12.8 C
Athens
Σάββατο, 14 Δεκεμβρίου, 2024

Ψυχώ αλλά Μεν και Δεν…

"Οι Μεν και Δεν" όχι μόνο αποτελούν...

Μίμης Πλέσσας: Τα άγνωστα περιστατικά της ζωής του

Ο Μίμης Πλέσσας, ο μουσικοσυνθέτης με τις...

Ορέστης Μακρής: Μία κατηγορά ηθοποιού από μόνος του

Και οι δυνατοί λυγίζουν…Όχι, δεν είναι τίτλος...

Κυρίες του Ελληνικού κινηματογράφου

Από τους συντελεστές μιας κινηματογραφικής παραγωγής, οι πλέον ριγμένοι από άποψη αναγνώρισης, μετά τους σεναριογράφους, είναι οι ηθοποιοί που παίζουν δεύτερους (τρίτους, τέταρτους, …) ρόλους, εκείνοι που βάζουν πλάτη για να λάμψουν τ’ αστέρια. Σπανίως τους ξέρουμε με τ’ όνομά τους, ακόμα κι όταν κλέβουν την παράσταση. Συνήθως το πρόσωπό τους μάς είναι οικείο, κάτι μας θυμίζουν, αλλά ως εκεί. Αδικία!

Ως ελάχιστη επανόρθωση, ας θυμηθούμε πέντε αξιαγάπητες κυρίες του παλιού ελληνικού κινηματογράφου. Το κριτήριο της επιλογής τους είναι αυθαίρετο, όπως και η σειρά παρουσίασής τους. Επίσης, δεν θα αναφερθώ εξαντλητικά στις καριέρες τους, όχι επειδή δεν το αξίζουν, αλλά επειδή ο σκοπός μου είναι άλλος: να εστιάσω σε μία τους εικόνα – στην εικόνα εκείνη που δεσπόζει στη μνήμη μου (και στη μνήμη πολλών άλλων, όπως έχω βάσιμα το δικαίωμα να υποθέτω). Κοντολογίς: έτσι θέλω να τις θυμάμαι.

Κυρίες του Ελληνικού κινηματογράφου
Η Άντζελα Ζήλεια.

1. Άντζελα Ζήλεια (γεν. 1935)

Αν και είναι γνωστή κυρίως ως τραγουδίστρια του ελαφρού τραγουδιού (π.χ., «Καλώς όρισες έρωτα»), έπαιξε σε 31 ταινίες από το 1959 έως το 1969, στις περισσότερες με συμπρωταγωνιστή τον Νίκο Ξανθόπουλου, ενώ σε μερικές εμφανίζεται μόνο να τραγουδάει στην σχεδόν απαραίτητη, για την εποχή, σκηνή στο κέντρο.

Η πρώτη της εμφάνιση ήταν το 1959 στον «Θησαυρό του μακαρίτη» (σενάριο: Τσιφόρος & Βασιλειάδης, σκηνοθεσία: Τσιφόρος). Ήταν η πρώτη και τελευταία της εμφάνιση σε κωμωδία – μετά την έφαγε το (κακό) δράμα. Επίσης, ποτέ δεν έγραψε ωραιότερα στην οθόνη. Υποδύεται την Ντόλυ Ρόζα, μια ντιζέζ με την οποία είναι ερωτευμένος ένας μηχανικός αυτοκινήτων, ο Ηρακλής (Στέφανος Ληναίος).

Σε δύο σκηνές τραγουδάει σε κέντρο («Πινακωτή» – βλ. φωτογραφία– & «Εσύ κι εγώ» – στίχοι: Γιαννακόπουλος, μουσική: Μουζάκης), αλλά, για μένα, η καλύτερή της σκηνή (δυστυχώς, δεν βρήκα σχετική φωτογραφία) είναι όταν την ξυπνάει ο θόρυβος που κάνει ο Νεόκοσμος (Βασίλης Αυλωνίτης) καθώς γκρεμίζει την κουζίνα της Θεώνης (Γεωργία Βασιλειάδου).

