“Αγαπούσα τον Μάρλον Μπράντο και νοιαζόμουν πολύ για εκείνον. Ήταν το μεγάλο πάθος της ζωής μου”, εκμυστηρεύτηκε κάποτε η Ειρήνη Παπά.
Το ρομάντζο άρχισε το 1954 στη Ρώμη, όπου ο τριαντάχρονος Μπράντο, διάσημος όσο κανείς άλλος, συναντά την εικοσιτετράχρονη μεσογειακή ομορφιά της Ειρήνης Παπά. Η έλξη είναι αναπόφευκτη και το ερωτικό πάθος κορυφώνεται μακριά από τα φλας των φωτογράφων και τα αδιάκριτα μάτια του Τύπου της εποχής.
Η θυελλώδης σχέση έμεινε κρυφή και ανομολόγητη, τον καιρό ακόμα που ο Μάρλον Μπράντο επισκεπτόταν την Ελλάδα, για να προβάλει το δραματικό ζήτημα των ορφανών εξαιτίας του εμφυλίου.
Ο έρωτας Μπράντο-Παπά ακολούθησε υπόγεια διαδρομή μετά το χωρισμό τους. Το 1999 ο Μάρλον Μπράντο επισκέφθηκε ξανά την Ελλάδα και ζήτησε να συναντήσει την παλιά του αγάπη.
Όταν το 2004 ο Αμερικανός ηθοποιός πεθαίνει η Ειρήνη Παπά είχε μιλήσει για πρώτη φορά για τον έρωτά τους στην ιταλική, “Corriere della Sera”.
«Δεν θέλαμε να μοιραστούμε με κανέναν αυτή την αγάπη που ήταν ιδιωτική. Δεν αγάπησα κανέναν άντρα όπως τον Μάρλον. Ήταν το μεγάλο πάθος της ζωής μου, ο άντρας για τον οποίο νοιάστηκα περισσότερο από οποιονδήποτε και εκείνος που εκτιμούσα περισσότερο, δύο πράγματα που δύσκολα συνυπάρχουν».
Σημειωτέο ότι η Ειρήνη Λελέκου, όπως ήταν το οικογενειακό της επώνυμο, έκανε ένα μόνο γάμο στη ζωή της με τον σκηνοθέτη Άλκη Παππά που διήρκεσε τέσσερα χρόνια από το 1947 έως το 1951. Η μετέπειτα διάσημη ηθοποιός επέλεξε να κρατήσει το επώνυμο του συζύγου της αφαιρώντας το ένα πι.
Λιτή και φειδωλή παρουσία στο διεθνές καλλιτεχνικό στερέωμα η Ειρήνη Παπά έφερε στην μεγάλη οθόνη το άρωμα από την πολύτιμη θητεία της στις παραστάσεις της αρχαίας τραγωδίας. Αυτή η εσάνς αρχαίας Ελληνίδας που πάντοτε την ακολουθούσε την βοήθησε να ακολουθήσει μια παγκόσμια καριέρα.
Οι επιτυχημένες κινηματογραφικές μεταφορές της “Ηλέκτρας” των “Τρωάδων” και της “Ιφιγένειας” με τον Μιχάλη Κακογιάννη δημιούργησαν μια νέα σχολή στο σινεμά. Η Παπά ωστόσο πήγε ακόμα παραπέρα πρωταγωνιστώντας στις ταινίες ,”Τα κανόνια του Ναβαρόνε” και τον “Ζορμπά”.
Η αντιστασιακή Μαρία Παπαδήμου και η χήρα του Καζαντζάκη αποτέλεσαν ρόλους-σταθμούς, που προώθησαν σε μεγάλο βαθμό την ιδέα της Ελλάδας στο εξωτερικό.