Η ταινία, “Ξύπνα Βασίλη” κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στις κινηματογραφικές αίθουσες την σεζόν 1969-1970. Κόβοντας 201.084 εισιτήρια, κατατάχθηκε στην 35η θέση ανάμεσα σε 108 ταινίες της ίδιας σεζόν.
-Μια ταινία με μεστή και εύστοχη κοινωνικοπολιτική σάτιρα, που πρωταγωνιστεί ο Γιώργος Κωνσταντίνου, σε μια από τις λίγες σχετικά εμφανίσεις του στον ελληνικό κινηματογράφο.
-Η Έλενα Ναθαναήλ επιστρέφει στην Φίνος Φιλμ μετά από πέντε χρόνια απουσίας.
-Την παράσταση στην ταινία κλέβει ο Γιώργος Μιχαλακόπουλος, ως ψευτοποιητής Φανφάρας.
-Η ταινία αποτελεί κινηματογραφική μεταφορά του ομώνυμου θεατρικού έργου του Δημήτρη Ψαθά, το οποίο είχε πρωτοπαίξει στο θέατρο ο Ντίνος Ηλιόπουλος.
-Η ταινία,“Ξύπνα Βασίλη” κυκλοφόρησε και με τη μορφή DVD στις 10 Οκτωβρίου 2006.
Περίληψη της ταινίας, “Ξύπνα Βασίλη”
Ο Βασίλης Βασιλάκης (Γιώργος Κωνσταντίνου) είναι ένας χαμηλόμισθος υπάλληλος ενός εκδοτικού οίκου. Εντούτοις, οι πεποιθήσεις του είναι ιδιαίτερα συντηρητικές και δείχνει υπερβολικό σεβασμό στην προϊσταμένη του, κα Φαρλάκου (Τασσώ Καββαδία). Για τον λόγο αυτό, έρχεται συχνά σε αντιπαράθεση με το συνάδελφό του Μάνο Αποστόλου (Αλέκος Αλεξανδράκης), ο οποίος έχει εκ διαμέτρου αντίθετες αντιλήψεις. Εξάλλου, ο Βασίλης προσπαθεί να λύσει το οικονομικό του πρόβλημα αγοράζοντας λαχεία, όμως δεν έχει τύχη.
Ο ποιητής Τιμολέων Φανφάρας (Γιώργος Μιχαλακόπουλος) συνεργάζεται με τον εκδοτικό οίκο και χαίρει της εκτίμησης της κας Φαρλάκου και του Βασίλη, όχι όμως και του Μάνου. Έτσι ο Μάνος, ο οποίος αρθρογραφεί σε μια φιλοαριστερή εφημερίδα, καταφέρεται εναντίον του ποιητή με περιφρονητικούς χαρακτηρισμούς. Αυτό έχει ως συνέπεια την απόλυσή του.
Η Ντίνα (Έλενα Ναθαναήλ), αδερφή του Βασίλη, μαζί με τη μητέρα τους (Ελένη Ζαφειρίου), καταφθάνουν από το χωριό στην Αθήνα μετά από ένα επεισόδιο που είχε η Ντίνα με τον κοινοτάρχη. Με αφορμή αυτό το περιστατικό, ο Βασίλης ανακαλύπτει προς φρίκη του ότι η αδελφή του έχει αριστερή δραστηριότητα. Εξοργίζεται, δε, ακόμα περισσότερο όταν μαθαίνει ότι η Ντίνα έχει συνάψει δεσμό με το Μάνο και σκοπεύει να τον παντρευτεί.
Τελικά, ο Μάνος όχι μόνο γίνεται γαμπρός του Βασίλη, αλλά καταφέρνει να κάμψει τις συντηρητικές του πεποιθήσεις και να τερματίσει τη μανία του με την αγορά λαχείων. Έτσι, ο Βασίλης αποφασίζει να ζητήσει επιτακτικά αύξηση από την προϊσταμένη του, η οποία όμως αρνείται και στη συνέχεια τον απολύει.
Στο μεταξύ, ο Μάνος αγοράζει ένα λαχείο από έναν επίμονο λαχειοπώλη τον οποίο έχει διώξει ο Βασίλης, και το λαχείο αυτό κερδίζει ένα μεγάλο ποσό.
Αυτή η ειρωνεία της τύχης επιδρά πολύ άσχημα στην ψυχολογία του Βασίλη, που καταλήγει στο φρενοκομείο, νομίζοντας ότι είναι κόκορας (έτσι λέγανε το πρακτορείο που αγόραζε τα λαχεία). Από την άλλη, ο απότομος πλουτισμός μεταβάλλει τις αντιλήψεις του Μάνου και της Ντίνας, που αποκτούν νοοτροπία και συμπεριφορά νεόπλουτων.
Ο Βασίλης μένει στο φρενοκομείο για κάποια χρόνια, με μοναδικό επισκέπτη τον Περικλή (Γιώργος Τσιτσόπουλος), έναν φίλο του, καθώς η αδερφή του και ο γαμπρός του πλέον ασχολούνται με επενδύσεις και απλά του στέλνουν χρήματα για τα έξοδά του. Στον κόσμο έχουν πει ότι μετανάστευσε στην Αργεντινή γιατί κληρονόμησε κάποιον πλούσιο θείο του, καθώς θέλουν να αποκρύψουν πού βρίσκεται στην πραγματικότητα.
Μετά την αποθεραπεία του, ο Βασίλης επισκέπτεται την αδερφή του και τον γαμπρό του, που έχουν αλλάξει εντελώς τρόπο ζωής.
Τους πετυχαίνει να διοργανώνουν μια δεξίωση, και μετά τις ανεπιτυχείς προσπάθειές τους να τον απομακρύνουν με προσχήματα από το χώρο της εκδήλωσης που θα συγκεντρωθούν οι καλεσμένοι, μαθαίνει πως η γιορτή γίνεται προς τιμήν του ποιητή Φανφάρα, επειδή μεσολάβησε για τη σύναψη της συνεργασίας, καθώς και ότι ο Μάνος έχει γίνει συνέταιρος πλέον με την κυρία Φαρλάκου. Το σοκ που παθαίνει είναι τόσο ισχυρό, που επαναφέρει μέσα του την ταυτοπροσωπία με τον κόκορα.