Ο κρυφός έρωτας του Μιχάλη Κακογιάννη για την Έλλη Λαμπέτη

lampeth thumb medium
lampeth thumb medium
Advertisement

Ήταν ένας μεγάλος έρωτας ο οποίος δεν δημοσιοποιήθηκε παρά μόνο όταν έφυγε το αντικείμενό του από τη ζωή. Πράγματι ο Μιχάλης Κακογιάννης δεν είχε μιλήσει ποτέ για τα αισθήματα που έτρεφε για την Ελλη Λαμπέτη. Το έκανε χρόνια μετά το θάνατό της, στη βιογραφία του (Σε πρώτο πλάνο», εκδόσεις Ψυχογιός).

Advertisement

Η Ελλη Λαμπέτη ήταν ο μεγάλος και κρυφός έρωτας του Μιχάλη Κακογιάννη. Τον αποκάλυψε, όμως, χρόνια μετά το θάνατο της κορυφαίας ενζενί του θεάτρου μας. Οπως έλεγε: «Ηταν η Μαργαρίτα μου. Υπήρξε περίοδος στη ζωή μου που μόλις ξυπνούσα το πρωί αναρωτιόμουν τι ώρα θα έβλεπα την Ελλη». Η ειρωνεία είναι ότι από τον ερωτευμένο σκηνοθέτη γνώρισε η Λαμπέτη τους δύο σημαντικότερους άντρες της ζωής της: τον Χορν και τον Γουέικμαν.

Ο σκηνοθέτης γνωρίστηκε με τη Λαμπέτη το 1953, με αφορμή το «Κυριακάτικο ξύπνημα». Τότε εκείνη διέλυσε το γάμο της με τον Μάριο Πλωρίτη, ούσα ερωτευμένη με τον Δημήτρη Χορν. Η σχέση ανάμεσά τους δημιουργήθηκε στην Αίγυπτο, όπου έγιναν τα γυρίσματα της ταινίας.

Ο κρυφός έρωτας του Μιχάλη Κακογιάννη για την Έλλη Λαμπέτη
Μιχάλης Κακογιάννης και Έλλη Λαμπέτη.

Ελεγε σχετικά ο Κακογιάννης πως και οι δυο έρχονταν ταλαιπωρημένοι στο πλατό και άυπνοι. Μέχρι που μια μέρα του εξομολογήθηκαν τον έρωτά τους και του ζήτησαν να… κοιμάται στο ίδιο δωμάτιο του ξενοδοχείου «Μένα Χάους» με τον Χορν, προκειμένου να τον αποτρέπει από τις νυκτερινές του παρασπονδίες. Οντως έτσι έγινε, αλλά όπως υπογράμμιζε γελώντας ο σκηνοθέτης, το «πρώτο βράδυ ξύπνησα και τους άκουσα να κάνουν έρωτα στο δωμάτιο της Ελλης που ήταν δίπλα».

Η σχέση των τριών συνεχίστηκε τόσο στο θέατρο όσο και στον κινηματογράφο με το «Κορίτσι με τα μαύρα». Η τελευταία συνεργασία του σκηνοθέτη με την πρωταγωνίστρια σημειώθηκε με τη «Δεσποινίδα Μαργαρίτα», το 1975. Είχε προηγηθεί μια περίοδος «παγωνιάς» ανάμεσά τους. Χρειάστηκε να περάσουν έκτοτε 34 χρόνια για να μιλήσει ο Κακογιάννης, σε βαθύ γήρας πια, για την Ελλη.

Ελεγε συγκεκριμένα: «Τώρα πια όταν τη σκέπτομαι, έχω την εικόνα ενός απαλού πλάσματος. Τη βλέπω να μιλάει σε ορισμένες στάσεις κι εγώ να κοιτάζω τον εκπληκτικό λαιμό της. Και να ρουφάω το φυσικό άρωμά της.

-Ανάμεσα σε χιλιάδες, αυτές τις εικόνες έχω κλέψει και κρατάω μέσα μου.

-Απ’ όλους όσοι έχουν φύγει από τη ζωή μου, είναι αυτή που μου έχει λείψει περισσότερο. Ισως θα ήθελα να μου έλειπαν οι γονείς μου ή ο αδελφός μου, αλλά ούτως ή άλλως είμαστε χώρια πολλά χρόνια.

-Ακόμα δεν μπορώ να καταλάβω πώς δεν παρέβλεψα την ύπαρξη του Χορν και τη σχέση τους. Στο Λονδίνο είχε μείνει δυο φορές στο διαμέρισμά μου.

-Εκείνη κοιμόταν στην κρεβατοκάμαρα κι εγώ στο γραφείο, που είχε ένα μεγάλο ντιβάνι. Και η αίσθηση ότι ήταν τόσο κοντά μου και κοιμόταν με τρέλαινε.

-Ενα βράδυ είπα, δεν γίνεται να είμαι εγώ εδώ και η Ελλη μέσα και να μην μπορούμε να ολοκληρώσουμε τη σχέση μας.

-Ζούσε όμως ακόμα με τον Χορν, που επιστρέφοντας στην Αθήνα θα μας περίμενε στο αεροδρόμιο. Δεν μπορώ να είμαι διπρόσωπος απέναντι στους φίλους μου. Αυτό ήταν που με κράτησε.

-Αλλά θυμάμαι πως για μια στιγμή άνοιξα την πόρτα, η Ελλη κοιμόταν σαν αγγελούδι, εγώ προχώρησα μέχρις ενός σημείου και μετά στράφηκα και βγήκα.

-Το πάθος μου για τη Έλλη Λαμπέτη όμως δεν εξηγείται μόνο σεξουαλικά. Μαγευόμουν από πολλά στοιχεία του ταλέντου της. Ο τρόπος ας πούμε που μπορούσε ξαφνικά να αποδώσει μια σκηνή με άφηνε κατάπληκτο. Προσπαθούσα να βρω τις ρίζες από τις οποίες ξεπηδούσε όλη αυτή η μαγεία.

-Ο καλλιτέχνης μπορεί να ξεκινήσει θαυμάζοντας και να ερωτευτεί εν τέλει το υψηλό ταλέντο που στέκει απέναντί του. Ομως δεν ήταν αυτή η δική μου περίπτωση.

-Τέλος πάντων, υπήρξε περίοδος στη ζωή μου που μόλις ξυπνούσα το πρωί αναρωτιόμουν τι ώρα θα έβλεπα την Ελλη, που επιπλέον μέσω εμού είχε γνωρίσει και τους δύο ίσως σημαντικότερους άντρες στη ζωή της.

-Λίγο πριν το τέλος της, την επισκέφτηκα στο νοσοκομείο στη Νέα Υόρκη. Ηξερα και μ’ έσφαζε ότι την έχανα, τη χάναμε.

Φεύγοντας με ρώτησε πού πήγαινα. “Στο θέατρο” απάντησα κι αυτή μου είπε αμέσως: “Πάρε με μαζί σου”.

Προηγούμενο άρθροΌταν ο Θανάσης Βέγγος πήρε άδεια ασκήσεως επαγγέλματος ως εξαιρετικό ταλέντο
Επόμενο άρθροΗ τελευταία ταινία του Κώστα Βουτσά με την Φίνος Φιλμ