Η ταινία, “Happy day” προβλήθηκε το 1977 και έκοψε 61.503 εισιτήρια. Ήρθε στην πρώτη θέση ανάμεσα σε 17 ταινίες.
-Η ταινία βασίζεται στο βιβλίο του Αντρέα Φραγκιά με τίτλο “Ο Λοιμός”.
-Η ταινία, “Happy day” χρησιμοποιεί, ως υπόστρωμα, γεγονότα και κώδικες που σχετίζονται με τη λειτουργία του κολαστηρίου της Μακρονήσου, τα πρώτα μετεμφυλιακά χρόνια, ως πρώτη ύλη για τη δημιουργία ενός έργου με οικουμενική διάταση, πέρα από συγκεκριμένο τόπο και χρόνο.
-Για το λόγο αυτόν ο δημιουργός της ταινίας, “Happy day” ακολουθώντας και την τακτική του Αντρέα Φραγκιά στο «Λοιμό», επιλέγει να μην κατονομάσει το συγκεκριμένο νησί ούτε και την ακριβή ιστορική περίοδο στην οποία αναφέρεται η δράση.
-Είναι, ωστόσο, εμφανές το φιλμ συμπυκνώνει τα βιώματα των ανθρώπων που πέρασαν από τη Μακρόνησο και από άλλους τόπους εξορίας, οι οποίοι λειτούργησαν μετά το εμφύλιο και την περίοδο της χούντας. Κατά τη δεύτερη περίοδο, μάλιστα, γνώρισε την εξορία και ο ίδιος ο σκηνοθέτης της ταινίας, “Happy day”.
-Γυρισμένη στην ίδια τη Μακρόνησο δυο μόλις χρόνια μετά την πτώση της χούντας, η ταινία διασώζει την εικόνα του χώρου και αποτελεί, με τον τρόπο της, μοναδικό τεκμήριο ηθών μιας μαύρης εποχής.
Κριτική Παρουσίαση της ταινίας, “Happy day”
Το “Happy day” είναι μια μεγάλη ταινία, υποκειμενική και αντικειμενική, εθνική και πανανθρώπινη, συγκεκριμένη και μεταφορική, εντατικό βίωμα μαζί και υψηλή αφαίρεση.
Να ένα αληθινό κινηματογραφικό ποίημα για την δόλια Ελλάδα και τον τυραννισμένο λαό της. Γιατί αυτό το νησί – στρατόπεδο συγκεντρώσεως είναι, όπως λέμε, μετωνυμική σκηνή της ελληνικής πραγματικότητας, όπου συμπυκνώνονται συμβολικά τα πάθη του λαού και η συστηματική αλλοτρίωσή του από την κρατούσα τάξη.
Φυσικά, αμέσως αναγνωρίζουμε το Μακρονήσι, όχι μόνο γιατί είναι ο αληθινός αυτός τόπος μαρτυρίου, αλλά γιατί ακριβώς προσφέρεται από τον Βούλγαρη ως ο νέος «Παρθενώνας» που ήταν. Δηλαδή η εξουθένωση του ανθρώπου με την υποβολή του σε μια ιεροτελεστική καταπιεστική διαδικασία εξαγνισμού από το «ερυθρό μίασμα» ώστε να γίνει ένα πειθήνιο ανδρείκελο στα χέρια της εξουσίας.
Διαβάστε επίσης: Πώς είναι σήμερα το σπίτι της ταινίας Μια κυρία στα μπουζούκια
Είναι, λοιπόν, το Μακρονήσι, αλλά σε δεύτερο βαθμό, με το φιλτράρισμα του χρόνου και του «Λοιμού» του Ανδρέα Φραγκιά, παλιού κρατούμενου, που μετουσίωσε σε χώρο παραλόγου τις αφόρητες μνήμες του. Είναι, όμως, σε τρίτο βαθμό, κάθε στρατόπεδο συγκεντρώσεως στην Ελλάδα, κάθε στρατόπεδο στρατιωτικής εκπαιδεύσεως και πιο πέρα κάθε καταπιεστική αστικο – θρησκευτικο – πατριωτική γιορτή ή τελετουργία, με την καπηλεία και τελικά την αλλοτρίωση όλων των αυθόρμητων εκδηλώσεων του λαού σε υποχρεωτικούς, παραμορφωτικούς κώδικες συμπεριφοράς.
Η θάλασσα, μοίρα και μήτρα της ελληνικής φυλής, τους περιβάλλει και μαζί τους φυλακίζει, τους αναζωογονεί και τους θάβει τελικά στην αγκαλιά της. Ο δημιουργός της ταινίας, “Happy day” δεν χρειάζεται εδώ χαρακτήρες, κύρια πρόσωπα. Το δράμα είναι συλλογικό. Όμως ούτε και η μάζα γίνεται φορέας θετικής δράσης, όπως στις λαϊκίζουσες ταινίες. Κι ο ήρωας είναι ουσιαστικά απών, ένα σιωπηρό «Όχι» και μια απουσία. Μια παθητική αντίσταση, γρανιτένιος, σιωπηλός κυματοθραύστης, όπως ο λαός που υποφέρει αιώνες, κι όμως είναι πάντα ελεύθερος.
