Ο Γιώργος Ζαμπέτας και το τραγούδι, Πού ’σαι Θανάση

Πού ’σαι Θανάση
Advertisement

Το 1970 και μετά από σειρά εμφανίσεων στην Αμερική, ο Γιώργος Ζαμπέτας βρίσκεται για ξεκούραση στο Λονδίνο. Εκεί τον βρίσκει ο θάνατος του στενού του συνεργάτη, κορυφαίου στιχουργού Χαράλαμπου Βασιλειάδη ή Τσάντα…

Advertisement

Ο λόγος στον ίδιο τον Ζαμπέτα, που μέσα από τις συζητήσεις του με την Ιωάννα Κλειάσιου, θυμάται:
Με παίρνουνε τηλέφωνο τα παιδιά μου και μου λένε, μπαμπά πέθανε ο κύριος Βασιλειάδης. Κόκαλο εγώ. Πέθανε ο Μπάμπης. Κοκάλωσα. Μου ‘λειψε ένα κομμάτι από πάνω μου…

Γύρισα αμέσως και πάω στο σπίτι τους. Μου λέει η κυρα-Άννα ότι την ώρα που πέθαινε άνοιξε την τσάντα του και έδωσε ένα τραγούδι για μένα. Το «Πού’ σαι Θανάση»». Σημαδιακό τραγούδι… 

Με έλεγε γιο του ο Τσάντας. Δεν είχε παιδιά, άκληρος ήταν. Αφού τα ποσοστά του απ’τα τραγούδια που κάναμε ήταν κανονικά το 50% κι ο γέρος ήθελε το ένα τρίτο.

Έλεγε πως τα άλλα ανήκουνε στα εγγόνια του, τα δικά μου παιδιά δηλαδή. Χρυσός άνθρωπος, μας αγαπούσε πάρα πολύ. Μεγάλος θησαυρός για το ελληνικό τραγούδι, απ’τους μεγαλύτερους!

To τραγούδι ηχογραφήθηκε το 1973, συμπεριλήφθηκε στο μεγάλο δίσκο του Ζαμπέτα «Μάλιστα κύριε», που κυκλοφόρησε από την Οlympic και αποτέλεσε μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του λαϊκού συνθέτη στα χρόνια μετά το ’70…

Κι αν το «Στέκι του Θανάση» έγινε τεράστια επιτυχία, δεν συνέβη το ίδιο με το «Στέκι του Αναστάση» που ακολούθησε ένα χρόνο αργότερα.

Το 1974 ηχογραφήθηκε στη μικρή εταιρεία Venus ένας δίσκος με τίτλο «Παλιά φρουρά» με τον σπουδαίο τραγουδιστή του ρεμπέτικου Οδυσσέα Μοσχονά και τον Μητσάρα (Δημήτρης Φράτης ή Κουλουριώτης), για τον οποίο μέσα από πληροφορίες που αντλούμε από το διαδίκτυο μαθαίνουμε πως:

Γεννήθηκε το 1914 στον Πειραιά από πατέρα Κουλουριώτη και μάνα Πειραιώτισσα. Πέθανε το 1978 στην Αθήνα. Συνέχισε την οικογενειακή παράδοση στη μουσική αφού ο πατέρας του έπαιζε κλαρίνο και δυο θείοι του έπαιζαν ούτι και μπουζούκι. Ξεκίνησε με κλαρίνο στα 1925 και μετά το 1930 αφοσιώθηκε στα μπουζούκι.

Από το 1932 δούλεψε επαγγελματικά και με δικό του συγκρότημα από το 1934. Μέχρι το θάνατό του τραγουδούσε, έπαιζε μπουζούκι και έγραφε γνήσιο ρεμπέτικο. Εκτός από ρεμπέτικα έγραψε και τραγούδησε και δημοτικά και μάλιστα στα αρβανίτικα.

Δούλεψε με πολλούς από τους μεγάλους του ρεμπέτικου: «…Ήμουν 21 χρονών, όταν στο πανηγύρι στη Φανερωμένη δούλεψα πλάι στο Μάρκο, το Μπάτη, τον Αρτέμη και το Μπαγιαντέρα». Και συνεχίζει: «Ο Μάρκος ήταν το Άλφα. Το άλφα κεφαλαίο και βάλε δίπλα ένα χιλιόμετρο τόνους. Όλοι αυτόν παριστάναμε…» Μερικά από τα τραγούδια του: «Για κοίταξέ με εσύ καλά», «Γρι-γρι», «Είμαι άντρας καθώς πρέπει», «Κάποτε ήμουνα κι εγώ παιδάκι», «Είχα πέντε τάλιρα», κ.ά … 

Μέσα στο δίσκο «Παλιά φρουρά» υπήρχαν δημιουργίες του Οδυσσέα Μοσχονά. Ανάμεσά τους και «Το στέκι του Αναστάση» με στίχους, σαφώς επηρεασμένους από τον «Θανάση» του Τσάντα και του Ζαμπέτα…. Τραγουδά ο Μητσάρας…

Video


Προηγούμενο άρθροΗ ιστορία του Jukebox
Επόμενο άρθροΠως γνωρίστηκε η Ευαγγελία Σαμιωτάκη με το Σπύρο Καλογήρου