Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, η Ελλάδα συνεχίζει τις προσπάθειες να επουλώσει τις πληγές του πολέμου και όπως ήταν φυσικό, με την οικονομία σε εξαθλίωση ο ελληνικός κινηματογράφος δεν μπορούσε να συγκριθεί σε τεχνικά μέσα, με κινηματογραφικές βιομηχανίες άλλων χωρών.
Το αποτέλεσμα ήταν οι ελληνικές ταινίες που γυρίζονταν εκείνη την περίοδο να αντιμετωπίζουν σημαντικά τεχνικά προβλήματα, τα οποία ήταν ορατά ακόμα και από τους απλούς θεατές. Αυτό όμως δεν στάθηκε εμπόδιο για τους Έλληνες παραγωγούς να γυρίσουν κορυφαίες ταινίες, όπου το «ειδικό βάρος» των ονομάτων των ηθοποιών που πρωταγωνιστούσαν σε αυτές, άφηναν σε δεύτερο πλάνο τις ατέλειες.
Σε ένα τέτοιο δύσκολο περιβάλλον γυρίστηκε μια τριάδα σημαντικών ταινιών της εποχής, στις οποίες πρωταγωνιστούσε ο Βασίλης Λογοθετίδης. Οι ταινίες αυτές ήταν το «Ένα βότσαλο στη λίμνη», το «Σάντα Τσικίτα» και το «Δεσποινίς ετών 39», οι οποίες γυρίστηκαν στα στούντιο του Καϊρου, τα οποία ήταν ιδιαίτερα πολυτελή, με πλήθος ανέσεων για τους ηθοποιούς και τους τεχνικούς των κινηματογραφικών συνεργείων.
Η ταινία «Ένα βότσαλο στη λίμνη» γυρίστηκε το 1952, σε σενάριο Αλέκου Σακελλάριου–Χρήστου Γιαννακόπουλου και σκηνοθεσία του πρώτου. Πρωταγωνιστές της ήταν ο Βασίλης Λογοθετίδης, η Ίλυα Λιβυκού, ο Βαγγέλης Πρωτοπαππάς, η Μαίρη Λαλοπούλου, η Καίτη Λαμπροπούλου, η Ντίνα Σταθάτου και ο Στέφανος Στρατηγός. Ήταν διάρκειας 97 λεπτών και η υπόθεσή της αφορούσε σε έναν συντηρητικό οικογενειάρχη, ο οποίος παρασύρεται από τον συνέταιρό του και για ένα βράδι αποφασίζει να διασκεδάσει κρυφά από τη γυναίκα του, με παρέα όμορφων κοριτσιών.
Το γλέντι ήταν καλό, αλλά την επόμενη ημέρα και μέσα από σπαρταριστά επεισόδια, αποκαλύπτεται ότι ένα από αυτά τα κορίτσια (Ίλια Λιβυκού) ήταν…ξαδέλφη της γυναίκας του (Μαίρη Λαλοπούλου), την οποία ο ίδιος δεν γνώριζε.
Η ταινία έκοψε στην πρώτη προβολή της στην Αθήνα 151.058 εισιτήρια, ενώ αρκετά χρόνια αργότερα γυρίστηκε εκ νέου, με πρωταγωνιστές αυτή τη φορά τους Δημήτρη Κωνσταντάρα, Ανδρέα Μπάρκουλη, Κατερίνα Γιουλάκη και Τζένη Ρουσσέα.