Μια ταινία σταθμός στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου της οποίας ο χαρακτηρισμός της σαν αριστούργημα δεν αποτελεί υπερβολή είναι και η ταινία του Βασίλη Γεωργιάδη τα “Κόκκινα φανάρια“. Με φόντο μια ρημαγμένη Ελλάδα, παρουσιάζονται οι τραγικές ιστορίες των εκδιδόμενων γυναικών στους οίκους ανοχής της Τρούμπας.
Σε αυτήν την περιθωριακή και κακόφημη συνοικία του Πειραιά, στην οποία ανθούσε η παρανομία, υπήρχαν καμπαρέ, πόρνες, νταβατζήδες, σύμφωνα με το στόρι της ταινίας υπήρχε και το σπίτι της Μαντάμ Παρί. Τα εκδιδόμενα κορίτσια της ταινίας, παρά τη χυδαιότητα που τα περιβάλλει, δείχνουν άτομα με αξιοπρέπεια. Η θλιβερή πραγματικότητα μέσα στην οποία ζούνε, δεν τις έχει “καταστρέψει” ηθικά όσο και αν αυτό ακούγεται αστείο.
Όλα αυτά με έκαναν να σκεφτώ να γράψω για ένα τόσο σημαντικό κομμάτι του ελληνικού κινηματογράφου. Άλλωστε δεν είναι λίγες οι φορές που οι πλέον κακόφημες συνοικίες, όπως η Τρούμπα και η Συγγρού, έγιναν τόπος δράσης ταινιών μυθοπλασίας του εγχώριου σινεμά.
Όλα ξεκίνησαν το 1951 με την ταινία, “Η Αγνή του λιμανιού” της Φίνος Φιλμ. Η Ελένη Χατζηαργύρη παίζει μια πόρνη που εργάζεται στην Τρούμπα, η οποία και παρασύρει το νεαρό, Αλέκο Αλεξανδράκη, στη ζωή της νύχτας, τα καμπαρέ και τον τζόγο και τελικά στη φυλακή. Σε αυτήν την ταινία εφαρμόζεται για πρώτη φορά στην ιστορία του Ελληνικού κινηματογράφου η μέθοδος της διπλοτυπίας, δηλαδή ένας ηθοποιός να υποδύεται ταυτόχρονα δυο ρόλους, τους οποίους εκτέλεσε άψογα η ηθοποιός Ελένη Χατζηαργύρη.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1955 δηλαδή, η Σπεράντζα Βρανά στη σπονδυλωτή ταινία, “Η κάλπικη λίρα“, ερμηνεύει μοναδικά μια ιερόδουλη. Με ένα μοναδικό στυλ “γυναικείας μαγκιάς” ο τύπος της, την καθιερώνει στη συνείδηση του κινηματογραφόφιλου κοινού.
Στη δεκαετία του 60 όλες σχεδόν οι Ελληνίδες σταρ μεταμορφώθηκαν σε κορίτσια του αγοραίου έρωτα. Μετά την τεράστια επιτυχία των “Κόκκινων φαναριών” οι ταινίες με φόντο τη Τρούμπα, τη συνοικία της αμαρτίας δηλαδή, κατακλύζουν τον ελληνικό κινηματογράφο.
Η Μάρω Κοντού, στη ταινία, “Το κάθαρμα” (1963), είναι η Μαρκησία. Το κέντρο όπου δούλευε ήταν αληθινό καμπαρέ της Τρούμπας, και συγκεκριμένα το “45 Γιάννηδες”, στην οδό 2ας Μεραρχίας. Φυσικά ο χώρος αυτός δεν υπάρχει στις μέρες μας καθώς η οδός 2ας Μεραρχίας φιλοξενεί πλέον ναυτιλιακές εταιρείες, επιχειρήσεις και τράπεζες.
Το 1964 η Αλίκη Βουγιουκλάκη στη ταινία της “Το δόλωμα” είμαι μία αμαρτωλή σαντέζα της Τρούμπας που τραγουδά “Μου αρέσουν τα αγόρια”. Tο τραγούδι και το χορευτικό της Αλίκης, ήταν ιδέα της ίδιας, γιατί ήθελε να κάνει κάτι παρόμοιο με το “My heart belongs to Daddy” της Μέριλιν Μονρόε στην ταινία “Έλα να αγαπηθούμε“.
