Μιχάλης Κακογιάννης 1921-2011

kakogianis
kakogianis
Advertisement

Ο κορυφαίος σκηνοθέτης, Μιχάλης Κακογιάννης, αναγνωρισμένος και βραβευμένος διεθνώς, πρόσφερε με το πολύτιμο έργο του, για μισό και πλέον αιώνα, όσο ελάχιστοι Έλληνες καλλιτέχνες.

Advertisement

Γιος της Αγγελικής και του Παναγιώτη Κακογιάννη, γεννήθηκε στη Λεμεσό της Κύπρου, στις 11 Ιουνίου του 1921. Αδελφή του ήταν η Στέλλα Σουλιώτη.Σπούδασε Νομική, Δραματικές Τέχνες και σκηνοθεσία στο Λονδίνο. Σχεδόν ολόκληρο το διάστημα που βρισκόταν στο Λονδίνο, εργάστηκε στην ελληνική υπηρεσία του BBC, στην αρχή ως μεταφραστής και εκφωνητής, και αργότερα, σε ηλικία μόλις 22 χρόνων, ανέλαβε τη διεύθυνση της Κυπριακής Ώρας.

Λάτρης της Ελλάδας και της ιδιαίτερης πατρίδας του της Κύπρου, αλλά με σημαντική παιδεία και ξεχωριστή κουλτούρα, αφιέρωσε όλη του τη ζωή αποκλειστικά στην καλλιτεχνική δημιουργία και την πολιτιστική εξέλιξη, ξεπερνώντας από την αρχή τα ελληνικά σύνορα και κερδίζοντας την αθανασία.
Από νεαρός άρχισε να εργάζεται σαν μεταφραστής και στη συνέχεια εκφωνητής στο ελληνικό τμήμα του BBC.

Μιχάλης Κακογιάννης
Ο Μιχάλης Κακογιάννης.

Το 1943, ανέλαβε τη διεύθυνση της εκπομπής του BBC «Κυπριακή Ώρα» και εμψύχωνε τους Έλληνες της διασποράς στα δύσκολα χρόνια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Το 1947 ξεκίνησε την καριέρα του σαν ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου στο Λονδίνο, αλλά παρά τους αξιόλογους ρόλους του, εγκατέλειψε σύντομα την ηθοποιία και ξεκίνησε τη σκηνοθετική του δράση.

Το 1954, εγκατεστημένος πια στην Αθήνα, συνεργάστηκε με το θίασο της Κυβέλης και παράλληλα γύρισε την πρώτη του ταινία, «Κυριακάτικο Ξύπνημα», με τον Δημήτρη Χορν και την Έλλη Λαμπέτη, η οποία συμμετείχε στο Φεστιβάλ των Καννών και βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ Εδιμβούργου, ανοίγοντας του το δρόμο για διεθνή καριέρα.

Το 1955 σκηνοθέτησε τη θρυλική «Στέλλα», ταράζοντας το ελληνικό κινηματογραφικό κατεστημένο, και κέρδισε το βραβείο Χρυσής Σφαίρας καλύτερης ξένης ταινίας στο Χόλυγουντ. Επόμενη ταινία του ήταν «Το Κορίτσι με τα Μαύρα» (1956) η οποία βραβεύεται και πάλι στο Χόλυγουντ και στο κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Μόσχας.

Το 1958 συνεργάστηκε για πρώτη φορά με τη Φίνος Φιλμ, γυρίζοντας την ταινία «Το Tελευταίο Ψέμμα», που συμμετείχε σε πολλά φεστιβάλ και κατέκτησε το βραβείο Κριτικών Αγγλίας (1959). Το 1961, μετά από δύο ακόμα ταινίες του, γύρισε με τη Φίνος Φιλμ την «Ηλέκτρα» με την Ειρήνη Παπά, η οποία πέρα από τις 25 διεθνείς διακρίσεις της, ήταν και υποψήφια για Όσκαρ καλύτερης ξένης ταινίας (1962). Εκεί σταμάτησε και η συνεργασία του με τη Φίνος Φιλμ, αλλά την τεχνική επεξεργασία όλων των ταινιών του την έκανε πάντα στα εργαστήρια του Φίνου, του οποίου εκτιμούσε τις μοναδικές τεχνικές γνώσεις του.

