Στα πρώτα χρόνια του κινηματογράφου, υπήρχαν μερικοί ανήσυχοι άνθρωποι, που δεν αρκέστηκαν στο να εργάζονται πάνω στις μηχανές λήψης και προβολής, αλλά έψαχναν τρόπους να εξελίξουν την 7η τέχνη με δικές τους ευρεσιτεχνίες. Ένας από αυτούς ήταν και ο Ούγγρος Ζόζεφ Χεπ, από τους πρώτους κινηματογραφιστές, που με τις ιδέες του και τα μηχανήματα που κατασκεύασε, συνέβαλε τα μέγιστα στην καλύτερη προβολή των ταινιών στην Ελλάδα, αλλά και γενικότερα στον ελληνικό κινηματογράφο.
Ο Ζοζέφ Χεπ γεννήθηκε στην Βουδαπέστη, έζησε αρχικά στη Γαλλία και εργάστηκε στη γαλλική κινηματογραφική εταιρεία «Πατέ». Το 1910 ήρθε στην Αθήνα, προκειμένου να εγκαταστήσει μια μηχανή προβολής της εταιρείας «Πατέ» στον κινηματογράφο Πανελλήνιον. Τότε όμως του έγινε πρόταση να αναλάβει πρώτος μηχανικός στο ίδιο σινεμά, κι έτσι εγκαταστάθηκε στην Αθήνα.
Αργότερα συνεργάστηκε με τον Μαυρίκιο Νόβακ, αλλά άνοιξε και δική του επιχείρηση, η οποία αναλάμβανε την κατασκευή τίτλων στις βωβές ταινίες, καθώς και τη λήψη επικαίρων. Τα επίκαιρα που κατέγραψε με τη μηχανή του το 1912, τα οποία έδειχναν τις δραστηριότητες της βασιλικής οικογένειας, καθώς και την είσοδο του ελληνικού στρατού στη Θεσσαλονίκη, θεωρούνται τα πρώτα ελληνικά επίκαιρα.
Όμως το μυαλό του ήταν στις εφευρέσεις για την εξέλιξη του κινηματογράφου και ήταν ο πρώτος που κατασκεύασε ένα ηχητικό σύστημα που αναπαρήγαγε τη φωνή σε πλάκες γραμμοφώνου, δημιουργώντας έτσι την πρώτη ηχητική ταινία στην Ελλάδα. Το 1922, ο Χεπ μαζί με τον Γιώργο Προκοπίου και τους αδελφούς Γαζιάδη κατέγραψαν την Μικρασιατική Καταστροφή, πολύτιμο αρχείο μέχρι σήμερα.
Στη συνέχεια, κατασκεύασε ένα μηχάνημα (μούβιτον), που προσαρμοσμένο στις παλιές μηχανές μετέτρεπε τις βωβές ταινίες σε ομιλούσες. Κατοχύρωσε μάλιστα την ευρεσιτεχνία του αλλά επειδή μετά τον Χεπ ακολούθησαν και πολλοί άλλοι, ο ανταγωνισμός ήταν μεγάλος.
Με τον ερχομό του ομιλούντος κινηματογράφου στην Ελλάδα, το 1929, οι βωβές ταινίες άρχισαν σιγά σιγά να αντικαθίστανται με εισαγόμενες ομιλούσες και η μετάφραση των διαλόγων έπρεπε να ενσωματώνεται στην ταινία. Τότε, ο Ζόζεφ Χεπ κατασκεύασε την τιτλέζα, μια ειδική μηχανή με την οποία προβάλλονταν στο κάτω μέρος της οθόνης οι διάλογοι μεταφρασμένοι στα ελληνικά, και την εγκατέστησε στο κινηματογράφο Παλλάς, του οποίου ανέλαβε και τη διεύθυνση.
Παράλληλα, ο Ζόζεφ Χεπ εργάστηκε σαν φωτογράφος στην ελληνική ταινία «Μαρία Πενταγιώτισσα» (1929), και το 1948 ανέλαβε τη διεύθυνση της φωτογραφίας στις ταινίες της Φίνος Φιλμ, «Οι Γερμανοί Ξανάρχονται», του Αλέκου Σακελλάριου και «Χαμένοι Άγγελοι» του Νίκου Τσιφόρου. Με τη Φίνος Φιλμ συνέχισε τη συνεργασία του και στις ταινίες «Τελευταία Αποστολή» (1949), «Ο Μεθύστακας» (1950) και «Έλα στο Θείο» (1950), ταινίες που πέραν όλων των άλλων διακρίθηκαν και για την εξαιρετική φωτογραφία του Ζόζεφ Χεπ.
Η Ελληνική βιβλιογραφία αναφέρει ότι ο Ζόζεφ Χεπ σκηνοθέτησε, το 1930, και δική του ταινία, με τίτλο «Το Όνειρο του Γλύπτη», μια ταινία που προβλήθηκε μόνο μια μέρα σε κινηματογράφο της Αθήνας και ύστερα εξαφανίστηκε.
Μετά από αξιόπιστες μαρτυρίες κριτικών και μελετητών, φαίνεται ότι επρόκειτο για μία αμερικάνικη ταινία του 1928, στην οποία ο Χεπ πρόσθεσε έναν δικό του πεντάλεπτο πρόλογο που τον γύρισε στην Αθήνα, αντικατέστησε τους αγγλικούς μεσότιτλους με ελληνικούς (η ταινία ήταν βωβή), ελληνοποίησε τους ηθοποιούς και μετέτρεψε την ταινία σε ελληνική. Κανείς όμως δεν γνωρίζει αν η πρωτοβουλία ανήκε στον ίδιο ή αν εκτέλεσε την εντολή κάποιου άλλου.
Το αναμφισβήτητο συμπέρασμα πάντως είναι, ότι τα χρόνια που ο Ζόζεφ Χεπ έζησε στην Ελλάδα, έγραψε ιστορία στο χώρο του ελληνικού κινηματογράφου, με μοναδικές ευρεσιτεχνίες και υπηρεσίες.