2. Αντιγόνη Κουκούλη (γεν. 1932)

Υπήρξε κυρίως ηθοποιός του θεάτρου. Στη δεκαετία του ’70 συμμετείχε σε 31 παραγωγές του Εθνικού θεάτρου, ενώ την επόμενη δεκαετία δούλεψε στο ΔΗΠΕΘΕ Σερρών. Κλασική περίπτωση καρατερίστας. Μεταξύ 1956 και 1983 έπαιξε σε 12 ταινίες. Οι ρόλοι της ήταν πάντα μικροί, αλλά συνήθως κατάφερνε να ξεχωρίσει. Η κορυφαία της κινηματογραφική παρουσία ήταν στον ρόλο της Ρούλας, της μοντέρνας νεαρής, η οποία, “κατά τον ρουν των γεγονότων”, χορεύει στενό σεντιμεντάλ στα πεύκα με τον Μιχαλάκη (Κώστας Βουτσάς), στην ταινία του 1962 «Ο Θόδωρος και το Δίκανο» (σενάριο: Τσιφόρος, σκηνοθεσία: Δημόπουλος).

Η πρώτη της εμφάνιση ήταν το 1956 στον «Ζηλιαρόγατο» (σενάριο & σκηνοθεσία: Τζαβέλλας), στον ρόλο της Κατίνας, της υπηρέτριας του Πότη και της Λέλας Αντωνοπούλου (Βασίλης Λογοθετίδης & Ίλυα Λιβυκού). Λίγες οι σκηνές της, ακόμα λιγότερες οι ατάκες της. Και όμως, η νεανική της φρεσκάδα αιχμαλωτίζει το βλέμμα. Η εσωτερική λάμψη της νεότητας: βασικό συστατικό των εξιδανικευμένων αναμνήσεων.

3. Κυβέλη Θεοχάρη (γεν. 1924)

Κόρη της Μιράντας Μυράτ και του Σπύρου Θεοχάρη, και εγγονή της Κυβέλης και του Μήτσου Μυράτ. Έπαιξε σε μόλις 7 ταινίες μεταξύ 1955 και 1962, οπότε και τα παράτησε για να δουλέψει αρχικά ως ξεναγός και μετά ως συντονίστρια σε κρουαζιέρες. Επί πρωθυπουργίας Αντρέα Παπαντρέου ανέλαβε τις δημόσιες σχέσεις του ιδιαίτερου γραφείου του, και ως το 1999 ήταν υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων του Κώστα Σημίτη.

Στον «Ζηλιαρόγατο» (1956) έχει μόνο μία σκηνή, στον ρόλο της Κικής Μανωλοπούλου (η κουμπάρα, η γυναίκα του “απατημένου” Μάρκου), όπου όμως δεσπόζει λόγω του εντυπωσιακού της ταγιέρ και –κυρίως– εκείνης της ανεξήγητης ιδιότητας που έχουν μερικοί άνθρωποι να ζουν, εκόντες-άκοντες, στο φως του προβολέα.

Ο πλέον χαρακτηριστικός και αναγνωρίσιμος ρόλος της είναι ως Αλέκα Κωνσταντινίδου (η ψεύτρα χαρτοπαίκτρα που δήθεν της έκλεψαν τη “ζαρτιέρα” με τα κοσμήματα) στον «Ηλία του 16ου» (σενάριο: Γιαννακόπουλος & Σακελλάριος, σκηνοθεσία: Σακελλάριος). Φυσική κομψότητα. Γήινη ομορφιά. Απίστευτα έντονη παρουσία. Στο Χόλυγουντ θα είχε κάνει άνετα καριέρα ως καρατερίστα σε ρόλους (όμορφης) κακιάς.

4. Μαργαρίτα Λαμπρινού (γεν. 1926)

Έπαιξε σε 9 μόλις ταινίες, από το 1954 («Χαρούμενο ξεκίνημα», Δεσποινίς Δήμητρα) έως το 1984, σε δύο παραγωγές του νέου ελληνικού κινηματογράφου («Λούφα και παραλλαγή» & «Ξαφνικός έρωτας». Έπαιξε περισσότερο στο θέατρο και σε τηλεοπτικές θεατρικές παραγωγές. Ήταν παντρεμένη με τον ηθοποιό Σταύρο Ξενίδη.