Το 1964 γυρίζει τη διαχρονική ταινία «Ζορμπάς» – με 7 συμμετοχές για Όσκαρ, 5 για Χρυσή Σφαίρα, και βραβείο Διεθνούς Κριτικής – η οποία κατακτά όλο τον κόσμο και από τότε ο Κακογιάννης συμπεριλαμβάνεται στον κατάλογο των καλύτερων σκηνοθετών διεθνώς. Ακολουθούν με επιτυχία και άλλες ταινίες και θεατρικές σκηνοθεσίες του, με κορυφαία στιγμή της καριέρας του το δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ «Αττίλας 1974» για την εισβολή της Κύπρου, το οποίο κάνει το γύρο του κόσμου.

Ο Μιχάλης Κακογιάννης σκηνοθέτησε ταινίες και θιάσους σε Ελλάδα, Ευρώπη και Αμερική, συνεργαζόμενος με τους σημαντικότερους Έλληνες και ξένους ηθοποιούς, που συνοψίζονται σε 15 ταινίες – 13 από αυτές με δικά του σενάρια – 36 θεατρικά έργα εκ των οποίων πολλά αρχαία δράματα και 7 όπερες.

Μετέφρασε πολλά έργα του Ευριπίδη στα αγγλικά, του Σαίξπηρ στα ελληνικά, έγραψε πολλά σενάρια και στίχους γνωστών ελληνικών τραγουδιών και ένα αφήγημα (Δηλαδή, 1990).

Για τη συνολική προσφορά του στην 7η τέχνη, τιμήθηκε με διεθνή βραβεία, όσο κανένας άλλος σκηνοθέτης. Χρήστηκε επίτιμος διδάκτωρ σε πολλά Πανεπιστήμια του κόσμου, και για την προσφορά του στο ελληνικό έθνος βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών.

Το 2004, συνέστησε το κοινωφελές ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, για την υποστήριξη του θεάτρου και του κινηματογράφου, του οποίου το Πολιτιστικό τμήμα, λειτουργεί από το 2009 στην Αθήνα, αποτελώντας μια τεράστια πολιτιστική κληρονομιά.
Σε δική του πρωτοβουλία ανήκει και ο νυκτερινός φωτισμός των Μνημείων της Ακρόπολης.

Ο Μιχάλης Κακογιάννης ήταν μια μοναδική προσωπικότητα που θα παραμείνει εσαεί ζωντανή, ιδιαίτερα σε όλους τους Έλληνες.

Έχει τιμηθεί με τον Ταξιάρχη του Χρυσού Φοίνικα (Ελλάδα), τον Ταξιάρχη των Γραμμάτων και Τεχνών (Γαλλία), τον Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Μακαρίου του Γ’ (Κύπρος) και το Special Grand Prix of the Americas (Μόντρεαλ). Βραβεύθηκε από την Ακαδημία Αθηνών για την προσφορά του στο έθνος, από το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για το συνολικό έργο του και αναγορεύθηκε διδάκτωρ Τεχνών στο Columbia College των ΗΠΑ, επίτιμος διδάκτωρ στα Πανεπιστήμια Αθηνών, Κύπρου και Αριστοτέλειο Θεσσαλονίκης. Ανακηρύχτηκε Επίτιμος Δημότης στη Λεμεσό, στο Μονπελιέ (Γαλλία) και στο Ντάλας (Τέξας, Η.Π.Α.).

Για την προσωπική του ζωή ο ίδιος είχε αναφέρει: «Έζησα καλή ζωή, ασχέτως αν ποτέ δεν έκανα οικογένεια. Αγάπησα πλάσματα, που με μεγαλύτερη παραφορά αγάπησαν εμένα, έσπασα συχνά τις ερωτικές συμβάσεις, που η τρέχουσα ηθική επέβαλλε. Αγάπησα πολύ περισσότερο, ωστόσο, τη δουλειά μου».

Ο Μιχάλης Κακογιάννης έφυγε από τη ζωή  στις 25 Ιουλίου 2011, στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» της Αθήνας, σε ηλικία 90 ετών.

Προηγούμενο άρθροΤο άδοξο τέλος της Ρένας Παγκράτη
Επόμενο άρθροΗ Τζένη Καρέζη και το νυφικό στην ταινία Τζένη Τζένη