το Γάμος αλά ελληνικά είναι ελληνική, κωμική, κινηματογραφική ταινία, του 1964, σε παραγωγή Δαμασκηνός – Μιχαηλίδης, και σε σκηνοθεσία Βασίλη Γεωργιάδη.

-Βραβείο Α’ γυναικείου ρόλου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1964.

Περίληψη: Η Μίνα (Ξένια Καλογεροπούλου), είναι απόφοιτος της Σχολής Καλών Τεχνών και ονειρεύεται να γίνει μεγάλη ζωγράφος. Ο Πέτρος (Γιώργος Κωνσταντίνου) είναι υπάλληλος σε μια εταιρία. Θα γνωριστούν τις Αποκριές. Εκείνη ντυμένη καλόγρια κι εκείνος αρχαίος Ρωμαίος. Θα ερωτευθούν ο ένας τον άλλον αλλά θα χαθούν. Αργότερα θα ξαναβρεθούν, νομίζοντας πως γνωρίζονται για πρώτη φορά και παρά τις αντιρρήσεις των καταπιεστικών μανάδων τους θα παντρευτούν χωρίς να υποψιάζονται τι εκπλήξεις τους επιφυλάσσει ο έγγαμος βίος.

Μετά την απόφαση των μανάδων τους, καθώς και του αδερφού της Μίνας να εγκατασταθούν στο σπίτι του νιόπαντρου ζευγαριού ο γάμος τους περνάει κρίση. Όταν τελικά αποφασίζουν να βρουν ένα νέο σπίτι οι δυο τους νέα προβλήματα θα προκύψουν στο ζευγάρι που θα αποφασίσει τελικά να πάρει διαζύγιο.

Ένας χρόνος ακριβώς έχει περάσει από εκείνη την πρώτη τους συνάντηση και με την ελπίδα να βρουν και πάλι την αγάπη πηγαίνουν και οι δύο στο ίδιο βραδινό κέντρο με τις στολές που φορούσαν και τότε. Η συνάντηση τους είναι μοιραία.

Advertisement

Μία ματιά και εδώ..

Σάββας Αξιώτης

savvas aksiotis
Ο ηθοποιός Σάββας Αξιώτης γεννήθηκε στην Αθήνα (άλλη πηγή αναφέρει τη Νάξο) και σπούδασε θέατρο στην Αθήνα και τη Ρώμη. Στην ποίηση εμφανίστηκε το...

Οι επικίνδυνοι 1983-1984

Οι επικίνδυνοιindinoi
Η ταινία, "Οι επικίνδυνοι" προβλήθηκε τη σαιζόν 1983-1984 και έκοψε 84.556 εισιτήρια. Ήρθε στην 14η θέση σε 33 ταινίες.-Για να γυρίσει η Καίτη Φίνου...