Η “ανάνηψη” των “εθνοπροδοτικών μιασμάτων” στη Μακρόνησο, γυρισμένο από τον σκηνοθέτη λίγο μετά τη δική του επιστροφή από τη Γυάρο.
Ο σπόρος της λευτεριάς μεταδίδεται στο τέλος σαν μετάληψη με το φιλί στο στόμα του μάρτυρα. Κι ακούγοντας το τραγούδι «Φτωχοί και ταπεινοί κι από μάνα σκλάβα γεννημένοι», «θρίαμβο» αλλά και βαθύτερη ανατροπή της φρικτής γιορτής στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως, αμέσως μετά τον άρρητο θαλασσινό επιτάφιο του νεκρού παλικαριού, η συγκίνηση σου σφίγγει την καρδιά και σου γεμίζει τα μάτια δάκρυα.
Για να εκφράσει όλα αυτά η μορφή της ταινίας, “Happy day” έχει φτάσει σε μια εκπληκτική σε ωριμότητα και ακρίβεια κινηματογραφική γραφή. Η αφήγηση έχει αντικατασταθεί με μια εξέλιξη, που δημιουργείται από την προοδευτική συμπύκνωση πνευματικών καταστάσεων, συναισθημάτων, συνειδησιακών συνειρμών, άγχους.
Η τέχνη ξαναγυρίζει στην ποίηση και στην ποιητική αλήθεια. Την αλήθεια αυτή, που απαρνιέται τον χαρακτήρα βεβαιότητας και καθησυχασμένης ηρεμίας, που έχει ο αφηγηματικός κινηματογράφος. Ο χώρος είναι αυθεντικός, αλλά ενιαίος σαν θεατρική σκηνή και διασχίζεται σ’ όλο το πλάτος και το βάθος του σε μια όλο και πιο ρυθμική τελετουργία.
Αλλά η τελική σφυρηλάτηση γίνεται με τη μουσική. Ο Βούλγαρης πάντα κατόρθωνε να υποβάλλει μέσα από την εικόνα την βαθύτερη μουσική των τόπων, των όντων, των χρόνων. Εδώ χρησιμοποιεί την τεράστια εμπειρία του από τη δουλειά του με τη μουσική στον «Μεγάλο Ερωτικό».
Διαβάστε επίσης: Η απόφαση να γυριστεί σε ταινία το Χτυποκάρδια στο θρανίο
Ελεύθερος τώρα από δεσμεύσεις, χορογραφεί τις κινήσεις των προσώπων, τους ρυθμούς των εικόνων και το μοντάζ του, σε συνάρτηση με την σιωπή, τους ήχους και τη μουσική. Μουσική δεσμευμένη και κοινωνικά στιγματισμένη, αφού ορίζεται από την εξουσία (τον παπά) αλλά τελικά απροσδιόριστη και επικίνδυνη (φινάλε). Και ποιος άλλος από τον ιδιοφυή Διονύση Σαββόπουλο θα μπορούσε να του προσφέρει την απαραίτητη «μικτή» δευτεροβάθμια μουσική για την εκπληκτική αυτή σύνθεση;
Ο λόγος πάνω στην Ιστορία της ταινίας, “Happy day” ενδιαφέρει φαινομενικά λιγότερο τον Βούλγαρη από την προβολή του σ’ ένα χώρο ηθικό-αισθητικό, όπου η γνώση για το πολιτικο-κοινωνικά ορθό ισορροπείται από τη βαθιά αίσθησή του των ανθρώπων και των πραγμάτων. Αλλά μ’ αυτόν τον έμμεσο ποιητικό τρόπο επιτυγχάνει, τελικά, τη μετάβαση στην αληθινή ιστορική διάσταση και στον ιστορικό χρόνο, μέσα από την συνείδηση του υπόβαθρου του μαρτυρίου μιας φυλής.
Περίληψη της ταινίας, “Happy day”
Ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης σε ένα ξερονήσι αποτελεί το κολαστήριο των εξόριστων κρατουμένων. Ανακρίσεις, βία ψυχολογική αλλά και φυσική, καψώνια και βασανιστήρια, συνθέτουν την καθημερινότητα των ανθρώπων που ζουν εκεί. Ένας κρατούμενος, που αρνείται να υποκύψει, υποβάλλεται σε βασανιστήρια και προσπαθώντας να αποδράσει πέφτει στη θάλασσα. Όταν η βασίλισσα επισκέπτεται το νησί, οι δεσμοφύλακες ανακαλύπτουν τον δραπέτη και τον δολοφονούν χωρίς δισταγμό, αφού τον θεωρούσαν ήδη νεκρό.