Το 1962 στη ταινία, “Νόμος 4000” η Κατερίνα Χέλμη, έπειτα από επιμονή του Φίνου, ο οποίος όταν την είδε στο θέατρο να υποδύεται μια από τις ιερόδουλες στα “Κόκκινα Φανάρια” του Αλέκου Γαλανού, σε σκηνοθεσία Αλέξη Δαμιανού, έπαιξε το ρόλο του ελεύθερου κοριτσιού. Ρόλο που επανέλαβε, πάντα με την ίδια επιτυχία, και στον “Ίλιγγο” αλλά και στην κινηματογραφική μεταφορά των “Κόκκινων φαναριών”. Η φράση της “Ντορή, μην φύγεις, θα φαρμακωθώ”, που έλεγε στον προαγωγό, έχει μείνει με χρυσά γράμματα στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου.
Η Τρούμπα ήταν ένα μικρό κράτος, ανεξάρτητο μέσα στη καρδιά του λιμανιού. Εκεί έβρισκε καταφύγιο ο υπόκοσμος ολόκληρης της Μεσογείου και βάλε. Παράξενα στέκια, πόρνες, προστάτες, χαρτοπαίχτες, παπατζήδες, μαχαιροβγάλτες σύχναζαν στα σοκάκια της. Στενοσόκακα γεμάτα από ξενοδοχεία, καμπαρέ, οίκους ανοχής όλα φωτισμένα καθόλη τη διάρκεια της νύχτας. Αυτό τον κόσμο απαθανάτησε ο κινηματογραφικός φακός στις ταινίες: “Το κορίτσι της Κυριακής”, “Ο Δρόμος με τα κόκκινα φώτα” και “Τρούμπα 67“.
Στη τελευταία, από τις τρεις που προανέφερα, ακούγεται το τραγούδι του Μάνου Λοΐζου “Η δουλειά κάνει τους άντρες”, σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου με την Ελένη Ροδά. Ένα χρόνο αργότερα θα κυκλοφορήσει και με το Δημήτρη Ευσταθίου στο δίσκο, “Σταθμός”(1968).
Στο ίδιο ύφος με τα “Κόκκινα φανάρια”, ο Φίνος θα γυρίσει το 1964 τη “Λόλα” με πρωταγωνίστρια και πάλι τη Τζένη Καρέζη. Με απίστευτο, σχεδόν μαγικό τρόπο, ο κινηματογραφικός φακός αναδεικνύει αχνά τον γκρίζο Πειραιά, τη Τρούμπα, το λιμάνι, τα καλντερίμια του. Στη “Λόλα” έχουμε τη προβολή αξιών και των αρχών της εποχής, που σήμερα, εκτός του ότι είναι εντελώς ξεχασμένες, ηχούν τόσο μα τόσο παράξενα στα αυτιά μας και φαντάζουν στα μάτια μας τόσο παραφύσιν.
Η Τρούμπα, η κακόφημη συνοικία του λιμανιού, προσέφερε ελπίδα και όνειρα σε πολλές φτωχές γυναίκες που ήταν όμως καλόκαρδες και αξιοπρεπείς. Ανάμεσα στον καπνό από τα τσιγάρα και τη διαφθορά των θαμώνων ενός κακόφημου καμπαρέ, η τιμή, η αγάπη και η ηθική διασώζονται από ανθρώπους που είναι αυθεντικοί και αληθινοί.
Αυτό είναι και το βασικό στόρι της ταινίας “Καλώς ήλθε το δολλάριο“, βασισμένη στο θεατρικό έργο “Ο 6ος Αμερικανικός στόλος” των Αλέκου Σακελλάριου και Χρήστου Γιαννακόπουλου. Το φιλμ διακωμωδεί τη κατάσταση που επικρατούσε στη μεταπολεμική Τρούμπα με ατάκες μοναδικές και με την Άννα Καλουτά να αφήνει εποχή με το γνωστό της μπρίο στο ρόλο της “τσατσάς” στη Τρούμπα.
Αρκετά χρόνια αργότερα, συγκεκριμένα το 1975, η ταινία “Οι βάσεις και η Βασούλα“, μας μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη τη βαριά ατμόσφαιρα της πλέον κακόφημης συνοικίας. Η ταινία γυρίστηκε σε μία κρίσιμη περίοδο της ιστορίας της χώρας μας όπου πολλά και σημαντικά γεγονότα έλαβαν χώρα. Η εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο, η σχεδόν ταυτόχρονη κατάρρευση της στρατιωτικής δικτατορίας τον Ιούλιο του 1974 και η ανάληψη της εξουσίας από πολιτική οικουμενική κυβέρνηση.
