Η πλάκα που κατέληξε σε κανονικές μπουνιές

πλάκα
Advertisement

Ατέλειωτες είναι οι ιστορίες του παλιού ελληνικού κινηματογράφου.Μια απο αυτές είχαν πρωταγωνιστή τον Αλέκο Λειβαδίτη.

Advertisement

Ο Αλέκος Λειβαδίτης ήταν τακτικό μέλος στη μεγάλη συντροφιά, που ξενυχτούσε τον χειμώνα στα διανυκτερεύοντα καφενεία γύρω από την Ομόνοια, στο ζαχαροπλαστείο του «Μαλάμου» της οδού Πατησίων και τα καλοκαίρια στον Κήπο του Μουσείου, που ήταν πάντα γεμάτος ως τα ξημερώματα.

Ένα βράδυ λοιπόν ο Αλέκος Λειβαδίτης μ’ έναν άλλον φίλο της παρέας αποφάσισαν να αναστατώσουν τον κόσμο μ’ ένα σκηνοθετημένο καυγά.

Σύμφωνα με το σχέδιο, θα καθόντουσαν σε κοντινά τραπεζάκια, θ’ άρχιζαν την «παρεξήγηση» με τα λόγια κι ύστερα θα ερχόντουσαν στα χέρια.

Έτσι κι έγινε.
-Γιατί με κοιτάτε, κύριε ;
-Εσείς με κοιτάζετε.
Γιατί βέβαια για να λέτε πως σας κοιτάζω, πάει να πει ότι με κοιτάζετε που σας κοιτάζω.
– Βρε δεν αφήνεις αυτά τα έξυπνα.
-«Βρε» να πεις στους ανθρώπους της παρέας σου.

Κουβέντα στη κουβέντα, ήρθανε στα χέρια «βάσει σχεδίου». Οι πελάτες του Μουσείου αναστατώθηκαν και η παρέα γελούσε με την επιτυχία της φάρσας. Σε μια στιγμή όμως είδαν πως άρχισαν να πέφτουν κανονικές μπουνιές.

Τι είχε γίνει ;
Ποιος ξέρει…
Το βέβαιο είναι, ότι ο ψεύτικος καυγάς εξελίχθηκε σε αληθινό. Μύτες άνοιξαν, μάτια μελάνιασαν, πουκάμισα ξεσκίστηκαν. Είδαν κι έπαθαν να τους χωρίσουν. Ακόμα κι όταν τους χώρισαν και κάθισαν όλοι μαζί στο ίδιο τραπέζι, αυτοί εξακολούθησαν να αγριοκοιτάζονται.

– Μα τι έγινε βρε παιδιά ; Στην αρχή κανείς δεν μιλούσε. Ύστερα όμως από λίγο όταν συνήλθαν ο Λειβαδίτης χαμογελώντας και έδωσε την εξήγηση.

Προηγούμενο άρθροΈνα έξυπνο έξυπνο μούτρο 1965-1966
Επόμενο άρθροΤα 8 καλύτερα παλιά πικάπ