Μάνος Λοΐζος

Σ’ ακολουθώ
Advertisement

Ο Μάνος Λοΐζος, γεννημένος μελωδός, όπως τον χαρακτηρίζει ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, έγραψε ένα από τα σπουδαιότερα κεφάλαια της έντεχνης λαϊκής μουσικής στην Ελλάδα. Ό ίδιος είχε πει ότι έγραφε τραγούδια από τα εφηβικά του χρόνια, σαν μορφή έκφρασης, σαν μορφή επικοινωνίας και πολλές φορές σαν μορφή πολιτικής πράξης.

Advertisement

Γεννήθηκε το 1937 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, από πατέρα Κύπριο και μάνα από τη Ρόδο, οι οποίοι το 1924 έφυγαν από τη Λάρνακα και αναζήτησαν μια καλύτερη τύχη στην Αίγυπτο.

Στα 14 του χρόνια, μαθητής του Αβερώφειου Γυμνασίου Αλεξανδρείας, γράφτηκε στο τοπικό Ωδείο και ξεκίνησε μαθήματα βιολιού και αργότερα κιθάρας. Στα 16 του έφτιαξε με κάποιους φίλους του μια μουσική κομπανία και απέκτησε το πρώτο του πιάνο, δώρο από τον πατέρα του. Μετά την αποφοίτησή του από το σχολείο το 1955, ήρθε στην Αθήνα και γράφτηκε αρχικά στη Φαρμακευτική Σχολή και στη συνέχεια στην ΑΣΟΕΕ. Εντυπωσιασμένος όμως από τα τραγούδια του Χατζηδάκι και αργότερα του Θεοδωράκη, αποφασίζει στις αρχές της δεκαετίας του ‘60 να εγκαταλείψει τις σπουδές του και να ασχοληθεί αποκλειστικά με τη μουσική. Παράλληλα κάνει διάφορες δουλειές για να επιβιώσει.

Το 1962 έρχεται σε επαφή με τον Μίμη Πλέσσα, ο οποίος μεσολαβεί  για την πρώτη ηχογράφηση της μελωδίας του, «Τραγούδι του Δρόμου», σε στίχους Λόρκα και απόδοση Νίκου Γκάτσου, με ερμηνευτή τον Γιώργο Μούτσιο. Παράλληλα, γίνεται ιδρυτικό μέλος και αντιπρόεδρος στο Σύλλογο Φίλων Ελληνικής Μουσικής (ΣΦΕΜ), με στόχο τη στήριξη του έργου του Μίκη Θεοδωράκη, αλλά και την προβολή νέων δημιουργών. Πολύ σύντομα γίνονται μέλη και οι καλύτεροι συνθέτες, στιχουργοί και τραγουδιστές της εποχής. Με τη χορωδία του Συλλόγου, την οποία διευθύνει, συμμετέχει το καλοκαίρι του 1963 στη μουσική παράσταση του Μίκη Θεοδωράκη «Όμορφη Πόλη» στο θέατρο Παρκ. Την ίδια χρονιά δίνει μαζί με τον Χρήστο Λεοντή την πρώτη του συναυλία στη Νάουσα.

Με το πραξικόπημα των Συνταγματαρχών, τον Απρίλιο του 1967, συλλαμβάνεται και κρατείται δέκα μέρες στην Ασφάλεια, για τις αριστερές πεποιθήσεις του. Τον Σεπτέμβριο του ’67 κατορθώνει να φύγει για την Αγγλία. Εκεί, για να επιβιώσει με τη γυναίκα του, την στιχουργό Μάρω Λήμου και την μόλις δύο ετών κόρη του Μυρσίνη, παίζει μπουζούκι σε κυπριακές ταβέρνες.

Τον επόμενο χρόνο επιστρέφει στην Ελλάδα και με τον φίλο του στιχουργό, Λευτέρη Παπαδόπουλο, ετοιμάζουν τον πρώτο του μεγάλο του δίσκο «Ο Σταθμός». Μέσα στα επόμενα τέσσερα χρόνια κυκλοφορούν άλλοι δύο δίσκοι με στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου: «Θαλασσογραφίες» (1970) και «Να’ χαμε τι να’ χαμε» (1972) με τραγούδια που γίνονται επιτυχίες. Στο μεταξύ, γράφει μουσική και τραγούδια για το θέατρο και τον κινηματογράφο και κυκλοφορεί ο δίσκος με τη μουσική της ταινίας «Ευδοκία» του Αλέξη Δαμιανού. Το 1973 αρχίζει τη μελοποίηση ποιημάτων του Ναζίμ Χικμέτ, με ελληνική απόδοση του Γιάννη Ρίτσου.