Η έξοδος της χώρας από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ (14/8/1974) και τα θέματα που προέκυψαν ως συνέπεια του τελευταίου (ελλιμενισμός 6ου Στόλου, Αμερικανικές βάσεις κλπ). Πρωταγωνιστούν η Νόρα Βαλσάμη και οι: Χρήστος Ζορμπάς, Δημήτρης Ιωακειμίδης, Νότης Περγιάλης, Ελένη Θεοφίλου, Βασίλης Κουρής, Γιώργος Γεωργίου και Μαρία Ζαφειράκη.
Για το τέλος άφησα δύο ταινίες μοναδικές στο συγκεκριμένο είδος. Πρώτη το “Ποτέ την Κυριακή” του Ζυλ Ντασέν. Στη συγκεκριμένη ταινία πρωταγωνιστεί η Μελίνα Μερκούρη, ως μία πόρνη στο λιμάνι του Πειραιά. Κοινωνική, ευαίσθητη και συναισθηματική, δεν ανήκει σε κάποιον μαστροπό, διαλέγει τους πελάτες της, δεν εργάζεται τις Κυριακές κι ούτε όταν έχει παραστάσεις το Ελληνικό Φεστιβάλ Θεάτρου.
Αποτελεί πρότυπο για τις εκδιδόμενες γυναίκες της περιοχής. Και δεύτερη ο “Ο αστερισμός της παρθένου” με τη Ζωή Λάσκαρη σε ρόλο ιερόδουλης της Συγγρού, που πρέπει εκείνη την εποχή να είχε ικανοποιήσει τους άρρενες θαυμαστές της, κυρίως λόγω των τολμηρών (για την εποχή πάντα) αποκαλύψεων στο κινηματογραφικό πανί.
Η ταινία παρουσιάζει τη πορνεία ως βιοποριστικό μέσο και αναγκαστική επιλογή. Ο Γιάννης Δαλιανίδης επιχειρεί με το φιλμ του να θίξει αρκετά κοινωνικά θέματα μαζί αλλά κυρίως την απόρριψη και την κοινωνική κατακραυγή των ιερόδουλων από το δήθεν ηθικό κοινωνικό περιβάλλον.
Κάπως έτσι ο ελληνικός κινηματογράφος ασχολήθηκε με τα ερωτικά κέντρα των Αθηνών και του Πειραιά, και με τον ευγενή κλάδο των εργαζομένων των οίκων ανοχής. Η λίστα με τις ιερόδουλες από τη χρυσή εποχή του παλιού ελληνικού κινηματογράφου είναι υπερβολικά μεγάλη για να την αναλύσουμε.
Αξίζει όμως να αναφέρουμε και τη Ζέτα Αποστόλου και την Άννα Φόνσου στο ερωτικό φιλμ “Πιο θερμή και από τον ήλιο” όπου δίνει τον καλύτερο εαυτό της ως η παντρεμένη που γίνεται πόρνη. Δεν θα ήταν σωστό να μην μιλήσουμε και για την -βραβευμένη με βραβείο Α’ γυναικείου ρόλου- την Έλλη Φωτίου στη ταινία, “Η επιστροφή”(1965). Εκεί που ο πιλότος Αλεξανδράκης γυρίζει στην Ελλάδα μετά την απελευθέρωση και βρίσκει τη γυναίκα που παραλίγο να παντρευτεί να έχει γίνει πόρνη. Ειδική αναφορά αξίζει και στη Μαρία Βασιλείου, ως “Ευδοκία”, το κορίτσι του στρατιώτη.
Για την ιστορία πρέπει να γίνει λόγος και για τους στίχους πολλών λαϊκών τραγουδιών που εξυμνούν ή αναπολούν τις αλλοτινές “δόξες” της Τρούμπας. Στην Τρούμπα λειτουργούσαν επίσης και τρεις κινηματογράφοι (Φως, Ηλύσια και Ολύμπικ), που προέβαλαν από το πρωί μέχρι αργά το βράδυ σε καθημερινή βάση ταινίες ακατάλληλου για ανηλίκους περιεχομένου. Στις 12 Σεπτεμβρίου του 1967, το χουντικό καθεστώς απαγόρευσε τη συνέχιση λειτουργίας όλων των κέντρων της περιοχής θέλοντας να δείξει την αφοσίωσή του στα “ελληνοχριστιανικά ιδεώδη”…
Του Ηλία Τάσκου