Η εικόνα της που θέλω να διασώσω είναι από τη δεύτερή της ταινία, το «Ούτε γάτα ούτε ζημιά» του 1955 (σενάριο: Γιαννακόπουλος & Σακελλάριος, σκηνοθεσία: Σακελλάριος). Παίζει τη Φρόσω Μολφέτα, τη γυναίκα του Σταθμάρχη της Θυμαριάς (Μίμης Φωτόπουλος). Δεν είναι μοιραία, ούτε κλασική καλλονή. Μάλλον σε μητρική φιγούρα φέρνει. Αλλά η φυσιογνωμία της εκπέμπει μια ζεστασιά που την κάνει ακαταμάχητη. Πανέμορφη με τον τρόπο που μόνο η γυναίκα της διπλανής πόρτας μπορεί να είναι.

5. Πόπη Λάζου (γεν. 1937)

Έπαιξε σε 25 ταινίες από το 1959 έως το 1977. Τη δεκαετία του ’60 δούλεψε με διάφορα σχήματα στο θέατρο, πριν περάσει για λίγο από το Εθνικό, ενώ έκανε και μερικά τηλεοπτικά θεατρικά. Έχοντας παίξει σαφώς μεγαλύτερους ρόλους από τις υπόλοιπες πέντε περί ων ο λόγος κυρίες, είναι σίγουρα η πιο αναγνωρίσιμη  ανάμεσά τους. Ξανθιά και χυμώδης, ενσάρκωνε τον πειρασμό για το άρρεν κινηματογραφόφιλο κοινό της εποχής.

Οι ρόλοι που της προσφέρονταν την ήθελαν συνήθως ξεμυαλίστρα ή/και αντροχωρίστρα. Ανταποκρινόταν κατάλληλα, αλλά πάντα με μιαν αξιοπρέπεια που δεν σου επέτρεπε να την κακοχαρακτηρίσεις. Στενές φούστες και ψηλοτάκουνες γόβες (βλ. «Οι γαμπροί της Ευτυχίας») – τα εργαλεία της στην πρόκληση “αθώων” ταχυπαλμιών. Ήταν ένας γλυκός «γερμάς», όπως έλεγε ο Νίκος Σταυρίδης στο «Τρίτη και 13».

Ίσως ο πλέον χαρακτηριστικός από τους ρόλους της να είναι η Ηρώ στο «Ο Κλέαρχος, η Μαρίνα κι ο κοντός» του 1961 (σενάριο: Τσιφόρος & Βασιλειάδης, σκηνοθεσία: Τσιφόρος). Είναι η ζουμερή ξανθιά που ξελογιάζει τον Κλέαρχο (Βασίλης Αυλωνίτης) ο οποίος την ακολουθεί στα εξωτικά Καμένα Βούρλα για ολιγοήμερες διακοπές. Εδώ ακούγεται να λέει την ατάκα που εκφράζει τον πυρήνα τού χαρακτήρα που κατά κανόνα υποδυόταν: «Είμαι λίγο ζωηρή, αλλά δεν είμαι αυτό που νομίζετε». Δηλαδή, “υπάρχουν όρια∙ τα δικά μου”. Αξιολάτρευτη.

—του Γιώργου Θεοχάρη—

dimartblog.com

Σωτήρης Μουστάκας: Αφιέρωμα σε ένα μεγάλο ηθοποιό

Ο Σωτήρης Μουστάκας ήταν από τους πρώτους ηθοποιούς της κλασικής επιθεώρησης, καλός κωμικός κι...

Όσα δεν γνωρίζαμε για την Ειρήνη Κουμαριανού

Η Ειρήνη Κουμαριανού γεννήθηκε στο Γαλάτσι το 1931 και υπήρξε αρχικά μαθήτρια του Ελληνικού...

Θέμης Μάνεσης: Ο μάγκας, Μένιος Τσαπάρας

Πρόκειται για έναν ηθοποιό ο οποίος κατέκτησε το ελληνικό κοινό και έκανε μεγάλη επιτυχία...

Όλγα Καρλάτου: Από ηθοποιός δικηγόρος στις Βερμούδες

Η Όλγα Καρλάτου υπήρξε μία από τις ομορφότερες διεθνείς Ελληνίδες ηθοποιούς, μία από τις...