Με τη μεταπολίτευση συμμετέχει στις μεγάλες λαϊκές συναυλίες και στο τέλος του 1974 κυκλοφορεί το δίσκο «Τα Τραγούδια του Δρόμου», με όλα εκείνα τα τραγούδια του που είχαν απαγορευτεί τα προηγούμενα χρόνια. Τον ίδιο χρόνο κυκλοφορεί και ο δίσκος του «Καλημέρα Ήλιε» σε στίχους του Δημήτρη Χριστοδούλου. Τα επόμενα 3 χρόνια ακολουθούν κι άλλοι δίσκοι και ο Μάνος Λοΐζος γίνεται ένας από τους βασικούς εκφραστές του πολιτικού τραγουδιού.

Ο δίσκος του «Τα Τραγούδια μας» (1976) σε στίχους Φώντα Λάδη, γίνεται πλατινένιος. Το 1978 αναλαμβάνει την προεδρία της Ένωσης Μουσικοσυνθετών Ελλάδας και πρωτοστατεί στη δημιουργία φορέα είσπραξης των πνευματικών δικαιωμάτων, ενάντια στην κασετοπειρατεία. Παράλληλα, κυκλοφορεί και τον δίσκο «Για τα Τραγούδια της Χαρούλας» με στίχους του Μανώλη Ρασούλη και του Πυθαγόρα.  Προς το τέλος του 1980 κυκλοφορεί ο δίσκος του «Για μια Μέρα Ζωής» που είναι ο τελευταίος του.

Από το φθινόπωρο του ‘81, πάσχει από περικαρδίτιδα και νεφρική ανεπάρκεια και μετά την νοσηλεία του εδώ, αναχωρεί για τη Μόσχα. Εκεί τον βρίσκει το πρώτο εγκεφαλικό επεισόδιο τον Ιούνιο του 1982 και το Σεπτέμβριο το δεύτερο, το οποίο είναι και το μοιραίο.

Στην μουσική διαδρομή του, συνεργάστηκε, εκτός από τον Λευτέρη Παπαδόπουλο και με πολλούς στιχουργούς και ποιητές, όπως: Νίκο Γκάτσο, Κωστούλα Μητροπούλου, Γιάννης Νεγρεπόντη,  Δημήτρη Χριστοδούλου, Τάσο Λειβαδίτη,  Μάρω Λήμνου, Φώντα Λάδη, Μανώλη Ρασούλη και άλλους. Τραγούδια του ερμήνευσαν οι: Γιώργος Νταλάρας, Γιάννης Πουλόπουλος, Αλέκα Μαβίλη, Μανώλης Μητσιάς, Χάρις Αλεξίου, Δήμητρα Γαλάνη, Γιάννης Πάριος, Ζωή Φυτούση, Γιάννης Καλατζής, Λίτσα Διαμάντη, Μαρίζα Κωχ, Βασίλης Παπακωνσταντίνουο, Γιώργος Μούτσιος,  και πολλοί άλλοι.

Ο Μάνος Λοίζος είχε παντρευτεί δυο φορές: τη στιχουργό και συγγραφέα παιδικής λογοτεχνίας Μάρω Λήμνου (γνωστή και με το όνομα Μάρω Λοΐζου), με την οποία απόκτησε την πολυαγαπημένη του κόρη Μυρσίνη, και την ηθοποιό Δώρα Σιτζάνη. Τα τραγούδια του, λιτά και έντεχνα, είναι γεμάτα λυρισμό και τρυφερότητα γι’ αυτό και έγιναν αθάνατες επιτυχίες.

Προηγούμενο άρθροΕυγένιος Σπαθάρης 1924-2009
Επόμενο άρθροΟ αριστοκράτης ρεμπέτης Μανώλης Χιώτης