Η Μαίρη Αρώνη, με πραγματικό όνομα Μαρία Αρβανίτη, ήταν από τις πλέον εκλεκτές και δημοφιλείς ηθοποιούς του ελληνικού θεάτρου, με αστείρευτο ταμπεραμέντο, μοναδική τεχνική και βαθειά καλλιέργεια και παιδεία.
Μια ηθοποιός που έγραψε τη δική της πολύτιμη ιστορία και στον κινηματογράφο, παρά τις ελάχιστες εμφανίσεις της σε ταινίες.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το Δεκέμβριο του 1916 και πέθανε στις 16 Ιουλίου 1992, κόρη του χρηματιστή Λέανδρου Αρβανιτάκη, έδειξε από πολύ μικρή το υποκριτικό της ταλέντο. Σπούδασε στη δραματική σχολή του Εθνικού θεάτρου, και πριν ακόμα αποφοιτήσει, γνώρισε τον ηθοποιό-καρατερίστα, Θεόδωρο Αρώνη, τον ερωτεύτηκε αμέσως και πολύ σύντομα παντρεύτηκαν.
Αποφοίτησε από τη σχολή το 1933, και τον επόμενο χρόνο έκανε την πρώτη της εμφάνιση στο θέατρο με το θίασο του Πέλου Κατσέλη, στο έργο «Κοσμική Κίνηση» του Θ.Ν Συναδινού. Η Μαρίκα Κοτοπούλη εντυπωσιάστηκε τότε από το ταλέντο και το ταπεραμέντο της και την προσέλαβε στον θίασό της, στον οποίο και έκανε λαμπρή καριέρα, για 6 ολόκληρα χρόνια, ερμηνεύοντας απαιτητικούς και δύσκολους ρόλους.
Το 1941 ξεκίνησε η συνεργασία της με τον θίασο του Μουσούρη, και το 1944 ίδρυσε με τον σύζυγό της δικό τους θίασο, ο οποίος μετά την απελευθέρωση περιόδευσε στον ελληνισμό της Αιγύπτου, της Κύπρου και της Κωνσταντινούπολης.
Το 1947 έγινε πρωταγωνίστρια του Εθνικού Θεάτρου και απέδωσε μοναδικά δύσκολους ρόλους, σε έργα όπως: «Υπεράνθρωπον και Γυναίκες» του Σω, «Η Στρίγγλα που έγινε Αρνάκι» του Σαίξπηρ, κ.α.
Αργότερα, πέρα από τις εξαιρετικές εμφανίσεις της σε θεατρικές σκηνές της Ελλάδας, συμμετέχει σε φεστιβάλ στο Λονδίνο, στο Παρίσι, στην Ιαπωνία, στη Μέση Ανατολή, στην Ουγγαρία και στην Πολωνία.
Η επιστροφή της στο Εθνικό Θέατρο, το 1954, αποτελεί την κορύφωση της καριέρας της, μέσα από τις εξαιρετικές παραστάσεις έργων του Ο’ Νηλ, του Μαριβό, του Πιραντέλλο, του Σίλερ και άλλων.
Στον κινηματογράφο έκανε μόλις πέντε εμφανίσεις, με αμίμητες ερμηνείες σε ρόλους συζύγου, μητέρας, πεθεράς, που άφησαν εποχή και έγραψαν ιστορία. Στη Φίνος Φιλμ έπαιξε σε δύο ταινίες, «Η Γυναίκα μου Τρελλάθηκε» και «Μια Τρελλή, Τρελλή Οικογένεια», στην οποία το υποκριτικό της στυλ στο ρόλο της λίγο αφελούς και λίγο φευγάτης μπουρζουά κυρίας, αποτέλεσε σημείο αναφοράς για τον Ελληνικό κινηματογράφο, αλλά και προπομπό για πολλούς παρόμοιους ρόλους από γυναίκες ηθοποιούς στα επόμενα χρόνια.
Από το 1968, η Μαίρη Αρώνη δίδαξε την υποκριτική τέχνη στη Δραματική σχολή του Εθνικού θεάτρου.
Η Μαίρη Αρώνη υπήρξε επίσης επίτιμος δημότης της Ρόδου, τιμήθηκε με το Χρυσό Σταυρό Ευποιίας (1958) από το Βασιλέα Παύλο και το 1966 με το Μέγα Ταξιάρχη από το Βασιλέα Κωνσταντίνο Β’, καθώς και με άλλες διακρίσεις κυρίως από τη Μέση Ανατολή (Κυβερνήσεων και Πατριαρχείων). Η εκτίμηση που έτρεφε κυρίως το θεατρόφιλο κοινό στο πρόσωπό της για το πλούσιο “τάλαντον” και την ευσυνείδητη επίδοσή της υπήρξε μεγάλη.
Μιλούσε γαλλικά και αγγλικά και ήταν μόνιμη κάτοικος Καλαμακίου Παλαιού Φαλήρου (Αθήνα), αν και τελευταία παραθέριζε σε βόρειο παράλιο δήμο της Αττικής.
Πέθανε, στον ύπνο της, τα ξημερώματα της 16ης Ιουλίου 1992.
Μαίρη Αρώνη: Φιλμογραφία
Έτος | Τίτλος ταινίας |
---|---|
1954 | Το Σταυροδρόμι του πεπρωμένου |
1963 | Μικροί και μεγάλοι εν δράσει |
1965 | Μια τρελή τρελή οικογένεια |
1966 | Η γυναίκα μου τρελάθηκε |
1966 | Φουσκοθαλασσιές |
Έτος | Τίτλος παράστασης |
---|---|
1933 | Οιδίπους Τύραννος |
1937 | Ευτυχώς Επτωχεύσαμεν |
1942 | Ένα καινούριο αστέρι |
1942 | Αν έχεις τύχη |
1942 | Γκραντ Οτέλ |
1942 | Εκείνη τη νύχτα |
1942 | Παντού τα πάντα |
1943 | Έρωτα μαστροχαλαστή |
1947 | Άνθρωπος και Υπεράνθρωπος |
1956 | Ανθή |
1956 | Ο Έρωτας των Τεσσάρων Συνταγματαρχών |
1957 | Λυσιστράτη |
1959 | Μαντώ Μαυρογένους |
1960 | Η κυρία του κυρίου |
1960 | Μια τρελή τρελή σαραντάρα |
1967 | Το Μυστικό της Κοντέσσας Βαλέραινας |
1969 | Λυσιστράτη |
1976 | Δύσκολη ισορροπία |
1979 | Ένας Μήνας στην Εξοχή |
1980 | Λυσιστράτη |